Οι σεισμοί που έπληξαν στις 6 Φεβρουαρίου δέκα νότιες επαρχίες της Τουρκίας σηματοδοτούν τη χειρότερη ανθρωπιστική καταστροφή της χώρας στη σύγχρονη ιστορία (στη φωτογραφία από Sedat Suna/EPA, επάνω, το πορτρέτο του Κεμάλ και του Ερντογάν σε κατεστραμένο από τους σεισμούς κτίριο).

Τουρκία: Απέφυγε να μειώσει τα επιτόκια η Κεντρικη Τράπεζα

Μια πολιτική πρόκληση

Πολυπληθείς πόλεις ισοπεδώθηκαν, αρχαίες ακροπόλεις γκρεμίστηκαν, και χιλιάδες κτίρια, κατοικιών και εμπορικά, κατέρρευσαν. Εκτός των πολυάριθμων θυμάτων στη γειτονική Συρία, περισσότεροι από 44.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στην Τουρκία από τη μέρα που χτυπήθηκε από τους σεισμούς.

Πάνω από 100.000 άνθρωποι έχουν τραυματιστεί και εκατομμύρια άλλοι είναι σήμερα άστεγοι. Το ένα έκτο του πληθυσμού της Τουρκίας – περισσότεροι από 13 εκατομμύρια άνθρωποι – πιστεύεται ότι έχουν πληγεί από τους σεισμούς.

Η παροχή βοήθειας στις πληγείσες περιοχές είναι το πιο άμεσο μέλημα της τουρκικής κυβέρνησης. Η καταστροφή, ωστόσο, δεν αποτελεί μόνο μια υλικοτεχνική αλλά και μια πολιτική πρόκληση.

Ηδη, οι προσπάθειες ανακούφισης των πληγέντων από την κυβέρνηση έχουν τεθεί υπό εξονυχιστικό έλεγχο, όπως και η αμέλεια και η διαφθορά που επέτρεψαν την κατασκευή πολλών υποβαθμισμένων κτιρίων τις τελευταίες δεκαετίες.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πρόεδρος της Τουρκίας από το 2003, αντιμετωπίζει τώρα τη σημαντικότερη δοκιμασία της καριέρας του, γράφει σε άρθρο του με τίτλο «Η καταστροφή της Τουρκίας – και του Ερντογάν», ο Soner Cagaptay* στο Foreign Affairs.

Δυσοίωνα οικείο

Είναι κάτι που μπορεί να του φανεί δυσοίωνα οικείο. Το 1999, ένας σεισμός σκότωσε σχεδόν 19.000 ανθρώπους και αποκάλυψε τους περιορισμούς του κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ των πολιτών της Τουρκίας και του πατερναλιστικού κράτους τους.

Αυτή η φυσική καταστροφή, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση που ακολούθησε, προκάλεσε βαθιά δυσαρέσκεια και ώθησε στην ανατροπή των κοσμικών και συχνά ανελεύθερων καθεστώτων που είχαν επικρατήσει από τότε που η χώρα αναδύθηκε από τ’ απομεινάρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1922.


Ο Ερντογάν στις σεισμόπληκτες περιοχές (φωτογραφία από Turkish Presidency via AP)

Μέσα από τα συντρίμμια, ο Ερντογάν και το ισλαμιστικό πολιτικό του κόμμα θα ανέβαιναν τελικά στην εξουσία και θα μεταμόρφωναν την Τουρκία.

Τα πράγματα πλέον έχουν στραφεί εναντίον του. Αυτός ο σεισμός θα μπορούσε να έχει τα ίδια αποτελέσματα μ’ εκείνον πριν σχεδόν 25 χρόνια, καταρρίπτοντας μια παγιωμένη πολιτική τάξη πραγμάτων. Ο σεισμός του 1999 βοήθησε τον Ερντογάν ν’ αναρριχηθεί στην εξουσία. Ο σεισμός του 2023 μπορεί να τερματίσει την κυριαρχία του.

Πατερναλιστική διακυβέρνηση

Η Τουρκία έχει μια μακρά παράδοση πατερναλιστικής, από πάνω προς τα κάτω διακυβέρνησης, η οποία έχει τις ρίζες της στην κρατική εκσυγχρονιστική προσπάθεια υπό την ηγεσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τον 19ο αιώνα.

Το κράτος στην Τουρκία έχει το παρατσούκλι devlet baba (κράτος-πατέρας), σ’ αντίθεση με τη χώρα, η οποία είναι γνωστή ως ana vatan (μητέρα πατρίδα). Σύμφωνα με αυτήν την πολιτική παράδοση, το κράτος είναι όπως ένας αυστηρός πατέρας που φροντίζει τους απογόνους του, είναι βλοσυρό και σκληρόκαρδο, αλλά ταυτόχρονα καθοδηγεί τους πολίτες του και φροντίζει για τις ανάγκες τους.

Οι τούρκοι ηγέτες επιμένουν εδώ και καιρό ότι ξέρουν τι είναι καλό για τον λαό: πρώτα οι τεθνεώτες οθωμανοί σουλτάνοι, στη συνέχεια ο ιδρυτής της σύγχρονης Τουρκίας του εικοστού αιώνα, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, και οι διάδοχοί του, γνωστοί ως Κεμαλιστές Και τώρα, ο Ερντογάν. Αυτοί οι ηγέτες έχουν καταστήσει σαφές ότι η προσεκτική διαχείριση της χώρας απαιτεί την υπακοή του λαού.

Μετά την απελευθέρωση της Τουρκίας από την κατοχή των Συμμάχων στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ατατούρκ προπαγάνδισε αυτό το πατερναλιστικό κοινωνικό συμβόλαιο. Εκανε τα πάντα για να διαμορφώσει τόσο το κράτος όσο και την κοινωνία σύμφωνα με τη δική του κοσμική, εθνικιστική εικόνα, ενσαρκώνοντας τη σύγχρονη τουρκική δημοκρατία.

«Πατέρας των Τούρκων»

Εύστοχα, το 1934, το κοινοβούλιο της χώρας – εκείνη την εποχή, ένα αμιγές σώμα υπό τον έλεγχό του – ψήφισε έναν νόμο που του χάρισε το αποκλειστικό επώνυμο Ατατούρκ, που σημαίνει «πατέρας των Τούρκων». Μέχρι σήμερα, κανένας τούρκος πολίτης δεν επιτρέπεται να φέρει το επώνυμο του ιδρυτή της χώρας.

Το πατρικό συμβόλαιο του Ατατούρκ με τους πολίτες παρέμεινε σε ισχύ και μετά τον θάνατό του, το 1938, και αφού η Τουρκία έγινε πολυκομματική δημοκρατία, το 1950. Τα κεμαλικά κόμματα τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς διαιώνισαν αυτήν τη μορφή διακυβέρνησης.

Για δεκαετίες, κατά τη διάρκεια και μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, το κοσμικό devlet baba της Τουρκίας εθεωρείτο παντοδύναμο, ισχυρό, και μεγαλοδύναμο. Οι πολίτες δεν είχαν άλλη επιλογή από το να το φοβούνται.

Χρειάστηκε μια φυσική καταστροφή για να κλονιστεί το κεμαλικό κράτος στον πυρήνα του. Ο συντριπτικός σεισμός του 1999 κατέστρεψε βιομηχανικές περιοχές στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης. Αυτό που ακολούθησε αποδείχθηκε ότι άλλαξε τα δεδομένα για τους πολίτες της Τουρκίας: την ώρα της ανάγκης τους, το πατρικό κράτος δεν ήταν πουθενά, καθώς χιλιάδες άνθρωποι κείτονταν τραυματισμένοι κάτω από τα ερείπια, περιμένοντας βοήθεια από τις υπηρεσίες αρωγής που δεν έφτασαν ποτέ.

Χρειάστηκαν μέρες, και σε ορισμένες περιπτώσεις εβδομάδες, για να φτάσει η κυβερνητική βοήθεια σ’ ορισμένες κοινότητες. Αυτή η αποτυχία άφησε το πρόσχημα ενός αυστηρού αλλά αποτελεσματικού κεμαλικού κράτους κουρελιασμένο.


Διάσωση κοριτσιού από τα συντρίμμια στην επαρχία Χατάι (φωτογραφία Reuters)

Μια τεράστια οικονομική κρίση το επόμενο έτος έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στο κεμαλικό devlet baba. Οι τούρκοι πολίτες όχι μόνο αισθάνθηκαν εγκαταλελειμμένοι από το κράτος αλλά πλέον δεν το φοβόντουσαν. Η πόρτα ήταν πια ανοιχτή για τον Ερντογάν.

Ο καπετάνιος στο πηδάλιο

Ο σεισμός του 1999 και η επακόλουθη οικονομική κρίση διέλυσαν το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ του κράτους και των πολιτών του, χαλαρώνοντας τον ιδεολογικό έλεγχο του κράτους στην κοινωνία. Το 2001, με τη δυναμική της δημοτικότητάς του από την επιτυχημένη θητεία του ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ο Ερντογάν ίδρυσε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP). Τον Νοέμβριο του 2002, το κόμμα του κέρδισε τις εθνικές εκλογές και ο Ερντογάν έγινε πρωθυπουργός της Τουρκίας τον Μάρτιο του 2003.

Εν μέρει με την επίτευξη ανάπτυξης και την έξοδο των πολιτών από τη φτώχεια, και εν μέρει με την καταστολή των αντιπάλων του, ο Ερντογάν εδραίωσε έκτοτε τη φήμη του ως αυταρχικού και ισχυρού ηγέτη τον οποίο οι πολίτες οφείλουν να φοβούνται και να σέβονται ταυτόχρονα. Μ’ άλλα λόγια, έχει καταλήξει να ενσαρκώνει μια νέα εκδοχή του devlet baba.

Η εικόνα του Ερντογάν είναι και γλυκιά και πικρή: αυτοπροβάλλεται ως μια κυρίαρχη αλλά σκληρά εργαζόμενη πατριαρχική φιγούρα που, όπως ο Ατατούρκ, θέλει οι πολίτες ν’ ακολουθούν τις επιλογές του τρόπου ζωής του. Σ’ αντίθεση με τους κεμαλικούς προκατόχους του, βέβαια, είναι βαθιά συντηρητικός και δεν αναγνωρίζει κανένα τείχος προστασίας μεταξύ της άκαμπτης ισλαμικής ευσέβειας και της πολιτικής.

Η βάση του τον αγάπησε και οι αντίπαλοί του τον φοβήθηκαν. Για να κερδίσει αυτήν την αγάπη και τον φόβο, έχει απαλλάξει πολλούς Τούρκους από τη φτώχεια, ενώ έχει καταπνίξει τη διαφωνία στέλνοντας τους αντιπάλους του στη φυλακή.

Ο Ερντογάν έχει το παρατσούκλι reis (καπετάνιος), όρος που παραπέμπει στις ναυτικές καταβολές της οικογένειάς του στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Ο τίτλος υπογραμμίζει επίσης την αδιαμφισβήτητη θέση του ως ο άνθρωπος στο τιμόνι της Τουρκίας. Οι επιβάτες πρέπει να ακούν τον καπετάνιο, καθώς η ευημερία τους εξαρτάται απ’ αυτόν.

Ταραχώδη νερά

Η πολιτική προσωπικότητα του Ερντογάν, ωστόσο, μπορεί να μην είναι σε θέση ν’ αντέξει την επερχόμενη δίνη. Ο σεισμός του προηγούμενου μήνα αποτελεί μια καταστροφή ιστορικών διαστάσεων. Σκότωσε περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους ο τουρκικός πόλεμος της ανεξαρτησίας πριν έναν αιώνα.

Ισως, οποιαδήποτε κυβέρνηση θα δυσκολευόταν ν’ αντιμετωπίσει μια τέτοια καταστροφή γρήγορα και ολοκληρωμένα. Ομως, σύμφωνα με κάθε πρότυπο, η αρχική αντίδραση της κυβέρνησης Ερντογάν ήταν αργή και πρόχειρη.

Ο πρόεδρος θα ελεγχθεί για την αποδόμηση και τη χειραγώγηση των βασικών θεσμών της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών αρωγής, κατά την τελευταία δεκαετία, με την αντικατάσταση των στελεχών τους με πιστούς στο καθεστώς και [μέσω αυτής της αντικατάστασης] τη μετατροπή τους σε δυσλειτουργικούς οργανισμούς.


Οργή. Λίγο πριν ανέσυραν τον πατέρα του νεκρό από τα συντρίμμια (φωτογραφία Hussein Malla/AP)

Ο Ερντογάν υποβάθμισε την Τουρκική Ερυθρά Ημισέληνο, γνωστή και ως Kizilay, μια οργάνωση αρωγής που συνδέεται με τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, επειδή δεν υποτάχθηκε στην εξουσία του. Αντ’ αυτού, συγκρότησε την Προεδρία Διαχείρισης Καταστροφών και Εκτακτης Ανάγκης (AFAD), το τουρκικό αντίστοιχο της FEMA, της υπηρεσίας διαχείρισης φυσικών καταστροφών των Ηνωμένων Πολιτειών.

Κλονισμένοι οι πολίτες

Η Kizilay, η παραδοσιακή υπηρεσία αρωγής της Τουρκίας, αλλά τώρα ένα φάντασμα του προηγούμενου εαυτού της, δεν φάνηκε πουθενά μετά τους σεισμούς. Η AFAD, ο αντικαταστάτης της, επίσης δεν εμφανίστηκε. Τελικά, κανένας από τους δύο φορείς δεν παρείχε επαρκή ή καλά συντονισμένη βοήθεια στους σεισμοπαθείς.

Οι πολίτες της Τουρκίας παραμένουν κλονισμένοι από το μέγεθος της καταστροφής που προκάλεσε ο σεισμός, αλλά είναι εξοργισμένοι με το πώς η κρατική αμέλεια σίγουρα συνέβαλε στον υψηλό αριθμό των νεκρών.

Εικόνες από κωμοπόλεις και πόλεις που έχουν πληγεί σοβαρά δείχνουν τη μια πολυκατοικία μετά την άλλη τελείως ισοπεδωμένες, [ως] στοιχεία εκτεταμένων παραβιάσεων και διαφθοράς που σχετίζονται με τον [οικοδομικό] κανονισμό και τις κατασκευές.

Εικόνες από την Antakya (η αρχαία πόλη της Αντιόχειας) αποκαλύπτουν αυτήν την παρανομία: μια μεγάλη πολυκατοικία κατέρρευσε, παγιδεύοντας και σκοτώνοντας δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, ενώ ένα παρόμοιου μεγέθους κτίριο δίπλα της στέκεται σχεδόν άθικτο, με τους πολυάριθμους κατοίκους της πιθανώς να έχουν γλιτώσει.

Η εποχή του Ερντογάν στην Τουρκία σημαδεύτηκε από κατασκευαστική έκρηξη: τεράστιες πολυκατοικίες έχουν αντικαταστήσει μονοκατοικίες στις περισσότερες πόλεις, και ο ορίζοντας μεγάλων ιστορικών πόλεων, όπως η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη, έχει αλλάξει σε βαθμό που δεν αναγνωρίζεται.

Σκληρή κριτική

Ο Ερντογάν αντιμετωπίζει ήδη σκληρή δημόσια κριτική για την ανταπόκριση της κυβέρνησής του στον σεισμό και για τη συνενοχή της στο να επιτρέπει κακές κατασκευές τα τελευταία χρόνια, καθώς και κατηγορίες ότι η διαφθορά επέτρεψε στους εργολάβους να τη γλιτώνουν με την ανέγερση πολλών κακώς κατασκευασμένων κτιρίων που τώρα έχουν καταρρεύσει.

Ακόμη πιο σημαντικό, το κοινωνικό συμβόλαιο που συνέδεσε τον Ερντογάν με τους πολίτες θα δεχθεί πίεση. Ακριβώς όπως ο σεισμός του 1999 συγκλόνισε το κεμαλικό κράτος, ο σεισμός του Φεβρουαρίου υπονομεύει τον Ερντογάν και τη φήμη της ισχύος και της αποτελεσματικότητας που έχει καλλιεργήσει εδώ και καιρό.

Στην πραγματικότητα, η εικόνα του Ερντογάν μπορεί ν’ αμαυρωθεί ανεπανόρθωτα μόλις εμφανιστεί μια πιο ακριβής περιγραφή του αριθμού των νεκρών – πολλές χιλιάδες ίσως να είναι ακόμα θαμμένοι κάτω από τα ερείπια – και η θλίψη του κοινού μετατραπεί σε οργή.

Πολλοί πολίτες θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο Ερντογάν απέτυχε στα καθήκοντά του και ως εκ τούτου δεν αξίζει πλέον να τον φοβούνται. Μ’ άλλα λόγια, οι Τούρκοι ίσως αρχίσουν να τον βλέπουν λιγότερο σαν τον άρτιο ηγέτη του devlet baba και περισσότερο σαν μια χάρτινη τίγρη. Ηδη, χιλιάδες άνθρωποι που παρακολουθούσαν ποδοσφαιρικούς αγώνες αποδοκίμασαν την κυβέρνησή του και ζήτησαν την παραίτησή του.

Η μάχη που βρίσκεται μπροστά

Ο Ερντογάν είναι ένας ταλαντούχος πολιτικός και θα κάνει ό,τι μπορεί για ν’ αποφύγει την επερχόμενη οργή. Για ν’ αθωωθεί και να προστατεύσει τη φήμη του, θα ισχυριστεί ότι ο σεισμός ήταν πράξη του Θεού πέρα από τον έλεγχό του, χρησιμοποιώντας την επιρροή του στο περίπου 90% των μέσων ενημέρωσης της Τουρκίας για να πείσει τους πολίτες ότι ο υψηλός αριθμός των νεκρών ήταν αναπόφευκτος δεδομένης της κλίμακας του σεισμού.

Ισως επίσης να επιχειρήσει να μεταθέσει την ευθύνη σε μικρές κατασκευαστικές εταιρείες, δίνοντας έμφαση στην ατομική αμέλεια και την ανάρμοστη συμπεριφορά για ν’ απαλλάξει την κυβέρνησή του από την ευθύνη. Στις 12 Φεβρουαρίου, για παράδειγμα, η αστυνομία συνέλαβε πολλούς υπόπτους που φέρονται να συνδέονται με την κατάρρευση χιλιάδων κτιρίων.


Ανείπωτος θρήνος μπροστά από το ισοπεδωμένο σπίτι

Καμία από αυτές τις ενέργειες δεν αρκεί, ωστόσο, για να τον προστατεύσει από την οργή του λαού. Μόλις γίνει σαφής ο πραγματικός αριθμός των νεκρών του σεισμού, συζητήσεις θα σαρώσουν όλη την Τουρκία σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τον συντονισμό της βοήθειας και για το εάν οι κυβερνητικές αποτυχίες εμπόδισαν τελικά τη διάσωση των παγιδευμένων ανθρώπων.

Σε απάντηση, ο Ερντογάν θ’ αλλάξει στάση και θα επιδιώξει για άλλη μια φορά να ενσταλάξει τον φόβο στους πολίτες, προσπαθώντας να φανεί ως δυνατός και έχων το πρόσταγμα. Εχει ήδη αρχίσει να κρατά μια τέτοια στάση, μεταξύ άλλων και στην πρώτη του ομιλία στη χώρα μετά τον σεισμό.

Διάδοση «ψευδών ειδήσεων»

Με την κάμερα να κάνει ζουμ στα ρουθούνια του, μια γωνία που είχε σκοπό να τονίσει τον θυμό του, ο Ερντογάν επέπληξε τους πολίτες για διάδοση «ψευδών ειδήσεων», μ’ έναν αγανακτισμένο τόνο που φαινόταν αταίριαστος σε μια στιγμή τέτοιας πρωτόγνωρης θλίψης και απώλειας.

Ο σεισμός και οι επιπτώσεις του φέρνουν τώρα τον Ερντογάν μπροστά σε μια πρόκληση ενόψει των εθνικών εκλογών που πλησιάζουν. Σύμφωνα με το τουρκικό σύνταγμα, οι βουλευτικές και προεδρικές εκλογές πρέπει να διεξαχθούν το αργότερο πέντε χρόνια μετά τις προηγούμενες κάλπες, στην προκειμένη περίπτωση τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το μπλοκ της τουρκικής αντιπολίτευσης βρίσκεται μπροστά από τη συμμαχία του Ερντογάν.

Ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχει ήδη υποσχεθεί να τερματίσει τη διαφθορά που οδήγησε στην κατασκευή πολλών κακών κτιρίων και είχε ως αποτέλεσμα τόσα θύματα. Τα σχόλιά του υποδηλώνουν ότι η αντιπολίτευση θα χρησιμοποιήσει τον σεισμό για να επιτεθεί στον Ερντογάν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.

Αντιλαμβανόμενος πτώση της δημοτικότητάς του, ο Ερντογάν ενδέχεται ν’ αποφασίσει τις επόμενες εβδομάδες ν’ αναβάλει τις εκλογές. Μια τέτοια αναβολή έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα της Τουρκίας, αλλά ο Ερντογάν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον έλεγχο των βασικών θεσμών όπως το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο (YSK), το εθνικό συμβούλιο για την εποπτεία των εκλογών, για να καθυστερήσει την ψηφοφορία.

Ο Ερντογάν έχει χειριστεί τους θεσμούς της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του YSK, εναντίον των αντιπάλων του στο παρελθόν. Τον Μάρτιο του 2019, έδωσε εντολή στο YSK ν’ ακυρώσει τ’ αποτελέσματα των δημαρχιακών εκλογών της Κωνσταντινούπολης, τις οποίες ο υποψήφιος του AKP είχε χάσει με μικρή διαφορά.

Παράκαμψη… του Συντάγματος

Η απόφαση προκάλεσε οργή και λειτούργησε σαν μπούμερανγκ για τον Ερντογάν: ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης κέρδισε τις επόμενες εκλογές τον Ιούνιο με συντριπτική πλειοψηφία. Σίγουρα, το YSK δεν είναι συνταγματικά εξουσιοδοτημένο ν’ αναβάλει τις εθνικές εκλογές πέρα από τις 18 Ιουνίου και ο Ερντογάν θ’ αντιμετωπίσει έντονες αντιδράσεις σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Ωστόσο, θα μπορούσε να εξαναγκάσει αθόρυβα το YSK να δηλώσει ότι για λόγους ανωτέρας βίας, ο σεισμός καθιστά αδύνατη τη διεξαγωγή των εκλογών τον Ιούνιο, μεταθέτοντας έτσι την ευθύνη στο φαινομενικά ανεξάρτητο όργανο για οποιαδήποτε αναβολή.

Ακόμα κι αν πρόκειται να παρακάμψει το σύνταγμα με κάποιο τρόπο, οι τούρκοι ψηφοφόροι ίσως να είναι τόσο εξοργισμένοι που θα τον τιμωρήσουν στις καθυστερημένες κάλπες, όπως έκαναν οι ψηφοφόροι της Κωνσταντινούπολης το 2019.

Εάν ο Ερντογάν αποφασίσει ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει ν’ αναβάλει τις εκλογές, θα μπορούσε να στραφεί σε άλλα αυταρχικά μέτρα. Η κυβέρνησή του κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις 7 Φεβρουαρίου, αναστέλλοντας τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στις δέκα επαρχίες που επλήγησαν από τον σεισμό. Είναι πιθανό να παρατείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης μόλις λήξει τον Μάιο.

Αυτό θα σήμαινε ότι στις δέκα επαρχίες που επλήγησαν από τον σεισμό – που αποτελούν πάνω από το ένα έκτο του πληθυσμού της Τουρκίας και [φιλοξενούν] πολλούς από τους πιο αγανακτισμένους και ταλαιπωρημένους πολίτες της – οι εκλογές δεν θα ήταν ούτε δίκαιες ούτε ελεύθερες, δίνοντας στον Ερντογάν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις κάλπες.

Ο θυμός και η αγωνία συσσωρεύονται

Εάν ο Ερντογάν δεν μπορέσει ν’ αποκαταστήσει την εικόνα του ως συμπονετικού και αποτελεσματικού reis, η εποχή του ως ηγέτη που τον φοβούνται και τον σέβονται στην Τουρκία έχει τελειώσει. Ο θυμός και η αγωνία συσσωρεύονται σ’ όλη τη χώρα. Οσοι αγαπούν τον Ερντογάν, τον αγαπούν λίγο λιγότερο. Οσοι τον φοβούνται, τον φοβούνται ακόμη λιγότερο.


Ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου (φωτογραφία Reuters/Cagla Gurdogan)

Ο Ερντογάν, με τη σειρά του, θα προσπαθήσει να προσκολληθεί στην εξουσία, είτε αναβάλλοντας τις εκλογές κατά παράβαση του συντάγματος της χώρας είτε πραγματοποιώντας μεροληπτικές εκλογές υπό την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Εάν οι διαμαρτυρίες αρχίσουν και εξαπλωθούν σ’ όλη τη χώρα ως αντίδραση στις κινήσεις ή τις καταστολές του, θα μπορούσε ακόμη και να επεκτείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης σ’ ολόκληρη την επικράτεια.

Ισως, προβλέποντας την αντίδραση του κοινού, έκλεισε τα πανεπιστήμια της Τουρκίας στις 11 Φεβρουαρίου, αναγκάζοντας πάνω από οκτώ εκατομμύρια φοιτητές σε εξ αποστάσεως διδασκαλία και διασκορπίζοντας τους νέους από πιθανά κέντρα διαμαρτυρίας και εξέγερσης.

Ανθεκτική κοινότητα πολιτών

Μια δυνητικά θερμή αναμέτρηση πλησιάζει, αλλά δείτε το από μια διαφορετική οπτική και οι λόγοι για αισιοδοξία γίνονται εμφανείς. Στη μεγάλη εικόνα, η Τουρκία ίσως να βιώνει μια ιστορική καμπή όσον αφορά το παραδοσιακά πατερναλιστικό μοντέλο της από πάνω προς τα κάτω διακυβέρνησης.

Η κοινωνία των πολιτών της χώρας τα πήγε εξαιρετικά καλά στην ανταπόκριση στον σεισμό, παρέχοντας μαζική και ταχεία ανακούφιση στα θύματα, και παράλληλα ηγήθηκε, ακόμη και ξεπέρασε, τις προσπάθειες διάσωσης υπό την κυβέρνηση. Για παράδειγμα, ένας τούρκος ροκ σταρ, ο Haluk Levent, έχει κάνει ίσως περισσότερα απ’ ορισμένες κυβερνητικές υπηρεσίες μέσω της μη κερδοσκοπικής ομάδας του.

Το Turkish Philanthropy Funds, ένας άλλος μη κυβερνητικός οργανισμός, συγκέντρωσε πάνω από 8,5 εκατομμύρια δολάρια για προσπάθειες ανάκαμψης μέσα σε λίγες μόνο ημέρες μετά την καταστροφή. Η ισχυρή μεσαία τάξη της χώρας, ως επί το πλείστον δημιούργημα της οικονομικής ανάπτυξης της εποχής Ερντογάν, έχει αναλάβει τις προσπάθειες ανακούφισης από τους σεισμούς και το κράτος και οι ηγέτες του προσπαθούν να την προφτάσουν.

Η ανθεκτικότητα της μεσαίας τάξης και της κοινωνίας των πολιτών της Τουρκίας επιτρέπουν μια αχτίδα ελπίδας μέσα σε όλον αυτόν τον ζόφο. Οι πολίτες της Τουρκίας πήραν τώρα μια γεύση από ένα πιο λαμπρό μέλλον, στο οποίο δε ζουν σαν καταπιεσμένα παιδιά και οι πολιτικοί ηγέτες δεν αυτοπροσδιορίζονται απλώς ως αυστηροί πατέρες που συμμαζεύουν απείθαρχους απογόνους. Αντί να οδηγήσει σε μια άλλη πατερναλιστική κυβέρνηση, αυτός ο σεισμός θα μπορούσε να βοηθήσει στην εξισορρόπηση της άνισης σχέσης στην Τουρκία μεταξύ κράτους και κοινωνίας.

* Ο Soner Cagaptay είναι, μεταξύ άλλων, διευθυντής του Τουρκικού Ερευνητικού Προγράμματος στο The Washington Institute. Εχει γράψει εκτενώς για τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, την τουρκική εσωτερική πολιτική και τον τουρκικό εθνικισμό, δημοσιεύοντας σε επιστημονικά περιοδικά και μεγάλα διεθνή έντυπα μέσα

Πηγή: in.gr

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα
Το αναλυτικό πρόγραμμα του συνεδρίου του Βήματος για τα 50 χρόνια Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής
Επικαιρότητα |

Το αναλυτικό πρόγραμμα του συνεδρίου του Βήματος για τα 50 χρόνια Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής

Το πρόγραμμα του συνεδρίου που διοργανώνει το BHMA σε συνεργασία με το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών στις 12 και 13 Δεκεμβρίου για την πορεία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης – Ζωντανή κάλυψη από το κανάλι του Βήματος στο YouTube