Αρκετά πιθανό θεωρείται πλέον το σενάριο επιβάρυνσης του κόστους χρηματοδότησης των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων μέσα στο 2022, λόγω της αναμενόμενης από την πλειονότητα των αναλυτών αύξησης των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Οι πρόσφατες δηλώσεις της επικεφαλής της Ευρωτράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία για πρώτη φορά δεν απέκλεισε κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ερμηνεύονται ως πρόθεση της Φρανκφούρτης να προχωρήσει σε σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής τους τελευταίους μήνες της εφετινής χρονιάς.

Όπως επισημαίνουν μιλώντας στον «ΟΤ» τραπεζικές πηγές, διαφαίνεται ότι ο πληθωρισμός θα ακολουθήσει μία αρκετά αργή αποκλιμάκωση.

Διαβάστε επίσης – Σε νέα στεγαστικά δάνεια 100 εκατ. ευρώ το μήνα στοχεύουν οι τράπεζες το 2022 

«Το 2022 θα έχει δύο ημίχρονα. Ένα στο πρώτο εξάμηνο κατά τη διάρκεια του οποίου ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα παραμείνει άνω του 5%, και ένα στο δεύτερο μισό, που θα αρχίσει να μειώνεται από μήνα σε μήνα».

Μάλιστα, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, ο πληθωρισμός είναι πολύ πιθανό να υποχωρήσει το Δεκέμβριο ακόμη και κάτω του 1%. Ωστόσο, ο μέσος όρος για το σύνολο του έτους εκτιμάται πως θα κινηθεί γύρω από το 4%.

Διαβάστε επίσης – ΕΚΤ: Η ιδιοκατοίκηση και πώς επηρεάζει τον πληθωρισμό και την αύξηση των επιτοκίων

Σημειώνουν δε πως «πρόκειται για νούμερα που θα οδηγήσουν κατά τη φαινόμενα την ΕΚΤ σε δύο αυξήσεις του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων εντός του 2022, κατά 25 μονάδες βάσης η κάθε μία. Η πρώτη το Σεπτέμβριο και η δεύτερη το Δεκέμβριο. Αυτό σημαίνει ότι στο τέλος του έτους θα επανέλθει στο 0% για πρώτη φορά από τον Ιούνιο του 2014».

Η επίπτωση στα ελληνικά δάνεια

Από τις μεταβολές αυτές το κόστος χρήματος για τους εγχώριους δανειολήπτες αναπόφευκτα θα αυξηθεί σε αρκετές περιπτώσεις.

Γενικός διευθυντής λιανικής τραπεζικής συστημικού ομίλου, εκτιμά ότι σε ένα χρόνο από σήμερα τα επιτόκια των δανείων στην Ελλάδα θα είναι κατά μέσο αυξημένα κατά 50 μονάδες βάσης (0,5%).

Η άνοδος αυτή θα αφορά τόσο παλαιές, όσο και νέες χορηγήσεις. Συγκεκριμένα:

Υφιστάμενες χορηγήσεις

Όσα δάνεια είναι συνδεδεμένα με τα διατραπεζικά επιτόκια euribor θα επηρεαστούν.

Στα προγράμματα όμως που προβλέπεται ότι το επιτόκιο διαμορφώνεται στο 0% όταν ο συνδεδεμένος διατραπεζικός δείκτης είναι αρνητικός, μέχρι να περάσει σε θετικό έδαφος το euribor, δεν θα υπάρξει καμία μεταβολή στις δόσεις.

Το ίδιο ισχύει και για τα δάνεια σταθερού επιτοκίου που δεν επηρεάζονται φυσικά από τις συνθήκες που επικρατούν στις αγορές, καθόλη τη διάρκειά τους.

Νέες χρηματοδοτήσεις

Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι εφόσον επαληθευτεί το σενάριο αύξησης των ευρωπαϊκών επιτοκίων, θα επηρεαστούν και τα επιτόκια στα νέα δάνεια.

Ειδικότερα, οι τράπεζες είναι πολύ πιθανό να αναθεωρήσουν προς τα πάνω τα κυμαινόμενα επιτόκια, αυξάνοντας τα spreads. Ακόμη όμως και στις περιπτώσεις που δεν το πράξουν θα καταγραφεί αύξηση μέσω των επιτοκίων euribor.

Το ίδιο είναι πιθανό να γίνει και στα προγράμματα σταθερού επιτοκίου σε όλες τις κατηγορίες πίστης.

Ως εκ τούτου, η τρέχουσα συγκυρία ίσως να αποδειχθεί εξαιρετικά συμφέρουσα για την δανειοδότηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, μέσω προγραμμάτων σταθερών δόσεων, όπου αυτό είναι δυνατό.

Αναμφίβολα, οι μεγαλύτερες προσφορές αυτή τη στιγμή εντοπίζονται στη στεγαστική πίστη, μέσω της οποίας μπορεί κάποιος να κλειδώσει ακόμη και για 30 χρόνια τη μηνιαία του δόση, με επιτόκια που κινούνται στη ζώνη του 3% – 4%.

Πραγματική ευκαιρία όμως αποτελεί και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς μία επιχείρηση μπορεί να κλειδώσει το ετησιοποιημένο κόστος για τη ρευστότητα που αντλεί, ακόμη και στο 0,35% για όλη την περίοδο υλοποίησης της επένδυσής της.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία
Η Πορεία της Ελληνικής Κτηματαγοράς και οι Επενδυτικές Προκλήσεις στις Συναλλαγές Ακινήτων
Ακίνητα |

Η Πορεία της Ελληνικής Κτηματαγοράς και οι Επενδυτικές Προκλήσεις στις Συναλλαγές Ακινήτων

Παρά τις σύγχρονες επενδυτικές προκλήσεις (ενδεικτικά αύξηση κατασκευαστικού κόστους, αύξηση επιτοκίων, πράσινη μετάβαση), η  διατήρηση του θετικού ρυθμού ανάπτυξης καθιστά αναγκαία τη σταθερότητα του νομοθετικού και εν γένει επενδυτικού πλαισίου