Ο Μάρτιος φαίνεται όπως όλα δείχνουν ότι θα είναι ένας από τους σημαντικότερους μήνες των τελευταίων ετών για τις κεντρικές τράπεζες και ιδιαίτερα την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Στις 16 Μαρτίου ο πρόεδρος της FED Τζερόμ Πάουελ αναμένεται να ανακοινώσει σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αγορών την πρώτη αύξηση των επιτοκίων μετά την πανδημία, με τον πληθωρισμό να τρέχει στη χώρα με 7,5%. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 10 Μαρτίου, τα μάτια όλων θα είναι επίσης στραμμένα στη συνεδρίαση της ΕΚΤ. Πολλά θα εξαρτηθούν και από τις εξελίξεις στην Ουκρανία καθώς μια επιδείνωση των σχέσεων με τη Ρωσία θα οδηγήσει σε νέο άλμα τις τιμές της ενέργειας, την κινητήρια δύναμη του πληθωρισμού, ενώ τυχόν ομαλοποίηση αναμένεται να λειτουργήσει πιο σταθεροποιητικά για τις τιμές.

Σε κάθε περίπτωση, στο διπλό γυάλινο πύργο της ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη πληθαίνουν όπως φαίνεται οι ανησυχίες για την πορεία του πληθωρισμού που έχει ήδη σκαρφαλώσει στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 13 ετών. Η χωρίς προηγούμενο αύξηση του πληθωρισμού στο 5,1% στην ευρωζώνη για τον Ιανουάριο σε ετήσια βάση φαίνεται ότι έχει εκπλήξει πολλούς, με αποτέλεσμα να αρχίζουν να εμφανίζονται περισσότερα «γεράκια» που θα επιθυμούσαν ή που αρχίζουν να σκέφτονται αυξήσεις επιτοκίων. Μάλιστα στις αγορές πληθαίνουν όλο και περισσότερο οι επικρίσεις προς την ΕΚΤ για τα σήματα που στέλνει, καθώς δεν είναι λίγοι οι αναλυτές και οικονομολόγοι που πιστεύουν πως η κεντρική τράπεζα έχει καθυστερήσει στο να σηματοδοτήσει αλλαγή πλεύσης.

Επισήμως ο πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δεν φαίνεται να δίνει σήμα –προς το παρόν τουλάχιστον- να ακολουθήσει φέτος το παράδειγμα του ομολόγου της στη FED, Τζερόμ Πάουελ, προχωρώντας σε μεταβολή των επιτοκίων, παρά το ότι προχωρά το πρόγραμμα μείωσης των μηνιαίων αγορών ομολόγων.

Στην προηγούμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ οι υπέρμαχοι μιας πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής ζήτησαν μια πιο σαφή παρουσίαση σχεδίων για τερματισμό των αγορών ομολόγων με πιο γοργούς ρυθμούς, αντί για μείωση των αγορών αυτών σταδιακά. Τα «γεράκια» αυτά όμως φέρεται να συμφώνησαν τελικά να περιμένουν μέχρι την επόμενη συνεδρίαση πολιτικής της ΕΚΤ τον Μάρτιο, όταν και είναι πιθανό η κεντρική τράπεζα να αυξήσει την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό πάνω από το 2% για τα επόμενα δύο χρόνια – εκπληρώνοντας μια βασική προϋπόθεση για να αυξήσει τελικά τα επιτόκια, σημειώνουν πηγές των Φαινάνσιαλ Τάιμς. Ένας από αυτούς που ζητούσαν να ανακοινωθεί πιο γρήγορα μια αλλαγή πολιτικής φέρεται ότι ήταν ο Γιοαχίμ Νάγκελ, ο νέος πρόεδρος της Bundesbank, καθώς και ο συνάδελφός του στην κεντρική τράπεζα της Ολλανδίας Κλάας Κνοτ.

Οι προκλήσεις για τη Λαγκάρντ και για τον επικεφαλής Οικονομολόγο της ΕΚΤ, τον ιρλανδό Φϊλιπ Λέιν, είναι αυξημένες. Ολοένα και αυξανόμενος αριθμός μελών του συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αρχίζει να ανησυχεί για το κατά πόσο πέφτουν μέσα οι τρέχουσες προβλέψεις της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό, ενισχύοντας το ενδεχόμενο για πιθανή στροφή προς την αύξηση των επιτοκίων αργότερα φέτος, σύμφωνα με αξιωματούχους που μίλησαν στο Bloomberg.

Ενώ ο Λέιν εξακολουθεί να υπερασπίζεται σθεναρά τις υπάρχουσες πιο μετριοπαθείς προβλέψεις της ΕΚΤ, αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της κεντρικής τράπεζας που βλέπουν τις εξελίξεις και τις χώρες τους προειδοποιούν να μην εξαρτάται η ΕΚΤ υπερβολικά στις προβλέψεις αυτές. Λένε ότι πολλά μπορούν να συμβούν σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο, αβέβαιο περιβάλλον όπου η πρόσφατη εξέλιξη των αυξήσεων των τιμών έχει προκαλέσει αλλαγές τις προσδοκίες. Τέτοιες αμφιβολίες για τη διαδικασία πρόβλεψης της πορείας του πληθωρισμού προέκυψαν για αρκετούς κεντρικούς τραπεζίτες της ευρωζώνης και έκαναν τελικά τη Λαγκάρντ να αλλάξει ελαφρά τον τόνο της ώστε να δείξει πως υπάρχει πλέον μεγαλύτερη ανησυχία στην κεντρική τράπεζα, είπα πηγές στο Bloomberg.

Σημαντικός ο Μάρτιος και για την Ελλάδα

Η επερχόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ είναι πολύ σημαντική και για την Ελλάδα καθώς εάν δεν υπάρξουν μεγάλες εκπλήξεις αναμένεται να δοθεί σήμα για συνέχιση της στήριξης των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Στη συνάντηση του Ιανουαρίου η κεντρική τράπεζα εξακολούθησε να δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στη χώρα μας δημιουργώντας τις προοπτικές για να συνεχιστούν οι αγορές των ελληνικών κρατικών ομολόγων και μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος (ΡΕΡΡ).

Σύμφωνα με την τότε ανακοίνωση της ΕΚΤ, «στην περίπτωση νέου κατακερματισμού στις αγορές που σχετίζεται με την πανδημία, οι επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP μπορούν ανά πάσα στιγμή να προσαρμοστούν με ευελιξία ως προς τον χρόνο, τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού και τις χώρες. Η ευελιξία αυτή θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει την αγορά ομολόγων που εκδίδει η Ελληνική Δημοκρατία επιπλέον της αξίας των ομολόγων που επανεπενδύεται στη λήξη τους, προκειμένου να αποφευχθεί η διακοπή των αγορών στη συγκεκριμένη χώρα, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής προς την ελληνική οικονομία, ενώ αυτή εξακολουθεί να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP θα μπορούσαν να ξεκινήσουν εκ νέου, εφόσον κριθεί αναγκαίο, για την αντιμετώπιση αρνητικών διαταραχών που σχετίζονται με την πανδημία».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή