Ανοίγει ο δρόμος για επενδύσεις δισεκατομμυρίων στην τεχνολογία της δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) στην Ελλάδα. Την περασμένη εβδομάδα δύο μεγάλα projects δέσμευσης άνθρακα, της Motor Oil και του ομίλου ΤΙΤΑΝ, πήραν το «πράσινο φως» ώστε να προχωρήσουν τις διαδικασίες για χρηματοδότηση από το Eu Innovation Fund, ενισχύοντας παράλληλα τις προοπτικές ανάπτυξης του έργου που έχει σχεδιάσει η Energean και προωθείται μέσω του «Ελλάδα 2.0» με στόχο να αξιοποιηθεί ως αποθήκη CO₂ χώρος από υπό εξάντληση πετρελαϊκό κοίτασμα του Πρίνου.

Πώς η παγκόσμια θέρμανση αλλάζει το χρώμα των ωκεανών

Ο Τιτάν και η Motor Oil

Το Ταμείο Καινοτομίας (Innovation Fund) της Ευρωπαϊκής Ένωσης επέλεξε το έργο ΙRIS της Motor Oil, το οποίο αναμένεται να λάβει χρηματοδότηση ύψους 127 εκατ. ευρώ εάν ολοκληρωθεί με επιτυχία η διαδικασία Προετοιμασίας Συμφωνίας Επιχορήγησης. Το project αφορά στη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα από τη μονάδα παραγωγής υδρογόνου του διυλιστηρίου της Motor Oil. Αντιστοίχως το έργο «IFESTOS» του ομίλου ΤΙΤΑΝ προβλέπει την κατασκευή μονάδας δέσμευσης άνθρακα στο εργοστάσιο που λειτουργεί στο Καμάρι Βοιωτίας ώστε να περιορίσει τις επικίνδυνες εκπομπές κατά την παραγωγή τσιμέντου.

Η Energean

Ο άνθρακας που θα δεσμεύεται από τις δύο μονάδες θα μπορούσε να κατευθυνθεί στην αποθήκη CO₂ του Πρίνου η οποία αναμένεται ότι θα είναι έτοιμη στα τέλη του 2025 ή στις αρχές του 2026. Ήδη το έργο γεωλογικής αποθήκευσης CO2 «Prinos CO2» της Energean _ με την υποστήριξη του ΔΕΣΦΑ (Διαχειριστής Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου) που θα αναλάβει τη μεταφορά των εκπομπών CO2 από τα σημεία δέσμευσης, δηλαδή τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις _ βρίσκεται σε διαδικασία ένταξης στα Έργα Κοινού ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος (Projects of Common Interest- PCI’s) καθώς πέρασε με επιτυχία την τεχνική αξιολόγηση, γεγονός που το καθιστά επιλέξιμο για συμπερίληψη στον σχετικό προκαταρκτικό 6ο κατάλογο.

Αρχικά, σύμφωνα με μελέτη που είχε εκπονήσει η εταιρεία Halliburton για λογαριασμό της Energean θα ήταν δυνατό η αποθήκη στον Πρίνο να ξεκινήσει να λειτουργεί με δυναμικότητα αποθήκευσης έως 1 εκατ. τόνους CO₂ ετησίως από τα τέλη του 2025 και να αυξηθεί δύο χρόνια αργότερα στα 2,5 με 3 εκατ. τόνους. Η προοπτική λειτουργίας της αποθήκης στη λεκάνη του Πρίνου, ένα έργο συνολικού προϋπολογισμού 1 δισ. ευρώ, έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον όχι μόνο της εγχώριας βιομηχανίας, αλλά και μονάδων από τα Βαλκάνια και την Ιταλία.

Ο ΔΕΣΦΑ

Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η Διοίκηση του ΔΕΣΦΑ μιλώντας σε δημοσιογράφους την περασμένη Πέμπτη, προτείνεται η ανάπτυξη ενός κεντρικού αγωγού μεταφοράς CO2 και μίας κεντρικής εξαγωγικής εγκατάστασης που θα συγκεντρώνει τους ρύπους των βιομηχανικών μονάδων (CCS Hub) της Αττικής, ένα έργο ύψους 500 εκατ. ευρώ. Έπειτα οι αέριοι ρύποι θα υγροποιούνται, θα αποθηκεύονται προσωρινά σε εγκαταστάσεις στην Ελευσίνα ώστε στη συνέχεια να μεταφέρονται με πλοία στον Πρίνο.

Το «Prinos CO2» προβλέπεται να αποτελέσει τον πρώτο κόμβο αποθήκευσης CO2 σε βιομηχανική εμπορική κλίμακα στη Μεσόγειο και αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση της πορείας ενεργειακής μετάβασης και αποανθρακοποίησης μέρους των ελληνικών βιομηχανικών εκπομπών έως το 2030. Η εγχώρια βιομηχανία εκπέμπει 9 με 12 εκατ. τόνους CO₂ ετησίως (επιπλέον 25 εκατ. τόνους εκπέμπει η ηλεκτροπαραγωγή), με το κόστος των δικαιωμάτων εκπομπής με το οποίο επιβαρύνονται οι βιομηχανικές δραστηριότητες να κυμαίνεται μεταξύ 70 και 100 ευρώ ανά τόνο από τις αρχές του έτους έως σήμερα.

Mytilineos και Helleniq Energy

Ενδιαφέρον για ανάπτυξη τεχνολογιών CCS έχουν εκδηλώσει κι άλλοι εγχώριοι ενεργειακοί όμιλοι όπως η Mytilineos, η HelleniqEnergy (ΕΛΠΕ), ενώ η «Σωληνουργεία Κορίνθου» ήδη κατέχει κορυφαία θέση στις τεχνολογίες CCS και διαθέτει σημαντική εμπειρία σε αγωγούς μεταφοράς CO2 στις ΗΠΑ.

Στις 7 παρεμβάσεις του ΕΣΕΚ η αποθήκευση άνθρακα

Η καινοτομία και οι συστημικές λύσεις στη δέσμευση, χρήση και αποθήκευση άνθρακα ( Carbon Capture and Storage – CCS) για την ενεργειακή μετάβαση της ελληνικής βιομηχανίας (κυρίως τσιμέντο, διύλιση και λιπάσματα) περιλαμβάνονται στις επτά παρεμβάσεις και τεχνολογίες που αποτελούν τον πυρήνα της πρότασης για την αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) μαζί με την ανάπτυξη των ΑΠΕ, της αποθήκευσης ενέργειας, της ενεργειακής αποδοτικότητας, του εξηλεκτρισμού των μεταφορών, του υδρογόνου και των συνθετικών πράσινων καυσίμων.

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στο draft του υπό αναθεωρημένου ΕΣΕΚ «θα απαιτηθεί εθνικό πλάνο και συντονισμός δεδομένης της έλλειψης κλίμακας των τοπικών εταιρειών». Επίσης, πρέπει να προωθηθεί το ρυθμιστικό και κανονιστικό πλαίσιο για τον τομέα που θα προσδιορίζει π.χ. τα τέλη αποθήκευσης, τα έσοδα από τις παραχωρήσεις για το κράτος κλπ. Πάντως, από τον Απρίλιο του 2022 αδειοδοτούσα αρχή για την υπόγεια αποθήκευση είναι η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), η οποία συμμετείχε και στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα Horizon για τη μελέτη των γεωλογικών δεδομένων και την αξιοποίηση περιοχής στα Γρεβενά για την ανάπτυξη υπόγειας αποθήκης.

Η ΕΔΕΥΕΠ

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΔΕΥΕΠ το όφελος που θα αποκομίσει η εγχώρια βιομηχανία, αν προχωρήσει η ανάπτυξη υπόγειων ή και υποθαλάσσιων ταμιευτήρων αποθήκευσης ρύπων CO2, μπορεί να ξεπεράσει σε βάθος ετών τα 6 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, υποσχόμενες περιοχές με μεγάλους γεωλογικούς σχηματισμούς και καταλληλόλητα προσρόφησης CO2 έχουν εντοπιστεί στις περιοχές Πενταλόφου, Επταχωρίου και Τσοτυλίου της Δυτικής Μακεδονίας, σε βάθος μεγαλύτερο των 850 μέτρων, όπως προέκυψε από τις ερευνητικές εργασίες του ευρωπαϊκού προγράμματος «Strategy CCUS», στο οποίο ένας από τους εταίρους ήταν και το Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ). Σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα της ΕΔΕΥΕΠ (2020) κατάλληλοι σχηματισμοί για την αποθήκευση CO2 και φυσικού αερίου (UGS) εντοπίζονται εκτός από τη Μεσοελληνική Αύλακα της Δυτικής Μακεδονίας και στη Λεκάνη Φλώρινας, στη Δυτική Θεσσαλονίκη και στις Βασάλτες Βόλου.

Παράλληλα, σε εξέλιξη βρίσκεται η υλοποίηση του ευρωπαϊκού προγράμματος «Pilot Strategy», με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2026, στο οποίο οι επιστήμονες που συμμετέχουν (και του ΕΚΕΤΑ) θα αξιολογήσουν την προοπτική γεωλογικής αποθήκευσης CO2 σε βαθιούς αλατούχους υδροφόρους ορίζοντες (deep saline aquifers – DSA), που φέρονται να έχουν μεγάλη χωρητικότητα αποθήκευσης CO2.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 2021, οι εγκατεστημένες μονάδες CCS δεσμεύουν περί τους 40 εκατομμύρια τόνους ετησίως. Ωστόσο, για να επιτευχθεί ο κλιματικός στόχος για τη συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας στη Γη κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου έως το 2050, θα πρέπει να δεσμεύονται 5.600 εκατ. τόνοι CO2 ετησίως, δηλαδή από 27 εγκαταστάσεις CCS σήμερα να φτάσουν τις 2.732 έως τα μέσα του αιώνα.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Green