Τα νέα για την ελληνική οικονομία σε μια δύσκολη περίοδο είναι αισιόδοξα, παρά την ευρωπαϊκή αβεβαιότητα. Η δημοσιονομική σύνεση φαίνεται πως απέδωσε καρπούς. Το μειωμένο πρωτογενές έλλειμμα, έδωσε δημοσιονομικό περιθώριο 3,5 δισ. ευρώ ενώ η S&P επίσης αναβάθμισε την ελληνική οικονομία, που βρίσκεται πλέον επισήμως μία ανάσα από την επενδυτική βαθμίδα. Επίσης, η απόφαση του Πρωθυπουργού να προχωρήσει το 2022 στη δεύτερη κατά σειρά αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Μαΐου έχει θετικό αντίκτυπο σε όλους τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο πρέπει να δούμε τη συνολική εικόνα, που επιβεβαιώνει πως ο μαραθώνιος των ανατιμήσεων θα συνεχιστεί και θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με την ακρίβεια όλο το 2022.

Η επιχειρηματικότητα καταβάλλει μία προσπάθεια εν μέσω αντιξοοτήτων να ανασχέσει την «πολεμική ακρίβεια» με τον πληθωρισμό στο 9% που ενδέχεται να κοστίσει στο φετινό ΑΕΠ έως και 3,8 δισ. ευρώ, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται να μειωθεί πιο κοντά στο 3% σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος. Ο υψηλός εισαγόμενος πληθωρισμός «ροκανίζει» τις καταθέσεις των νοικοκυριών και τη ρευστότητα στην αγορά, ενώ μειώνει την κατανάλωση ανοίγοντας νέες πληγές στην εθνική οικονομία. Η αύξηση των κατώτατων μισθών έρχεται λοιπόν να αναχαιτίσει αυτό το ροκάνισμα του διαθέσιμου εισοδήματος 2,3 εκατ. μισθωτών. Καθώς η οικονομία είναι κυκλική η αναχαίτιση των πιέσεων στην αγοραστική δυνατότητα των νοικοκυριών θα επιδράσει καταλυτικά στην αγορά, ώστε να σταθεροποιηθούν τα «αποθεματικά ασφαλείας» μέσα απ’ αυτή καθ’ αυτή την αγοραστική κίνηση η οποία θα ενισχυθεί.

Ωστόσο όμως ακόμη και στο καλύτερο σενάριο η αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων δεν μπορεί να γίνεται μόνο σε εθνικό επίπεδο. Η ελληνική οικονομία έχει μέχρι ώρας σταθεί σε ένα επίπεδο πληθωρισμού που είναι διαμορφωμένο καταφανώς χαμηλότερα σε σχέση με άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, με ισχυρότερες οικονομίες που αντιμετωπίζουν ακριβώς τις ίδιες προκλήσεις και διλήμματα. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να κινητοποιηθούν ευρωπαϊκοί πόροι προς όλα τα κράτη-μέλη, ώστε να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των αυξήσεων στις τιμές ενέργειας.

Εάν αυτό δεν συμβεί τότε θα είναι υπόθεση των κρατών-μελών να δαπανήσουν περισσότερα χρήματα για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών με δημοσιονομικές επιπτώσεις. Ας ελπίσουμε ότι αυτό που πρέπει να συμβεί σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο θα αποφασιστεί τον Μάιο και έτσι στο ευρωπαϊκό πρόβλημα θα δοθεί μια ευρωπαϊκή λύση. Εν κατακλείδι, «Δεῖ δὲ χρημάτων, καὶ ἄνευ τούτων οὐδὲν ἔστι γενέσθαι τῶν δεόντων» τα οποία ας ευχηθούμε πως θα μας οδηγήσουν σε ένα νέο ευρωπαϊκό μέλλον με λιγότερα λάθη από το παρελθόν.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion