Μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, το Ηνωμένο Βασίλειο θα έχει αλλάξει τρεις πρωθυπουργούς σε οκτώ εβδομάδες, δύο εκ των οποίων έχουν έρθει στην εξουσία χωρίς γενικές εκλογές. Οι έξι σύντομες εβδομάδες της πρωθυπουργίας της Λιζ Τρας κουρέλιασαν όχι μόνο την οικονομική θέση του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και τη φήμη του για πολιτική σταθερότητα. Κανείς, εκτός από μερικές χιλιάδες κομματικά μέλη, δεν ψήφισε για κάτι τέτοιο. Ακόμη και αυτοί, κατά πάσα πιθανότητα, δεν ψήφισαν υπέρ της καταστροφής της φήμης των Συντηρητικών σε σχέση με τη δημοσιονομική ευθύνη και τη θεσμική διαχείριση. Η προοπτική ενός ακόμη Συντηρητικού πρωθυπουργού που θα επιλεγεί χωρίς γενικές εκλογές αγνοεί όχι μόνο το αυξανόμενο δημοκρατικό έλλειμμα του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και την έλλειψη ικανότητας που επιδεικνύει η αξιοθρήνητη κυβέρνησή του.

Η Τρας δεν είχε άλλη επιλογή από το να παραιτηθεί την Πέμπτη, καθιστώντας την την πρωθυπουργό της Βρετανίας με τη μικρότερη θητεία στην ιστορία. Από τότε που ο καταστροφικός «μίνι» προϋπολογισμός του περασμένου μήνα απελευθέρωσε χάος στην αγορά, κατείχε τον πρωθυπουργικό θώκο αλλά όχι στην εξουσία: όποιο κύρος της είχε απομείνει διαβρώθηκε περαιτέρω με την απομάκρυνση του υπουργού Οικονομικών της, Κουάσι Κουαρτένγκ, και μετά την παραίτηση της υπουργού Εσωτερικών, Σουέλα Μπράβερμαν. Θα ήταν τουλάχιστον αστείο να υποστηρίζει κανείς ότι η Τρας θα μπορούσε να οδηγήσει με επιτυχία το κόμμα της στις επόμενες εκλογές. Ωστόσο, η ιδέα ότι το κόμμα έχει τώρα μια εβδομάδα για να επιλέξει άλλο ηγέτη —και επομένως πρωθυπουργό— είναι παράλογη, ιδιαίτερα όταν ο νέος υπουργός Οικονομικών, Τζέρεμι Χαντ (που ανέλαβε εδώ και έξι ημέρες) πρόκειται να παρουσιάσει μια επειγόντως αναγκαία δημοσιονομική ανακοίνωση στις 31 Οκτωβρίου.

Αυτή η ανακοίνωση θα παρουσιαστεί ακριβώς για να ηρεμήσει τις αγορές που τόσο τρομοκρατήθηκαν από τις μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές ύψους 45 δισεκατομμυρίων λιρών που υποσχέθηκε ο Κουαρτένγκ. Οι περικοπές αυτές προκάλεσαν κρίση ρευστότητας για τα συνταξιοδοτικά ταμεία, και την άνευ προηγουμένου επείγουσα παρέμβαση της Τράπεζας της Αγγλίας και κατέστησαν δυσκολότερη και ακριβότερη την εξασφάλιση ενυπόθηκων δανείων. Αυτή η οικονομική χειροβομβίδα έχει αποξενώσει τη πληθυσμιακή δεξαμενή που στηρίζει το κόμμα και αποτελείται από επιχειρήσεις, νοικοκυριά και δημοσιονομικά συντηρητικούς πολίτες. Ο Χαντ, ο οποίος είπε ότι δεν θα διεκδικήσει την ηγεσία, έχει υποσχεθεί να κάνει ό,τι μπορεί για να αποκαταστήσει τη ζημιά. Αλλά κοιτάζει τρύπα 40 δισεκατομμυρίων λιρών σε εποχή καλπάζοντος πληθωρισμού. Όποιον και να επιλέξει το κόμμα ως αρχηγό θα πρέπει να διατηρήσει τον Χαντ ως υπουργό Οικονομικών ή τουλάχιστον να διατηρήσει το πρόγραμμα που έχει χαράξει.

Αλλά δεν ήταν μόνο ο «μίνι» προϋπολογισμός που έστειλε τα trussonomics, και τελικά την πρωθυπουργία της στον κάλαθο των αχρήστων. Ήταν επίσης ο τρόπος με τον οποίο εκείνη και ο Κουαρτένγκ καταπάτησαν θεσμούς όπως το Γραφείο Υπευθυνότητας για τον Προϋπολογισμό, την Κεντρική Τράπεζα και τη δημόσια διοίκηση, δηλαδή ακριβώς εκείνα τα ιδρύματα που υπάρχουν για να προστατεύουν και να ελέγχουν την κυβέρνηση. Κατά ειρωνικό τρόπο, η «ορθοδοξία» την οποία τόσο πολέμησε φαίνεται να ενισχύθηκε από αυτό το θλιβερό επεισόδιο.

Αν η πρωθυπουργία του Μπόρις Τζόνσον (του οποίου η επιστροφή θα αποτελούσε φάρσα) τελικά έπεσε από την άρνησή του να αποδεχθεί την ευθύνη στην πολιτική σκηνή, η πτώση της διαδόχου του εξασφαλίστηκε με την απόρριψη των θεσμικών ελέγχων και ισορροπιών στο οικονομικό πεδίο. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να εκπλαγεί από το γεγονός ότι οι επενδυτές αντιμετωπίζουν το Ηνωμένο Βασίλειο σαν αναδυόμενη αγορά με χαοτική διακυβέρνηση, εφόσον φαίνεται να λειτουργεί ακριβώς έτσι.

Το κόμμα των Τόρις έχει αποδειχθεί ανίκανο, φραξιονιστικό, περιφρονητικό για το κράτος δικαίου και χωρίς νέες αξιόπιστες οικονομικές ιδέες. Το μόνο πράγμα που ενώνει τους βουλευτές των Συντηρητικών είναι ο φόβος των γενικών εκλογών. Η ανησυχία είναι βάσιμη, δεδομένου ότι η ζημιά που προκάλεσαν οι δύο προηγούμενες κυβερνήσεις αποτυπώνεται έντονα στις δημοσκοπήσεις. Ωστόσο, οι Συντηρητικοί δεν θα πρέπει να μπορούν να συνεχίσουν χωρίς νέα εντολή από τους ψηφοφόρους. Ο βρετανικός λαός, όχι οι βουλευτές ή τα 170.000 μέλη του Συντηρητικού κόμματος, πρέπει τώρα να επιλέξει το πολιτικό του μέλλον.

Πρόσφατα Άρθρα