Σε ένα αβέβαιο κόσμο, οι διεθνείς επενδυτές εξακολουθούν να εμπιστεύονται την Ευρώπη; Η τρέχουσα κρίση είναι πρωτοφανής στη σύγχρονη ιστορία. Οι καταστροφικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειές της αφήνουν ήδη ίχνη. Και ακόμη. Χρησιμοποιώντας το εμβόλιο που θα φέρει ειρήνη στην ανθρωπότητα, ο κόσμος συνεχίζει να γυρίζει ταχύτερα από πριν. Η φύση η οποία μισεί το κενό, είναι αναγκαίο να προσαρμοστεί με κίνδυνο να εξαφανιστεί.

Στο άρθρο αυτό παρουσιάζονται από την εταιρία μελετών ΕΥ Global τα αποτελέσματα δύο ερευνών της, μία για την Ευρώπη (Απρίλιος, Οκτωβρίου 2020) και μία για τη Γαλλία (2021). Και οι δύο αναφέρονται στην έννοια της ελκυστικότητας των χωρών (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Η ελκυστικότητα των πόλεων με πολυκριτήρια προσέγγιση, Πολυτεχνείο Κρήτης, Τρίτη 3 Απριλίου 2018).

Βαρόμετρο ελκυστικότητας

Μια άλλη έννοια που θέλει να δείξει την ευρωστία των χωρών είναι η ανταγωνιστικότητα. Οι πρώτες συζητήσεις για την ανταγωνιστικότητα των κρατών πραγματοποιήθηκαν στο τέλος του 1980, κυρίως σε αντίδραση με την ανερχόμενη δύναμη της Ιαπωνικής βιομηχανίας που προκαλούσε φόβο στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, να μην απωλέσουν το οικονομικό και τεχνολογικό leadership (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Ε. Galariotis, Μ. Δούμπος, Μ. Εσκαντάρ, Η ανταγωνιστικότητα των κρατών, Πολυτεχνείο Κρήτης, Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019).

Η ελκυστικότητα είναι και αυτή μια έννοια και ένα πολυτομεακό μέτρο στο σταυροδρόμι των οικονομικών ανάπτυξης, των χρηματοοικονομικών και της πολιτικής επιστήμης. Αυτό το μέτρο στοχεύει στην ποσοτικοποίηση και σύγκριση της σχετικής ελκυστικότητας διαφορετικών ανταγωνιστικών περιοχών ως προς τις ροές επενδύσεων, αξιολογώντας τις ποσοτικά σε μια σειρά μεταβλητών όπως αύξηση του ΑΕΠ, φορολογικός συντελεστής , επαναπατρισμός κεφαλαίων, ποιότητα του εργατικού δυναμικού και πολιτική σταθερότητα.

Στα τέλη Οκτωβρίου 2020, η ΕΥ πήρε συνεντεύξεις από ένα πάνελ ευρωπαίων ηγετών σχετικά με τα σχέδια τους για βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην Ευρώπη.

Γενικά, σε μια δύσκολη χρονιά για διεθνείς επενδύσεις, τα στελέχη που ρωτήθηκαν δείχνουν το μέτρο τους και το ρεαλισμό τους. Παρά την ανανεωμένη αισιοδοξία των ξένων επενδυτών, η Ευρώπη πρέπει να εξασφαλίσει και να δώσει αξιοπιστία στο οικονομικό της περιβάλλον.

Η τεχνολογία και η κλιματική αλλαγή παραμένουν καθοριστικοί παράγοντες για τους διεθνείς ηγέτες, αλλά η κοινωνική ένταξη και τα γεωπολιτικά ζητήματα κερδίζουν έδαφος.

Η έρευνα δείχνει ότι το 57% των στελεχών πιστεύει ότι το γερμανικό σχέδιο τόνωσης θεωρείται ελαφρώς πιο ευνοϊκό από το γαλλικό (43%) και το βρετανικό (37%).

Ακόμη είναι απαραίτητο να γίνουν περισσότερα για την έρευνα, την εκπαίδευση, την υγεία. Επίσης, πρέπει να βοηθηθούν περισσότερο οι επιχειρήσεις και οι επιχειρηματίες. Δύο ερωτήσεις τίθενται με ενδιαφέρον.

Ελκυστικότητα της Γαλλίας

– Εάν το 2020, οι ξένες επενδύσεις στη Γαλλία μειώθηκαν, η χώρα διατηρεί την πρώτη θέση στην Ευρώπη: 985 έργα ανακοινώθηκαν το 2020 (-18% σε σύγκριση με το 2019), έναντι 975 για το Ηνωμένο Βασίλειο (-12%) και 930 για τη Γερμανία (-4%).

– Μεταξύ των δραστηριοτήτων που αντιστάθηκαν καλύτερα, βρίσκουμε τη βιομηχανία υγείας (φαρμακευτικός και ιατρικός εξοπλισμός, 58 έργα ή +123% σε σύγκριση με το 2019), οι οποίες επωφελήθηκαν λογικά από την κρίση. Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας (ενέργεια, μεταφορές, υγεία), η εφοδιαστική ηλεκτρονικού εμπορίου καθώς και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες κατέγραψαν επίσης περισσότερες επενδύσεις το 2020. Οι πιο ελκυστικές περιοχές το 2020 είναι Ile-de-France (288 έργα), Auvergne-Rhone-Alpes (126) και Hauts-de-France (100).

Υπάρχουν βέβαια και αρνητικές επιδόσεις, όπως οι θέσεις εργασίας που δημιουργούν οι ξένες επενδύσεις. Για παράδειγμα, η Ισπανία βλέπει μια αύξηση 139 νέων θέσεων εργασίας ανά έργο κατά μέσο όρο, το Ηνωμένο Βασίλειο 49, η Γερμανία 48 και η Γαλλία μόλις 34 νέες θέσεις εργασίας. Οι εξαγωγές μειώνονται σε ποσοστό 19%. Το βαρόμετρο δεν εγγράφει περισσότερες εξαγορές ή εγκαταστάσεις πραγματοποιθείσες από γαλλικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό. Από τον Ιούλιο του 2017, οι εξερχόμενες επενδύσεις είναι 1,75 φορές πιο σημαντικές από τις εισερχόμενες και ο δείκτης αυτός είναι σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου.

Ακόμη, πώς να εξηγηθεί ότι η Γαλλία παραμένει ελκυστική στα μάτια των ξένων επενδυτών όταν τα προϊόντα της δεν πωλούνται αποτελεσματικά εκτός των συνόρων της. Το έλλειμμα του εξωτερικού εμπορίου αυξήθηκε κατά 7,3 δις ευρώ το 2020, ένα ρεκόρ που δείχνει ότι η Γαλλία συνεχίζει να χάνει έδαφος σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους γείτονές της.

Συμπερασματικά, η θέση της Γαλλίας είναι εύθραυστη. Είναι απαραίτητο να συνδυαστεί η ελκυστικότητα με την ανταγωνιστικότητα. Για να κρατήσει την πρώτη θέση της ως προς τις ξένες επενδύσεις και το 2022, θα πρέπει να απλοποιήσει περαιτέρω τις διοικητικές δραστηριότητες, να διασφαλίσει ότι οι δεξιότητες υπάρχουν στις περιφέρειες για να καλύψουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων, να επιβεβαιώσουν το κοινωνικό και φορολογικό πλαίσιο. Η μετά COVID εποχή θα δείξει τον οδικό χάρτη – με τις ευκαιρίες και κινδύνους- που πρέπει να ακολουθήσουν η Ευρώπη και ιδιαίτερα η Γαλλία.

* Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Academia