Με όχημα τις προοπτικές για ισχυρή ανάκαμψη (11,7% στη διετία 2021-2022), το κυβερνητικό επιτελείο προετοιμάζεται για την άντληση ρευστότητας από τις διεθνείς αγορές τη νέα χρονιά με ανταγωνιστικούς όρους. Εχοντας ως «προίκα» την πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τα ελληνικά ομόλογα, η χώρα μας σχεδιάζει να δανειστεί 10-12 δισ. ευρώ το 2022 από τις αγορές με την έκδοση βραχυπρόθεσμων και μακροχρόνιων ομολόγων, ενώ στα… σκαριά βρίσκεται και η παρθενική έκδοση πράσινου ομολόγου μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2022.

Η αρχή σύμφωνα με τους αναλυτές θα γίνει τον Ιανουάριο της νέας χρονιάς με την έκδοση νέου 10ετούς ομολόγου που θα στοχεύει στην άντληση 3,5 δισ. ευρώ, θα ακολουθήσει νέο 5ετές ομόλογο τον Μάρτιο για την άντληση 1,5 δισ. ευρώ και το πρώτο τρίμηνο θα ολοκληρωθεί με το re-opening του 30ετούς ομολόγου για την άντληση 1 δισ. ευρώ.

Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια του 2021 η Ελλάδα άντλησε 15,5 δισ. ευρώ από τις αγορές και μέσω του private placement του 30ετούς ομολόγου, ενώ μέσω του προγράμματος PEPP, στο οποίο κατ’ εξαίρεση συμμετέχουν τα ελληνικά ομόλογα ελλείψει επενδυτικής βαθμίδας, η ΕΚΤ έχει ήδη αγοράσει τίτλους ύψους 35 δισ. ευρώ.

Να σημειωθεί ότι τα σχετικά υψηλά ταμειακά διαθέσιμα (άνω των 32 δισ. ευρώ) και ο φθηνός δανεισμός βοηθούν – πέραν από το μαξιλάρι για τη διαχείριση της πανδημίας και άλλων κρίσεων – και στον σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών για την πρόωρη αποπληρωμή δανείων του πρώτου Μνημονίου – ΔΝΤ (περί τα 7 δισ. ευρώ) και ταυτόχρονα να εφαρμοστεί αποτελεσματικά το σχέδιο για σταδιακή επιστροφή σε πλεονάσματα.

Η εξασφάλιση ρευστότητας με ανταγωνιστικούς όρους είναι προϋπόθεση για να συντηρηθεί η δυναμική ανάκαμψη που καταγράφει  η ελληνική οικονομία, και η οποία αποτυπώνεται στους δείκτες της στατιστικής υπηρεσίες και αναγνωρίζεται από τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οίκους. Η χώρα μας έχει σκοπό να αποβάλει την ταμπέλα «junk» που απέκτησε μετά την οικονομική κρίση του 2010.

Επενδυτική βαθμίδα. Αυτό εκτιμάται ότι θα είχε συμβεί ήδη αν δεν ξεσπούσε η πανδημία το 2020 και οι πρωτοφανείς «παρενέργειες» στην οικονομική δραστηριότητα σε παγκόσμιο επίπεδο. Πλέον, βασικός στόχος του υπουργείου Οικονομικών είναι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στο πρώτο μισό του 2023, με την απόφαση της ΕΚΤ να δίνει σήμα για επίτευξη του παραπάνω στόχου νωρίτερα, ίσως και στα τέλη του 2022. Στην προσπάθεια αυτή, αναμένεται να συμβάλει και η αξιολόγηση των διεθνών οίκων για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της φετινής χρονιάς, η S&P αναβάθμισε την Ελλάδα στο BB, ενώ στην ίδια κλίμακα ΒΒ τοποθέτησε την αξιολόγησή του και ο οίκος Fitch. Χαμηλότερη είναι η αξιολόγηση του Moody’s, στο Ba3, με σταθερές προοπτικές, ενώ η DBRS Morningstar προχώρησε στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά ένα σκαλοπάτι σε ΒΒ από ΒΒ (Low), με θετικές προοπτικές. Νωρίτερα, η Scope Ratings (ΒΒ+ από ΒΒ) έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και προχώρησε με τη σειρά της σε αναβάθμιση.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Macro
Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»
Macro |

Ρολφ Στράουχ: «Πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης»

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM μιλάει για τις τρεις μεγάλες μελλοντικές προκλήσεις, την πρόοδο της Ελλάδας, τα ανησυχητικά σημάδια και την ανάγκη προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων