Τα κέρδη στα κινεζικά εστιατόρια έχουν συμπιεστεί δραματικά λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων στις πρώτες ύλες τους, όπως είναι για παράδειγμα το βόειο κρέας που έχει ακριβύνει κατά 50%.

Όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Reuters, πολλοί εστιάτορες στο Πεκίνο αναγκάζονται να πουλάνε στην ίδια τιμή βιώνοντας δύσκολες καταστάσεις με τα οικονομικά τους, εν μέσω νέας όξυνσης της κρίσης της πανδημίας.

Συνολικότερα, τα ασιατικά εστιατόρια και οι μικροπωλητές street-food αντιμετωπίζουν τη δύσκολη επιλογή να μετακυλίσουν το υψηλότερο κόστος των βασικών συστατικών των γευμάτων που παρασκευάζουν και διαθέτουν, στον καταναλωτή, μια επιλογή που εάν την υιοθετήσουν είναι πολύ πιθανό να χάσουν πολλούς πιστούς πελάτες τους.

Οι σπειροειδείς ανατιμήσεις σε βασικά συστατικά και υλικά που ξεκίνησαν με τα εμπόδια στην εφοδιαστική αλυσίδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 και τώρα ενισχύονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, συμπιέζουν τα οικονομικά των επιχειρήσεων και των καταναλωτών.

Τα νοικοκυριά στην Ασία, όπου το νόστιμο και προσιτό φαγητό του δρόμου είναι αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας και της οικονομίας, αισθάνονται τη μεγαλύτερη πίεση.

Ο Μοχάμαντ Ιλιάς, μάγειρας σε ένα κατάστημα biryani στο Καράτσι του Πακιστάν, είπε στο Reuters ότι η τιμή ενός κιλού γεύματος με ρύζι, που είναι επαρκές για να γευματίσουν τρία έως τέσσερα άτομα, έχει διπλασιαστεί σε 400 πακιστανικές ρουπίες (2,20 δολάρια).

«Δουλεύω σε αυτή την κουζίνα τα τελευταία 15 χρόνια», είπε. «Αυτές τις μέρες οι τιμές του ρυζιού και των μπαχαρικών έχουν αυξηθεί τόσο πολύ που οι φτωχοί άνθρωποι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να το φάνε».

«Κόβουν» τις μερίδες

Ορισμένες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν τις πιέσεις του υψηλού κόστους μειώνοντας τα μεγέθη των μερίδων που διαθέτουν στην κατανάλωση.

Σε μια από τις γωνιές street food της Τζακάρτα, στην Ινδονησία, ο πωλητής nasi goring, Σιαχρούλ Ζαινουλάχ, έχει μειώσει τις μερίδες του από το χαρακτηριστικό ινδονησιακό τηγανητό πιάτο με ρύζι αντί να αυξήσει τις τιμές ή να χρησιμοποιήσει υλικά χαμηλότερης ποιότητας.

Στη Νότια Κορέα, όπου ο πληθωρισμός βρίσκεται σε υψηλό δεκαετίας, η Τσόι Σαν-χούα, μια 67χρονη ιδιοκτήτρια καταστήματος kimchi, παίρνει μόνο επτά λάχανα στην τιμή με την οποία προηγουμένως αγόραζε δέκα.

Το πικάντικο λάχανο που έχει υποστεί ζύμωση σερβίρεται παραδοσιακά ως δωρεάν συνοδευτικό με άλλα γεύματα σε κορεατικά εστιατόρια, αλλά ακόμα κι αυτό έχει γίνει πλέον πολυτέλεια.

Ο Σέο Τζάε –ουν, ένας πελάτης στο κατάστημα της Τσόι, λέει χλευαστικά ότι τα kimchi θα πρέπει τώρα να ονομάζονται “keum-chi” – το keum είναι ο χρυσός στα Κορεάτικα.

Η Τσόι λέει ότι δεν θα μπορέσει να συνεχίσει τη δουλειά της αν δεν αυξήσει τις τιμές.

Οι πιέσεις στις τιμές αλλάζουν τις διατροφικές συνήθειες ορισμένων Ασιατών καταναλωτών.

Ο Στίβεν Τσανγκ, ένας 24χρονος εργαζόμενος στον τομέα των υπηρεσιών, είναι τακτικός στο Just Noodles, ένα δημοφιλές κατάστημα ramen στην Ταϊπέι, αλλά επανεξετάζει τα έξοδά του.

«Ζω μακριά από τους γονείς μου, επομένως βασίζομαι λίγο περισσότερο στο φαγητό του εστιατορίου», είπε, προσθέτοντας ότι θα προσπαθήσει να περιορίσει το φαγητό έξω και να μαγειρεύει περισσότερο στο σπίτι.

Πηγή Reuters

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή