Ο «Μεγάλος Στασιμοπληθωρισμός» (1965–1982) συνεχίζει να ασκεί μεγάλη επιρροή στην μελέτη της μακροοικονομικής και νομισματικής οικονομίας.

Η περίοδος χαρακτηρίστηκε από επίμονα υψηλό πληθωρισμό και συχνές υφέσεις, με καθοριστικό χαρακτηριστικό ότι ο πληθωρισμός και η αύξηση της παραγωγής είχαν ισχυρή αρνητική συσχέτιση, άρα τα υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού συνέπεσαν με τα κατώτατα όρια της ύφεσης. Ήταν αυτό άγνωστος συνδυασμός στάσιμης παραγωγής και υψηλού πληθωρισμού που έγινε γνωστός ως «στασιμοπληθωρισμός».

Λόγω της φαινομενικής αποτυχίας των υπευθύνων χάραξης πολιτικής να ελέγξουν τον πληθωρισμό πάνω επί τόσο μακρά περίοδο, και στο υψηλό επίπεδο μακροοικονομικής αστάθειας, η εμπειρία του Μεγάλου Στασιμοπληθωρισμού εξακολουθεί να διαμορφώνει την κατανόηση των οικονομολόγων για τη μακροοικονομική και τη νομισματική οικονομία, και τις απόψεις των υπευθύνων χάραξης πολιτικής

Σήμερα υπάρχει μεγάλη ανησυχία για το εάν ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ θα αυξηθεί ξανά. Μέρος αυτής της ανησυχίας προέρχεται από το γεγονός ότι υπήρξαν πολλαπλές κρίσεις πληθωρισμού τη δεκαετία του 1970, που ήταν η τελευταία φορά που οι ΗΠΑ είχαν σοβαρό πρόβλημα πληθωρισμού. Για να δούμε εάν το σημερινό μας περιβάλλον ενέχει παρόμοιους κινδύνους με αυτό της δεκαετίας του ’70, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό τι πραγματικά οδήγησε τον πληθωρισμό κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Για κάποιους μακρο-οικονομολόγους ο τραπεζικός κανονισμός γνωστός ως Reg Q του Συμβουλίου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (FRB) που ορίζει «ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και πρότυπα κεφαλαιακής επάρκειας για ιδρύματα που ελέγχονται από το διοικητικό συμβούλιο, υποβάθμισε τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής και οδήγησε σε μια διεστραμμένη δυναμική μέσω της οποίας οι αυξήσεις των επιτοκίων χρησίμευαν για να υποβαθμίσουν την πλευρά της προσφοράς της οικονομίας, αντί να μετριάσουν την πλευρά της ζήτησης.

Πιστωτική στενότητα και Στασιμοπληθωρισμός

Η σοβαρή πιστωτική στενότητα στο τραπεζικό σύστημα συνέβαλε στον Μεγάλο Στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του 1970. Οι πιστωτικές στενώσεις οφείλονταν στην αυστηροποίηση της Fed παρουσία μιας μεγάλης χρηματοοικονομικής τριβής, δηλαδή  τον Κανονισμό Q, που περιόριζε τα επιτόκια των καταθέσεων.

Το Reg Q γινόταν δεσμευτικό κάθε φορά που η Fed αύξανε τα επιτόκια, οδηγώντας σε μεγάλες εκροές καταθέσεων και συρρίκνωση του τραπεζικού δανεισμού, δημιουργώντας πιστωτική κρίση. Δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις χρειάζονται πίστωση για να παράγουν, οι πιστωτικές στενώσεις λειτούργησαν ως αρνητικά σοκ προσφοράς, αναγκάζοντας τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις τιμές και να μειώσουν την παραγωγή (στασιμοπληθωρισμός).

Με αυτό τον τρόπο τα πιστωτικά προβλήματα από τον Reg Q ευθυγραμμίζονται στενά με τους κύκλους στασιμοπληθωρισμού στη διάρκεια: όταν το Reg Q δεσμεύεται, οι καταθέσεις ρέουν και η προσφορά τραπεζικών δανείων συρρικνώνεται, οι εκκρεμείς παραγγελίες των επιχειρήσεων αυξάνονται, οι τιμές αυξάνονται και η παραγωγή μειώνεται.

Ερευνητές όπως ο  μακρο-οικονομολόγος ϊταμαρ Ντρέχσλερ και οι συνεργάτες του στο New York Univeristy έλεγξαν την υπόθεση ότι οι πιστωτικές στενώσεις του Reg Q οδήγησαν σε στασιμοπληθωρισμό, συγκρίνοντας τους κλάδους με βάση την εξάρτησή τους από την εξωτερική χρηματοδότηση. Διαπίστωσαν ότι κατά τη διάρκεια της πιστωτικής στενότητας οι εξαρτώμενες από τη χρηματοδότηση βιομηχανίες αυξάνουν τις τιμές και συρρικνώνουν την παραγωγή σε σχέση με άλλους κλάδους.

Βρήκαν το ίδιο αποτέλεσμα για βιομηχανίες που βρίσκονται σε περιοχές όπου οι τράπεζες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στο Reg Q, ειδικά εάν αυτοί οι κλάδοι εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση. Τα ευρήματά αυτά υποδηλώνουν ότι όταν η αύξηση των επιτοκίων περικόπτει τις πιστώσεις προς τις επιχειρήσεις, η νομισματική πολιτική επηρεάζει τη συνολική προσφορά και όχι μόνο τη ζήτηση. Οι περιορισμοί αυτοί οδήγησαν στα σκαμπανεβάσματα πληθωρισμού κατά την διάρκεια της δεκαετία του 1970

Τι είναι ο κανονισμός Q;

Ο«Κανονισμός Q» στις Ηνωμένες Πολιτείες ενημερώθηκε το 2013 στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης 2007–2008 και συνεχίζει να υπόκειται σε αλλαγές.

Ο αρχικός κανόνας θεσπίστηκε το 1933, σύμφωνα με τον νόμο Glass-Steagall, με στόχο να απαγορεύσει στις τράπεζες να πληρώνουν τόκους για καταθέσεις σε λογαριασμούς όψεως. Θέσπισε επίσης ανώτατα όρια για τα επιτόκια που θα μπορούσαν να πληρωθούν σε άλλους τύπους λογαριασμών.

Ο σκοπός των μέτρων ήταν να περιοριστεί η κερδοσκοπική συμπεριφορά των τραπεζών που ανταγωνίζονται για καταθέσεις πελατών, καθώς οδηγούσε τις τράπεζες να αναζητήσουν επικίνδυνα μέσα κέρδους για να μπορέσουν να πληρώσουν τους τόκους αυτών των καταθέσεων. Αυτό αργότερα θεωρήθηκε ευρέως ως μέσο οικονομικής καταστολής.

Ο κανονισμός Q οδήγησε τελικά στην εμφάνιση κεφαλαίων χρηματαγοράς ως λύση στην απαγόρευση πληρωμής τόκων.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή