Ένα συλλογικό χασμουρητό φαίνεται να είναι η πρέπουσα απάντηση στις σχετικές ειδήσεις του τελευταίου μήνα. Εάν οι πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που διέρρευσαν στην υπόθεση Cambridge Analytica ήταν πυρηνικό καύσιμο επιπέδου πλουτωνίου, τότε οι τελευταίες διαρροές αναμφισβήτητα αποτελούν καύσιμο χαμηλής ποιότητας. Λεπτομέρειες όπως ονόματα, τηλεφωνικοί αριθμοί και ημερομηνίες γέννησης περισσότερων από 530 εκατομμυρίων ανθρώπων διέρρευσαν από την πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, σε αυτό που ισοδυναμούσε με μαζική συλλογή δεδομένων που ήταν ήδη δημόσια διαθέσιμα.

Οι ρυθμιστικές αρχές, στη σειρά, λένε ότι θα πρέπει να διερευνήσουν, όπως ακριβώς οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να κάνουν. Οι Ιρλανδοί αξιωματούχοι, που έχουν αναλάβει τον πρώτο ρόλο στον έλεγχο του Facebook στην Ευρώπη, πλέον έχουν 15 διαφορετικούς ελέγχους σε εξέλιξη σχετικά με τις διάφορες εφαρμογές της εταιρείας.

Αλλά ενώ όλο αυτό μοιάζει με πλημμέλημα χωρίς κανένα πραγματικό θύμα, συγχρόνως εγείρονται πολύ πιο ανησυχητικά ερωτήματα. Ακόμη και δημόσιο περιεχόμενο όπως αυτό που διέρρευσε στην τελευταία περίπτωση, συνδυασμένο με άλλα δεδομένα είναι σε θέση να δημιουργήσουν πληρέστερα προφίλ προσώπων, μπορούν τότε να χρησιμοποιηθούν με κακόβουλο τρόπο. Επιπλέον, η υπόθεση αγγίζει ένα σαφώς βαθύτερο θέμα: ο αυξανόμενος όγκος των δεδομένων που οι άνθρωποι μοιράζονται δημοσίως είναι μέρος της ψηφιακής τους ζωής – συχνά μετά από παρακίνηση από τις εταιρείες που επωφελούνται από τις γνωστοποιήσεις – που μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν με τρόπους που μπορεί να τους βλάψουν.

Για να υπογραμμίσουμε το θέμα, τις τελευταίες ημέρες ήρθαν στο φως και άλλες υποθέσεις μαζικής διαρροής δεδομένων. Το LinkedIn ανακοίνωσε ότι δημόσιες πληροφορίες που έχουν παρθεί από τις υπηρεσίες του, έχουν αναμιχθεί με δεδομένα προερχόμενα από άλλες πηγές και πλέον προσφέρονται για πώληση σε κάθε ενδιαφερόμενο, online. Επιπλέον, ένα πλήθος πληροφοριών από το κοινωνικό δίκτυο ήχου Clubhouse ανακαλύφθηκε σε έναν ιστότοπο που χρησιμοποιούν χάκερ.

Οι διαρροές υπάρχουν ήδη από τις πρώτες ημέρες ύπαρξης του ίδιου του Διαδικτύου, όταν δυνητικά αξιόλογες πληροφορίες αφήνονταν σε κοινή θέα σε διάφορες ιστοσελίδες. Ωστόσο, πρόσφατα τα κίνητρα και οι ευκαιρίες έχουν πολλαπλασιαστεί.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει οι μεγαλύτερες αποθήκες δεδομένων, αντιπροσωπεύοντας ελκυστικούς στόχους για όσους κυνηγούν αυτά τα δεδομένα σε μεγάλη κλίμακα. Επιπλέον, η άνοδος της μηχανικής μάθησης έχει φέρει νέα κίνητρα, καθώς η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει μετατρέψει το ακατέργαστο υλικό σε πιθανό χρυσάφι. Η αμερικανική εταιρεία αναγνώρισης προσώπου Clearview AI, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί μία πελώρια βάση δεδομένων εικόνων που είναι αποτέλεσμα διαρροής σαν πρώτη ύλη για τις υπηρεσίες που προσφέρει.

Υπάρχουν επίσης περισσότεροι τρόποι συλλογής δεδομένων σε μεγάλη κλίμακα. Πολλές εταιρείες, πλέον, κάνουν τα δεδομένα τους διαθέσιμα μέσω των APIs, δηλαδή των ψηφιακών δολωμάτων που τρίτοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να συνδεθούν στα συστήματά τους. Αυτό αντανακλά τον ανατριχιαστικό αυτοματισμό της εποχής της πληροφορίας, υπό τη μορφή μίας κοινής επιχειρηματικής στρατηγικής.

Αυτό τον καιρό, οι εταιρείες επιδιώκουν να μετατραπούν σε πλατφόρμες, κάνοντας έτσι τους εαυτούς τους μία απαραίτητη πηγή δεδομένων για άλλους. Το να γίνεις πηγή της πηγής δεδομένων για οποιοδήποτε θέμα είναι ένας τρόπος. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει αμφιβολίες για μια εταιρεία όπως το eBay, η οποία θέλει να θεωρηθεί ως η οριστική πηγή για όλες τις καταχωρίσεις προϊόντων. Αλλά είναι πιο ανησυχητικό όταν διακυβεύονται προσωπικές πληροφορίες.

Δεν είναι μόνο οι απατεώνες που βλέπουν ευκαιρίες σε όλο αυτό το τοπίο. Η εμπορική αξία των δημόσια διαθέσιμων δεδομένων έχει επίσης οδηγήσει σε πρωτοφανή δημιουργικότητα και – ανεπιθύμητες – λειτουργίες. Η εταιρεία ανάλυσης δεδομένων hiQ «τράβηξε» δεδομένα του LinkedIn, για παράδειγμα, αναζητώντας ενδείξεις για το ποιοι από τους χρήστες του επαγγελματικού δικτύου ενδέχεται να αναζητούσαν νέα δουλειά – και στη συνέχεια το ανέφεραν στους εργοδότες των χρηστών.

Ο ακαδημαϊκός κόσμος επίσης έχει εντοπίσει την αξία των δεδομένων. Μία ομάδα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης ανέσυρε μία διαμαρτυρία από το Facebook πέρυσι όταν συγκέντρωσε μεγάλες ποσότητες πληροφοριών για να μελετήσει πώς στόχευαν πολιτικές διαφημίσεις στο δίκτυο. Μπορεί η μελέτη του NYU να είχε νόμιμους ακαδημαϊκούς στόχους, ωστόσο – όπως έδειξε η υπόθεση της Cambridge Analytica – δεν είναι πάντοτε εύκολο να ξεχωρίσεις πότε μία νόμιμη έρευνα χρησιμοποιείται για να καλύψει κάτι άλλο.

Εν ολίγοις, φαίνεται σαν άλλο ένα παράδειγμα που ο σχεδιασμός του σημερινού συστήματος μαζικής πληροφόρησης δεν έχει σαν πρώτη προτεραιότητα τον χρήστη, και που οι φύλακες των δεδομένων έχουν επιτρέψει στα δικά τους συμφέροντα να θολώσουν τις αποφάσεις τους.

Πάντως, το LinkedIn έδωσε μάχη εναντίον της hiQ μπλοκάροντας την ικανότητά της να συλλέγει δεδομένα. Αλλά έχασε τη σχετική δίκη – και ξανά την εκδίκαση της έφεσης – όταν η hiQ ζήτησε δικαστικά να αποκτήσει πρόσβαση στα δημόσια δεδομένα. Άλλοι φαίνονται λιγότερο προβληματισμένοι. Το Facebook αρχικά «καθάρισε» την τελευταία διαρροή, λέγοντας μόνο ότι αφορούσε στοιχεία πριν από τον Σεπτέμβριο του 2019 και ότι έχει διορθώσει το πρόβλημα, χωρίς ωστόσο να δώσει αναφορά στις ρυθμιστικές αρχές ή να ενημερώσει τους χρήστες.

Επίσης, σιωπηλά, το Facebook έριξε μέρος της ευθύνης στους ίδιους τους χρήστες, λέγοντας ότι μπορούσαν να προστατεύσουν του εαυτούς τους καλύτερα σκεπτόμενοι ποιες πληροφορίες θα έπρεπε να μοιραστούν δημοσίως, αλλά και να κάνουν τακτικούς ελέγχους ώστε να διασφαλίσουν ότι τα δεδομένα τους δεν έχουν υπονομευτεί. Αυτό βέβαια αγνοεί το γεγονός ότι λίγοι άνθρωποι έχουν το χρόνο ή της κλίση για τέτοιου είδους ψηφιακή υγιεινή και επιπλέον δεν είναι σε θέση να κρίνουν πως όσα δημοσιεύουν σήμερα μπορεί να χρησιμοποιηθούν εναντίον αύριο.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Financial Times