Δεν το γνώριζαν όταν μπήκαν στο ΝΒΑ, αλλά ο Λούκα Ντόντσιτς και ο Τράε Γιανγκ έτυχε να μπουν στο πρωτάθλημα σε μία περίεργη φάση για την εξέλιξη του μπάσκετ.

Στην πρώτη τους σεζόν, το 2019, οι επιθέσεις έσπασαν κάθε ρεκόρ αποτελεσματικότητας. Αυτό, όμως, δεν κράτησε πολύ. Το ρεκόρ, αυτό, έσπασε την επόμενη σεζόν και την αμέσως επόμενη «ισοπεδώθηκε». Οι αριθμοί έδειξαν ότι οι μπασκετμπολίστες δεν υπήρξαν ποτέ στο παρελθόν τόσο αποτελεσματικοί.

Ωστόσο, η εποχή των υψηλών αποδόσεων, ίσως, να έχει τελειώσει. Οι δύο πρώτες εβδομάδες αυτής της σεζόν στο ΝΒΑ είχαν μία απροσδόκητη εξέλιξη: τη μεγαλύτερη μείωση των επιθέσεων που έχει δει ποτέ το πρωτάθλημα, σε ετήσια βάση. Βάσει στατιστικών, τα σκορ έχουν πέσει, καθώς η αποτελεσματικότητα έχει, επίσης, μειωθεί  περισσότερο από 5%, σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν, κάτι αντίστοιχο με τη διόρθωση της αγοράς μετά από πολλά χρόνια «μπασκετμπολίστικου» πληθωρισμού.

Ορισμένες πιθανές εξηγήσεις είναι προφανείς. Άλλες είναι περίεργες και μυστηριώδεις. Εντούτοις, τα σουτ έχουν μειωθεί σημαντικά, οι προσπάθειες ελεύθερων βολών και τα ποσοστά έχουν, επίσης, μειωθεί και τα «τρελά φάουλ» που ανταμείβουν τους πιο κακούς σκόρερ του παιχνιδιού έχουν, ουσιαστικά, εξαφανιστεί.

Η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ επίθεσης και άμυνας δεν έχει φτάσει ξανά στο επίπεδο αυτό, από το 2015, ακριβώς πριν από τη μεγάλη επανάσταση των τριπόντων, καθώς η επιθετική απόδοση, φέτος, βρίσκεται πιο κοντά στο σημείο που βρισκόταν την προηγούμενη δεκαετία. Αυτό που δεν περιμέναμε από αυτή την αλλαγή είναι το πώς νιώθει η συντριπτική πλειονότητα των παικτών του NBA για τις αλλαγές: Φαίνεται να τις εκτιμούν. «Είναι προφανώς πολύ καλύτερο να το βλέπεις», είπε ο αστέρας των Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς, Στέφεν Κάρι.

Το ερώτημα για το εάν αυτή η επιστροφή στην αγνότητα του μπάσκετ θα διαρκέσει στον χρόνο, όπως και η προσπάθεια να καταλάβουμε εάν οι Νιου Γιορκ Νικς είναι καλοί, είναι αυτά που κάνουν τη στιγμή αυτή του μπάσκετ τόσο πολύπλοκη. Οι παίκτες θα προσαρμοστούν. Οι διαιτητές θα προσαρμοστούν. Τα ποσοστά θα υποχωρήσουν. Και το να στοιχηματίζουμε ενάντια στην επίθεση, στο σύγχρονο ΝΒΑ, μοιάζει ανόητο.

Ωστόσο, ένα περίεργο πράγμα για τη σεζόν των 82 αγώνων είναι ότι δεν χρειάζεται πολύς χρόνος για να δημιουργηθούν τάσεις στο πρωτάθλημα. Υπάρχουν ορισμένες μετρήσεις που καθίστανται, σχεδόν αμέσως, αξιόπιστες. Το offensive rating μίας ομάδας ή το πόσους πόντους σκοράρει ανά 100 κατοχές, συνήθως αυξάνονται καθώς προχωρά η σεζόν. Πότε λοιπόν μπορείτε να δείξετε εμπιστοσύνη στα στοιχεία αυτά; Μετά από περίπου 13 παιχνίδια τα στατιστικά αυτά στοιχεία σταθεροποιούνται, σύμφωνα με το Nylon Calculus, και οι περισσότερες ομάδες βρίσκονται κάπου στη μέση.

Τη σεζόν αυτή, αυτά που επηρεάζουν τις επιθέσεις στο ΝΒΑ είναι τα ίδια φαινόμενα που διαμορφώνουν κάθε επιχείρηση: κανόνες, τεχνολογικές αλλαγές και ιδιορρυθμίες της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Πρώτα από όλα, οι άνθρωποι. Οι επιθέσεις στο NBA, πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, ήταν πολύ κοντά στο να επιτύχουν τις καλύτερες επιδόσεις τους, σημειώνοντας ρεκόρ επιθέσεων το 2017, το 2019 και το 2020, καθώς οι ομάδες αγκάλιασαν τη μαθηματικά βέλτιστη κατανομή των βολών: πολλά καρφώματα και τρίποντα, και λίγα ενδιάμεσα.

Ωστόσο, τα αστεία νούμερα της περασμένης σεζόν δεν συσχετίζονταν με κάποια ξαφνική βελτίωση στα γήπεδα, αλλά με τη δραματική αλλαγή του σκηνικού στα γήπεδα. Χωρίς την παρουσία φιλάθλων για το μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, οι παίκτες είχαν την πολυτέλεια να κάνουν σουτ σε «άψυχα» και σταθερά σκηνικά. To γεγονός αυτό προκάλεσε έναν συνδυασμό έντασης και αποτελεσματικότητας που αψηφούσε τους νόμους της  φύσης του μπάσκετ.

Για 10η συνεχόμενη χρονιά, οι ομάδες του ΝΒΑ σκόραραν περισσότερα τρίποντα από την προηγούμενη χρονιά, ενώ, πέτυχαν, επίσης, και ποσοστό ρεκόρ.

Παρόλο που βάζουν ακόμη περισσότερα τρίποντα αυτή τη σεζόν, το παράδοξο είναι ότι το ποσοστό τους είναι χαμηλότερο. Το ποσοστό ακρίβειας του πρωταθλήματος στο 34% δεν αποτελεί απλώς μείωση από την προηγούμενη σεζόν (36,7%) ή και την σεζόν πριν από αυτή(35,8%). Με αυτόν τον ρυθμό θα είναι η χειρότερη επίδοση σουτ εδώ και περισσότερο από 20 χρόνια.

Ωστόσο, εάν οι επιστήμονες αποφάσιζαν να μελετήσουν την επίδραση της πανδημίας στο επαγγελματικό μπάσκετ, πιθανότατα θα ξεκινούσαν με μία ερώτηση όπως αυτή: Είναι οι παίκτες πιο εύστοχοι, όταν δεν έχουν δεκάδες χιλιάδες φιλάθλους, που με τις φωνές τους, τούς αποσυντονίζουν κάνοντάς τους να χάσουν; Όπως φαίνεται, ναι.

Εύστοχη θεωρείται η σύγκριση των ποσοστών ελεύθερων βολών του ΝΒΑ σε άδεια και γεμάτα γήπεδα, καθώς οι βολές φάουλ θα ήταν αυτές που θα χρησιμοποιούσαν και οι ερευνητές για τη σύγκριση αυτή, με τα αποτελέσματα του εν λόγω πειράματος να είναι αξιοσημείωτα. Την προηγούμενη δεκαετία, οι βολές φάουλ των ομάδων ΝΒΑ έφτασαν το 76,1%. Την περασμένη σεζόν, με λιγότερους περισπασμούς, τα σουτ τους έφτασαν το 77,8%. Αυτό ήταν και το υψηλότερο ποσοστό ελεύθερων βολών στην ιστορία του πρωταθλήματος.

Φαίνεται μόνο σαν μία μεγαλύτερη ανωμαλία, σήμερα. Αυτή τη σεζόν, με τους φιλάθλους που επιστρέφουν στα γήπεδα να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να ενοχλήσουν τους παίκτες, το ποσοστό ελεύθερων βολών του πρωταθλήματος έχει υποχωρήσει στο 76,4%. Αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό τα τελευταία έξι έτη – έχει καταστεί σαφές ότι οι σημερινοί παίκτες είναι οι καλύτεροι στις ελεύθερες βολές – και η μεγαλύτερη μείωση που έχει σημειωθεί εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες.

Αυτό έχει σημασία γιατί οι παίκτες του ΝΒΑ φτάνουν στη γραμμή των ελεύθερων βολών λιγότερο από ποτέ, τώρα που το πρωτάθλημα δεν ανταμείβει, πλέον, τις «μη μπασκετικές κινήσεις» που έχουν ως σκοπό το να κερδίζουν φάουλ.

Αυτή η απάντηση στις επιθέσεις που προέρχεται από τη μη φυσιολογική αμυντική συμπεριφορά στα γήπεδα μπορεί, επίσης, να αποκαλείται “The James Harden Rule”. Ήταν δεξιοτέχνης στο να βρίσκει τα κατάλληλα κενά στους κανόνες και να τα εκμεταλλεύεται προς όφελός του- ο Χάρντεν, εάν δούλευε στη Γουόλ Στριτ, θα ήταν δισεκατομμυριούχος επενδυτής – και αυτοί οι νέοι κανόνες του μείωσαν το κίνητρο για να σουτάρει ελεύθερες βολές.

Λειτουργεί. Οι διαιτητές «καταπίνουν» τα σφυρίγματα τους και φαίνεται να επιτρέπουν περισσότερες επαφές, καθώς όλοι στο γήπεδο έχουν συνηθίσει τους νέους κανόνες. Και δεν είναι μόνο ο Χάρντεν που παλεύει να φτάσει στη γραμμή. Το ποσοστό ελεύθερων βολών σε όλο το πρωτάθλημα είναι ιστορικά χαμηλό.

«Είχα σταματήσει να παρακολουθώ το ΝΒΑ, για λίγο, επειδή οι παίκτες εξαπατούσαν το παιχνίδι, για να σουτάρουν ελεύθερες βολές», είπε ο επιθετικός των Γουόριορς, Ντρέιμοντ Γκριν. «Κανείς δεν θέλει να παρακολουθήσει και, πόσω μάλλον, να παίξει σε ένα τέτοιο παιχνίδι».

Η τελευταία πιθανή θεωρία για τη ξαφνική αυτή μείωση είναι αυτή που είναι γνωστή σε κάθε κλάδο που υφίσταται σοκ: η τεχνολογική επανάσταση. Κάθε παίκτης στο ΝΒΑ πέρασε όλη του την καριέρα ρίχνοντας σουτ με τον ίδιο τύπο μπάλας έως ότου οι μπάλες Spalding αντικαταστάθηκαν από τις Wilson, αυτή τη σεζόν, και εκατοντάδες επαγγελματίες με συγκεκριμένες προτιμήσεις προσπαθούν να συνηθίσουν τις ελάχιστα αντιληπτές διαφορές αυτού του νέου προϊόντος.

Δεν έχουν παραπονεθεί ακόμα. Τις έχουν, όμως, παρατηρήσει. Ο σταρ των Λος Άντζελες Κλίπερς, Πολ Τζορτζ, πέτυχε σχεδόν το ίδιο ποσοστό τρίποντων, φέτος, με τα δύο τελευταία χρόνια, γεγονός που τον κάνει να παραδεχτεί κάτι που μπορεί να ακούγεται σαν δικαιολογία, εάν το έλεγε κάποιος άλλος. Επιβεβαίωσε ότι η μπάλα δεν έχει την ίδια αίσθηση – και προέβλεψε ότι ούτε τα αποτελέσματα θα είναι τα ίδια.

«Θα δούμε τι θα συμβεί φέτος», είπε ο ίδιος.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα