Πανευρωπαϊκά οι τάσεις (trends) των ημερών στο ενεργειακό μέτωπο είναι δύο. Η μία αφορά τις ανακοινώσεις μείωσης του κόστους στην αντλία των καυσίμων, στις οποίες προχωρούν η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες.

Και η δεύτερη, τις ανακοινώσεις πολλών χωρών που κάνουν γνωστά τα σχέδιά τους για την προσωρινή επαναλειτουργία των λιγνιτικών τους μονάδων.

Στην πρώτη τάση πρωταγωνιστεί η προεκλογική Γαλλία, με τον Μακρόν για να μη χάνει χρόνο με τυπικότητες και ευρωπαϊκούς κανόνες ανταγωνισμού, δίνοντας οριζόντια σε όλους τους Γάλλους που θα αγοράσουν καύσιμα 15 λεπτά το λίτρο.

Στην δεύτερη τάση, πρωταγωνιστεί η Γερμανία, η οποία δεσμευμένη από την αλλοπρόσαλλη πολιτική Μέρκελ στον ενεργειακό τομέα, με το πρόωρο κλείσιμο των πυρηνικών της εργοστασίων, ξεκινάει τις διαδικασίες επαναλειτουργίας των ηλεκτροπαραγωγικών της μονάδων άνθρακα.

Καμία από τις δύο δεν έχει χαρακτηριστικά συνεκτικής ενεργειακής πολιτικής. Η μεν Γαλλία δίνει μερικά δισεκατομμύρια ίσα να ξεπεράσει τον «σκόπελο» των εκλογών. Η δε Γερμανία επαναφέρει τις ρυπογόνες μονάδες άνθρακα, ίσα να βγει και ο επόμενος χειμώνας.

Η πολιτική πίεση είναι ωστόσο κοινή σε όλους. Παρά την υποχώρηση των τιμών της ενέργειας την τελευταία εβδομάδα και τις διαβεβαιώσεις περί επάρκειας, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες βρίσκονται σε μια παραζάλη, από την απότομη αλλαγή σκηνικού σε βασικά αγαθά, όπως η πρόσβαση στα ενεργειακά προϊόντα.
Στην ίδια και χειρότερη παραζάλη βρίσκεται και η ελληνική κοινωνία. Από τη μια βομβαρδίζεται με «εύκολες» υποσχέσεις, περί ανάγκη μείωσης οριζόντια για όλους των φόρων στα καύσιμα. Και από την άλλη αναβιώνουν από τα «σκονισμένα χρονοντούλαπα» οι θαυμαστές του λιγνίτη.

Ως εκ τούτου και για λόγους προσγείωσης των πρώτων ήταν σημαντική η σοβαρή φωνή του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, που τάχθηκε κατά της οριζόντιας μείωσης των φόρων στα καύσιμα. Ελάφρυνση του βάρους χρειάζεται αλλά μόνο προσεκτικά και στοχευμένα, όπως το έκανε η κυβέρνηση. Το αντίθετο κρύβει κινδύνους, να κυριαρχήσει ο πειρασμός του «λεφτά υπάρχουν». Και αυτά συνήθως τα πληρώνουμε μετά τις εκλογές.

Το ίδιο σημαντικό όμως είναι να εξηγηθεί τώρα, με σοβαρό και συγκροτημένο τρόπο, τι θα κάνουμε με την επάρκεια ηλεκτρικής ενέργειας και τις τιμές μέχρι να αποκατασταθεί η κατάσταση στην αγορά. Προφανώς οι επιδοτήσεις δεν μπορούν να εφαρμόζονται για πάντα. Αλλωστε τα διαθέσιμα λεφτά δεν επαρκούν για πάντα. Πρέπει όμως να εξηγηθεί με σαφή τρόπο ο προσωρινός ρόλος των λιγνιτικών μονάδων στο ενεργειακό μίγμα σε σχέση με τις μονάδες φυσικού αερίου και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Μόνο τυχαίο δεν ήταν χθες το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός έσπευσε να ανακοινώσει ότι το πρόγραμμα δημιουργίας πολλών νέων αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων θα συνεχιστεί. Και έπρεπε να το κάνει τώρα, που ήταν έτοιμοι να πάρουν το πάνω χέρι οι «εραστές» του λιγνίτη. Το ίδιο κάνουν και όσες χώρες εξετάζουν την προσωρινή επαναλειτουργία μονάδων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με καύσιμο άνθρακα ή λιγνίτη, τονίζοντας παράλληλα ότι η συνέχιση των επενδυτικών προγραμμάτων ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας συνεχίζουν να τρέχουν με ταχύτατους ρυθμούς. Οσο οι ΑΠΕ θα μπαίνουν στο μίγμα του ρεύματος τόσο οι λιγνιτικές και το πανάκριβο ρεύμα που παράγουν θα αποτελεί παρελθόν.

Ηδη οι νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ παράγουν ενέργεια με μόλις 55 ευρώ/ΜWh, δηλαδή 3-4 φορές χαμηλότερα από το κόστος του άνθρακα. Συνολικά το 2021, εξοικονομήθηκαν 2,5 δισ. ευρώ προς όφελος των καταναλωτών από τις ΑΠΕ. Οσες δηλαδή περίπου και οι επιδοτήσεις που έχουν δοθεί τους τελευταίους 6 μήνες…

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion