Την κίνηση της «σιωπής», για δεύτερη φορά σε ένα έτος, επέλεξε ο οίκος Moody’s, διαψεύδοντας τις προσδοκίες των αναλυτών περί αναβάθμισης του ελληνικού αξιόχρεου την Παρασκευή, κρατώντας έτσι την Ελλάδα τρία σκαλοπάτια μακριά από την κατάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας. Με βάση τις άλλες αξιολογήσεις των οίκων S&P, Fitch και DBRS το ελληνικό αξιόχρεο απέχει δύο κλίμακες.

Στο προηγούμενο ραντεβού του Μαΐου η Moody’s πάλι είχε τηρήσει «σιγή ιχθύος», με αποτέλεσμα να μην έχει αλλάξει βαθμολογία από τον Νοέμβριο του 2020 (Β1). Τον προηγούμενο μήνα και ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης S&P δεν εξέδωσε έκθεση για την ελληνική οικονομία, πατώντας μια «παύση» στο κλίμα των αναβαθμίσεων και παραπέμποντας τις όποιες εξελίξεις στο επόμενο έτος.

Στόχος του οικονομικού επιτελείου είναι η χώρα να επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα έως το 2023, χωρίς να αποκλείεται αυτό να συμβεί το 2022. Οχημα αποτελεί η ισχυρή συσσωρευτική ανάπτυξη που προβλέπεται να αγγίξει το 11,7% στη διετία 2021-2022. Η χώρα στρώνει το έδαφος να απαλλαγεί από την ταμπέλα «junk», την οποία απέκτησε κατά την κρίση του 2010.

Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης αναμένεται να «ανοίξουν τα χαρτιά τους» από το νέο έτος, παρότι – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν έχει επενδυτική βαθμίδα δεν φαίνεται να προκαλεί κάποιο πρακτικό ζήτημα, καθώς οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα χάρη στην ισχυρή στήριξη που προσφέρει η ΕΚΤ. Η κεντρική τράπεζα συμπεριέλαβε τη χώρα μας στο έκτακτο πρόγραμμα PEPP – κόντρα στους κανόνες να αγοράζει ομόλογα άνευ επενδυτικής βαθμίδας – μέχρι τον ερχόμενο Μάρτιο, οπότε και ολοκληρώνεται το PEPP.

Οικονομικοί αναλυτές πάντως εκτιμούν ότι έως ότου η Ελλάδα εξασφαλίσει επενδυτική βαθμίδα η ΕΚΤ θα μεταφέρει μέρος της ευελιξίας του PEPP στο βασικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων και θα εντάξει τους ελληνικούς τίτλους. Μηνύματα προς αυτή την κατεύθυνση έχουν δώσει μέλη της ΕΚΤ, όπως και ο έλληνας κεντρικός τραπεζίτης Γιάννης Στουρνάρας. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος έχει μάλιστα εκφράσει την πιθανότητα ότι μέχρι του χρόνου η χώρα θα έχει αποκτήσει την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, τη στιγμή που η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δηλώνει πως οι συζητήσεις για το μέλλον του προγράμματος θα γίνουν τον Δεκέμβριο. Πληροφορίες αναφέρουν ότι τραπεζικοί κύκλοι προτρέπουν να «διαφημιστούν» στις διεθνείς αγορές πολύ πιο δυναμικά τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας και οι ρυθμοί ανάπτυξης που εμφανίζει μετά την επανεκκίνηση της οικονομίας, προκειμένου να διευκολυνθεί η προσπάθεια απόκτησης επενδυτικής βαθμίδας.

Ανεβαίνει ο πήχης

Στο μεταξύ, αρκετοί οίκοι έχουν αναβαθμίσει ήδη την ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα, ο οίκος S&P έχει αναβαθμίσει τη χώρα στο BB, ενώ στην ίδια κλίμακα ΒΒ είναι η αξιολόγηση του οίκου Fitch. Επιπροσθέτως, ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar ανέβασε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά ένα σκαλοπάτι, σε ΒΒ από ΒΒ (Low), με θετικές προοπτικές, ενώ και η Scope Ratings  έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία (ΒΒ+ από ΒΒ). Η αξιολόγηση της Moody’s διατηρείται χαμηλότερα, στο Ba3, με σταθερές προοπτικές.

Να σημειωθεί πάντως ότι λίγες ώρες πριν από την ετυμηγορία της Παρασκευής η Moody’s εξέδωσε έκθεση εκτιμώντας πως η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει ανάπτυξη 4,3% το 2022, ενώ το ελληνικό χρέος θα μειωθεί στο 191% του ΑΕΠ, με τη μείωση να είναι η μεγαλύτερη από όλες τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Οι επόμενες κινήσεις των οίκων θα εξαρτηθούν από την πορεία της υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης και ως εκ τούτου από τη δημοσιονομική επίτευξη των στόχων. Σημειώνεται ότι η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για το 2022 δείχνει ανάπτυξη 4,3% και χρέος κάτω του 200% του ΑΕΠ και επιστροφή σε ρεαλιστικά πλεονάσματα από το 2023.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Macro
Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»
Macro |

Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM μιλάει για τις τρεις μεγάλες μελλοντικές προκλήσεις, την πρόοδο της Ελλάδας, τα ανησυχητικά σημάδια και την ανάγκη προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων