Με φόντο την αναδιαμόρφωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, η Ινδία, το Βιετνάμ και το Μεξικό τραβούν την προσοχή αυτές τις μέρες, αλλά όχι η Ταϊλάνδη. Ωστόσο, δεν ήταν πάντα έτσι.

Πριν από τέσσερις δεκαετίες, η Ταϊλάνδη έκανε άλματα προόδου σε μια εποχή που η Κίνα μόλις άρχιζε να βγαίνει από την οικονομική καταστροφή. Οι παγκόσμιες αυτοκινητοβιομηχανίες έριξαν τόσα πολλά χρήματα που η Ταϊλάνδη ονομάστηκε Ντιτρόιτ της Ασίας.

Η Ταϊλάνδη ξεχώριζε για την πολιτική της σταθερότητα σε μια περιοχή που εξακολουθούσε να βγεί από τα ερείπια του πολέμου. Μια σχετικά σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία και ένα ελκυστικό φορολογικό καθεστώς έκαναν τις προοπτικές να φαίνονται ακόμη πιο ρόδινες. Μέχρι το 1990, είχ διψήφια ανάπτυξη και ένα άρθρο στους New York Times μιλούσε για την επόμενη οικονομία «τίγρη». Υπήρχε, είπε, «ενθουσιασμός μιας αναδυόμενης οικονομικής και πολιτικής δύναμης στην Μπανγκόκ».

Αυτή η ευοίωνη προοπτική φαίνεται να έχει προ πολλού παρέλθει. Μετά από πάνω από 30 χρόνια και τρία στρατιωτικά πραξικοπήματα, η Ταϊλάνδη φαίνεται ανίκανη να ξεφύγει από το καθεστώς της ως χώρα μεσαίου εισοδήματος. Κάποτε ήταν πολύ μπροστά από την Κίνα σε κατά κεφαλήν πλούτο, σήμερα είναι σημαντικά πίσω. Η αντιστροφή της τύχης δείχνει πώς οι τροχιές μπορούν να αλλάξουν χάρη σε λάθη που έγιναν από την ίδια την ηγεσία της χώρας.

Είναι βέβαιο ότι η Ταϊλάνδη συνεχίζει να ακολουθεί μια στρατηγική εξαγωγών. Εξακολουθεί να αντλεί άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ), οι οποίες σε σχέση με το ΑΕΠ έφθασαν στο 50% έως το 2017.

Αλλά αν κοιτάξει κανείς προσεκτικότερα θα δει ότι έχει μείνει πολύ πίσω. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας, για παράδειγμα, έχει ξεπεράσει αυτό της Ταϊλάνδης τα τελευταία χρόνια και θα μπορούσε σύντομα να είναι διπλάσιο. Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν την Κίνα στα 12.720 δολάρια έναντι 6.909 δολαρίων για την Ταϊλάνδη, το 2022.

Υπάρχουν πολλά ζητήματα που εξηγούν γιατί η Ταϊλάνδη υστερεί. Πίσω από τα περισσότερα κρύβεται η πολιτική σκηνή της χώρας.

Η σχετική σταθερότητα και αυτό που φαινόταν σαν εκκολαπτόμενη δημοκρατία τη δεκαετία του 1990 κατέρρευσε τις επόμενες δεκαετίες. Οι βαθιές πολιτικές διαμάχες μεταξύ του κατεστημένου που υποστηρίζεται από τον στρατό στη Μπανγκόκ και των δημοκρατικών δυνάμεων, που συχνά υποστηρίζονται από τον μεγιστάνα των επιχειρήσεων και κάποτε πρωθυπουργό Ταξίν Σιναουάτρα, προκάλεσαν τεράστια ζημιά.

Η εστίαση στους αγώνες εξουσίας αναμφισβήτητα απομάκρυνε τη συλλογική ματιά των πολιτικών της χώρας από τον καθορισμό και την εκτέλεση μακροπρόθεσμων αναπτυξιακών στόχων. Οι νομικές αβεβαιότητες και οι περιορισμοί ιδιοκτησίας είναι τα κύρια παράπονα των επενδυτών.

Το εμπόριο είναι ένα βασικό παράδειγμα του τι γίνεται. Ενώ οι περισσότεροι γείτονες της Ταϊλάνδης αναζητούν νέες συμφωνίες, η Ταϊλάνδη έχει μείνει θλιβερά πίσω. Οι διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησαν ξανά φέτος. Το 2014, ένα πραξικόπημα τις είχε διακόψει, και τώρα η Ταϊλάνδη θέλει να τις αναστήσει. Το Βιετνάμ υπέγραψε συμφωνία με την ΕΕ πριν από τέσσερα χρόνια.

Και ενώ μια σειρά από οικονομίες της Ανατολικής Ασίας έχουν ενωθεί στη Συνολική και Προοδευτική Συμφωνία των 12 εθνών για εταιρική σχέση μεταξύ του Ειρηνικού που σύντομα θα πάρει σάρκα και οστά, η Ταϊλάνδη παραμένει απέξω.

Η έλλειψη δέσμευσης είχε συνέπειες. Η Ταϊλάνδη προσελκύει λιγότερες ΑΞΕ από τους περιφερειακούς ανταγωνιστές Βιετνάμ, Μαλαισία και Ινδονησία και πέρυσι σημείωσε τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης μεταξύ των μεγάλων οικονομιών της Νοτιοανατολικής Ασίας.

Θέματα διακυβέρνησης εμφανίζονται επίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές της Ταϊλάνδης, με μια σειρά από εταιρικά σκάνδαλα τους τελευταίους μήνες. Ενώ ακόμη και οι ανεπτυγμένες αγορές βλέπουν τέτοια περιστατικά, δεν βοήθησε σχεδόν καθόλου τη φήμη της χώρας.

Η αποτυχία να αναπτυχθεί πιο αποφασιστικά η κλίμακα παραγωγής έχει αφήσει σχεδόν το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού της Ταϊλάνδης στη γεωργία, σε σύγκριση με λιγότερο από το ένα τέταρτο στην Κίνα. Και η σχετική εξάρτησή της από τον τουρισμό την άφησε σχεδόν μοναδικά εκτεθειμένη στις καταστροφές της πανδημίας.

Σήμερα μια άλλη πολιτική αναμέτρηση ρίχνει τη σκιά της. Έχουν περάσει σχεδόν δύο μήνες από τότε που ένας δημοκρατικός συνασπισμός κέρδισε την πλειοψηφία των εδρών της Κάτω Βουλής στις εθνικές εκλογές, αλλά δεν υπάρχει νέα κυβέρνηση. Παραμένουν αμφιβολίες για το εάν η υποψήφια πρωθυπουργός του συνασπισμού, Πίτα Λιμζαροενράτ, θα μπορέσει να αναλάβει τα ηνία της κυβέρνησης.

Αυτό άφησε τις περισσότερες επιχειρήσεις να παγώσουν νέες επενδυτικές αποφάσεις μέχρι να εμφανιστούν σαφέστερες οδηγίες από τη νέα διοίκηση, δήλωσε τον περασμένο μήνα ο Κριενγκράι Θιενουκούλ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ταϊλανδικών Βιομηχανιών, στο Bloomberg. Και αυτό σε ένα πλαίσιο αδύναμων εξαγωγών.

Τα δημογραφικά στοιχεία, εν τω μεταξύ, δεν λειτουργούν υπέρ της Ταϊλάνδης. Από τα 67 εκατομμύρια κατοίκους της, τα 12 εκατομμύρια είναι ηλικιωμένοι. Αυτό δεν είναι καλό νέο όταν πρόκειται για έναν μεταποιητικό τομέα που εξαρτάται όλο και περισσότερο από ένα εργατικό δυναμικό που πρέπει να χειρίζεται νέες και πολύπλοκες τεχνολογίες.

Η μικροοικονομία της Ταϊλάνδης μπορεί να ήταν ισχυρή στο παρελθόν, αλλά δεν προάγει το είδος της επιχειρηματικής δραστηριότητας και των νεοφυών επιχειρήσεων στον τομέα της τεχνολογίας που βλέπουμε σε άλλες χώρες της περιοχής, μαρτυρώντας την υστέρηση  και απαιτώντας ριζικές πολιτικές αλλαγές για ελκυστικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον, αν θέλει η τίγρης να βρυχηθεί.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή