Νοέμβριος και Δεκέμβριος είναι μήνες συζήτησης και ψήφισης του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς, όχι μόνο στην ελληνική βουλή, αλλά και στα κοινοβούλια άλλων χωρών. Στη Γερμανία μάλιστα η συγκεκριμένη διαδικασία ξεκινάει στις αρχές του καλοκαιριού με στόχο την ψήφισή του στις αρχές Δεκεμβρίου.

Και αίφνης στις 15 Νοεμβρίου «σκάει η βόμβα». Το ανώτατο γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης έκρινε ότι ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός του 2021 ύψους 60 δις € και ο οποίος αποτελούσε μέρος του προϋπολογισμού 2024 είναι αντισυνταγματικός. Με λίγα λόγια: «τρύπα» 60 δις €. Για την ακρίβεια: δανεισμός ύψους 60 δις € ο οποίος θα κάλυπτε επενδύσεις έργων κλιματικής προστασίας, αλλά και επιδοτήσεις ψηφιακού μετασχηματισμού της γερμανικής οικονομίας. Και γιατί αυτός ο δανεισμός κρίθηκε αντισυνταγματικός; Και στο κάτω κάτω της γραφής τι μας ενδιαφέρει τι κάνουν εκεί στη Γερμανία και τι σχέση μπορεί να έχει με την Ελλάδα;

Ας γυρίσουμε λοιπόν στο πρόσφατο παρελθόν παραθέτοντας τα γεγονότα χωρίς να εισερχόμαστε στα μονοπάτια της οικονομικής αξιολόγησης, ιδιαίτερα αναφορικά με το ερώτημα δημοσιονομική πειθαρχία ή δημόσιες επενδύσεις. Στις 29 Μαΐου 2009 (σημαδιακή η ημέρα), εν μέσω της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης του 2008/2009, η Γερμανική Βουλή ψηφίζει τον νόμο του «φρένου του χρέους» (Schuldenbremse), ενσωματώνοντάς τον μάλιστα στο Σύνταγμα Τι προβλέπει αυτός ο νόμος; Ο δανεισμός της ομοσπονδιακής κυβέρνησης δεν επιτρέπεται ετησίως να υπερβαίνει το 0,35% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της Γερμανίας. Ωστόσο, προβλέπονται ορισμένες εξαιρέσεις σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως π.χ. οικονομικές κρίσεις ή φυσικές καταστροφές.

Έτσι λοιπόν, ως έκτακτη ανάγκη, είχε προβλεφθεί στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό του 2021 για την αντιμετώπιση της πανδημίας του Covid η ανάληψη νέων δανείων ύψους 60 δις €, τα οποία όμως κατά τη διάρκεια του 2021 τελικά δεν χρειάστηκε να εκταμιευθούν. Η ιδέα όμως της μελλοντικής αξιοποίησης αυτού του ποσού είχε γεννηθεί και η γερμανική βουλή ενέκρινε την ανακατανομή αυτών των δανείων αναδρομικά στις αρχές του 2022. Η αντιπολίτευση αντέδρασε και τον Απρίλιο του 2022 προσέφυγε στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο. Εκκρεμούσης της απόφασης του Δικαστηρίου, η γερμανική κυβέρνηση στο πλαίσιο του προϋπολογισμού 2024 και απολογισμού 2023 προχώρησε στη μετατροπή των δανείων για την αντιμετώπιση του Covid σε νέα δάνεια για την κλιματική προστασία. Όχι όμως ενσωματωμένα στον τακτικό προϋπολογισμό, αλλά σε ένα ειδικό ταμείο για την κλιματική προστασία και ψηφιακό μετασχηματισμό. Με αυτόν τον τρόπο η γερμανική κυβέρνηση θεωρούσε ότι τηρεί το φρένο του χρέους στον τακτικό προϋπολογισμό και ταυτόχρονα θα είχε στη διάθεσή της σε ειδικό ταμείο τα (δανεικά) κονδύλια για τις αναγκαίες επενδύσεις έργων κλιματικής προστασίας.

Αυτά στη Γερμανία. Ας έλθουμε τώρα στην Ελλάδα. Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ανώτατο δημοσιονομικό Δικαστήριο) έκρινε στις 6 Οκτωβρίου με πλειοψηφία 28-3 (μειοψηφία ως προς το χρόνο εκτέλεσης της απόφασης) ότι οι περικοπείσες συντάξεις των συνταξιούχων δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, ακολουθώντας απόφαση του

Μισθοδικείου του 2021. Ποιος είχε προσφύγει στο Ελεγκτικό Συνέδριο; Πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου, πρώην πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Ας αναλογιστούμε λοιπόν τι βλέπουν και τι νοιώθουν οι πολίτες των δύο κρατών. Κατ’ αρχάς πάμε στη Γερμανία χωρίς να υπεισέλθουμε στις λεπτομέρειες της δικαστικής απόφασης, αλλά και στις βαθύτερες νομικοπολιτικοοικονομικές αναλύσεις του σύνθετου θέματος, ιδιαίτερα στην αξιολόγηση του, αμφιλεγόμενης αξίας, φρένου του χρέους. Τι συνέβη λοιπόν; Η εκτελεστική εξουσία έφερε το σχέδιο του προϋπολογισμού προς ψήφιση από τη νομοθετική εξουσία. Η αντιπολίτευση είχε ήδη προσφύγει στη δικαστική εξουσία έχοντας θέσει θέμα αντισυνταγματικότητας. Και η δικαστική εξουσία απεφάνθη πριν τη ψήφιση του προϋπολογισμού ότι η ύπαρξη του συγκεκριμένου ειδικού ταμείου προσκρούει στα άρθρα του Συντάγματος.

Επιστρέφουμε στην Ελλάδα. Τι βλέπει ο πολίτης; Η δικαστική εξουσία μετά από προσφυγή της δικαστικής εξουσίας, δηλαδή τριών πρώην ανωτάτων δικαστικών λειτουργών, αποφασίζει για τη δικαστική εξουσία, στην προκειμένη περίπτωση για τους συνταξιούχους δικαστές, ακολουθώντας απόφαση ειδικού δικαστηρίου της δικαστικής εξουσίας, του Μισθοδικείου. Τι είναι όμως το Μισθοδικείο; Σύμφωνα με τα Άρθρα 88 και 99 του Συντάγματος είναι το ειδικό δικαστήριο το οποίο επιλύει τις υποθέσεις που αφορούν τις αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστών. Από ποιους συγκροτείται; Από τέσσερις δικαστικούς, τρεις δικηγόρους και τρεις τακτικούς καθηγητές της Νομικής Σχολής.

Και στις δύο χώρες ανώτατοι δικαστές αποφάσισαν βάσει του ισχύοντος στη χώρα τους Συντάγματος και η απόφασή τους ανατρέπει κατ’ αρχήν τη δημοσιονομική πολιτική κατ’ αρχάς της γερμανικής κυβέρνησης ανοίγοντας «τρύπα» 60 δις. € και εν συνεχεία της ελληνικής κυβέρνησης δημιουργώντας ένα δημοσιονομικό κενό το ύψος του οποίου μέλλει να προσδιοριστεί στο μέλλον. Αυτά ως προς τα γεγονότα.

Ένα είναι όμως το γεγονός και άλλο είναι το πως το νοιώθει ο πολίτης. Η θερμοκρασία της θάλασσας είναι συγκεκριμένη, π.χ. 22οC, αλλά ο ένας την αισθάνεται ζεστή κι ο άλλος κρύα. Ας δούμε λοιπόν πώς βιώνει τις αποφάσεις αυτές ο πολίτης στη Γερμανία και πώς στην Ελλάδα.

Στη Γερμανία η απόφαση – σεισμός του Δικαστηρίου έγινε αποδεκτή και σεβαστή απ’ όλους τους πολιτικούς χώρους χωρίς το οποιοδήποτε σχόλιο αξιολόγησής της, παρ’ ότι οι «τεκτονικοί μετασεισμοί» της συνεχίζονται, προκαλώντας ένα, για γερμανικά δεδομένα, χάος σε οικονομικό και όχι μόνο επίπεδο, ανοίγοντας ταυτόχρονα το «κουτί της Πανδώρας» σε πολιτικές, οικονομικές, νομικές και κοινωνικές εξελίξεις. Μεταξύ των άλλων η ψήφιση του προϋπολογισμού έχει μετατεθεί για τις αρχές του 2024, γεγονός όχι και τόσο σύνηθες για τους Γερμανούς οι οποίοι είναι γνωστοί για τη, μέχρι τυπολατρίας, μεθοδικότητα, οργάνωση και συνέπεια. Ακόμα και το ενδεχόμενο διάλυσης του κυβερνητικού συνασπισμού «έχει πέσει στο τραπέζι».

Παράλληλα όμως ο Γερμανός πολίτης διαπιστώνει ότι όντως «υπάρχουν εν έτει 2023 δικασταί εις … την Καρλσρούη» οι οποίοι ελέγχουν την εκτελεστική εξουσία, δηλαδή την κυβέρνηση, απονέμοντας δικαιοσύνη η οποία, με τη σειρά της και βάσει του Συντάγματος, οφείλει να προστατεύει τους πολίτες. Κατ’ αυτόν τρόπο νοιώθει ότι το πολίτευμα λειτουργεί έχοντας ως στέρεες βάσεις τους θεσμούς της δημοκρατίας, τα λεγόμενα θεσμικά αντίβαρα. Διαχρονικά

απαραίτητα, ιδιαίτερα όμως γι’ αυτά τα χρόνια στα οποία τα προβλήματα της καθημερινότητας και όχι μόνο, από το «αγκάθι» της παρατεταμένης ακρίβειας και το αυξανόμενο κόστος στέγασης, μέχρι και σύνθετα θέματα, όπως μεταναστευτικό και δημογραφικό, μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα του πολίτη, διευρύνουν τις κοινωνικές ανισότητες και επιτείνουν την αίσθηση ανασφάλειας για το αύριο. Και στη Γερμανία.

Και στην Ελλάδα; Η είδηση της συγκεκριμένης απόφασης «έπαιξε» τις επόμενες ημέρες της ανακοίνωσής της στον Τύπο με τοποθετήσεις κυβερνητικών παραγόντων αναφορικά με πιθανά δημοσιονομικά θέματα που θα προκαλούσε, αλλά και με δημοσιεύματα τα οποία έδιναν μια αίσθηση αντίθεσης πολιτών, τόσο στην απόφαση, όσο όμως και στη νομοθετημένη διαδικασία λήψης της, αλλά και στη, διαχρονικά, προβληματική δικαστική πρακτική. Για ποιο λόγο; Συνοπτικά η παροιμία «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει» ίσως δίνει μια απάντηση. Μα νόμιμη δεν ήταν η απόφαση; Φυσικά και ήταν! Ήταν όμως και ηθική; Ας το κρίνει ο κάθε πολίτης και ας δώσει την απάντησή του.

Παράλληλα ας προσπαθήσουμε να αφουγκρασθούμε τον «παλμό» του πολίτη. Τι βλέπει; Μέρος των εσόδων του προϋπολογισμού, δηλαδή χρήματα του κάθε πολίτη τα οποία ως φόροι εισπράττονται από το κράτος και τα οποία θα πρέπει να επιστρέφουν ως κρατικές παροχές στην κοινωνία, ιδιαίτερα σ’ αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, δεν οδηγούνται στον προορισμό τους, αλλά με την προαναφερθείσα δικαστική απόφαση στρέφονται, υπό προϋποθέσεις, προς αυτούς που πήραν την απόφαση, δηλαδή τους δικαστές και μάλιστα τους συνταξιούχους δικαστές. Όσο δεν νοιώθει να επικρατεί η ηθική, αισθάνεται αδικία η οποία σε συνδυασμό με την, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προφανή ενίσχυση των οικονομικών ανισοτήτων οδηγεί στην απογοήτευσή του από την πολιτική και εν συνεχεία στην έλλειψη εμπιστοσύνης στο δημοκρατικό πολίτευμα και γενικά στο «σύστημα», από το οποίο απομακρύνεται και γίνεται πολέμιός του, αντισυστημικός.

Κι επειδή η εξουσία αποτελεί μέρος της ελίτ του «συστήματος», η απόρριψή της αποτελεί φυσικό επακόλουθο. Έχοντας πια την πεποίθηση ότι η άποψή του δεν εισακούεται και ότι δεν τον υπολογίζει κανείς, νοιώθει σαν να έχει χάσει την ταυτότητά του και ζει αποξενωμένος στον ίδιο του τον τόπο. Σαν να μην υπάρχει καν. Σε συνδυασμό με την αγωνία του για το μέλλον του και με την, στην καλύτερη των περιπτώσεων, οικονομική ανασφάλεια, αναρωτιέται παράλληλα αν οι μετανάστες οι οποίοι εισρέουν στη χώρα του, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αποζητώντας αλλά και εκμεταλλευόμενοι τον ανοικτό πολιτισμό της Ευρώπης, θα τον «σπρώξουν» ακόμα πιο βαθιά στην αφάνεια.

Το αποτέλεσμα; Η δημοσκοπική, και όχι μόνο, άνοδος διαφόρων κομμάτων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, τα οποία, στοχοποιώντας ταυτόχρονα ελίτ στα «ρετιρέ» και μετανάστες στα «υπόγεια», παράλληλα με τη συνεχή τους αναφορά στην υπεροχή του εθνικού κράτους έναντι της, απροσδιόριστης ταυτότητας και πολυέξοδης, Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσελκύουν όλο και περισσότερους πολίτες – ψηφοφόρους. Αυτό ισχύει ήδη σε μια χώρα με ισχυρή οικονομία και ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς, όπως η Γερμανία. Τότε όμως μήπως και στη χώρα μας θα πρέπει ν’ αναλογισθούμε, όλοι μας όμως, ότι αξίες όπως σεβασμός, αξιοπρέπεια και ηθική θα πρέπει να έχουν σταθερή θέση στο «βάθρο των νικητών», υπερισχύοντας του, συντεχνιακού, συμφέροντος και βασιζόμενες όχι στο γράμμα, αλλά στο πνεύμα του νόμου, ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο διαρκώς τους θεσμούς; Και μήπως οι πρώτοι οι οποίοι θα πρέπει να δώσουν και να συνεχίζουν να δίνουν αυτό το παράδειγμα, είναι οι, γαλλιστί, εκλεκτοί ή διαλεχτοί, δηλαδή η ελίτ της χώρας;

Αν ψάχνετε απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, δεν είναι απαραίτητο ν’ απευθυνθείτε στην «Πυθία» της τεχνητής νοημοσύνης. Ένας, εξ ίσου παλιός μας, γνώριμος έχει δώσει ήδη την απάντηση: «Οἱ γὰρ νομοθέται τούς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς» αναφέρει ο Αριστοτέλης στο έργο του Ηθικά Νικομάχεια. Οι νομοθέτες (και της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας) με τον εθισμό δημιουργούν καλούς πολίτες, δηλαδή μέσω της νομοθεσίας διαπαιδαγωγούν τους πολίτες στην επανάληψη ηθικών πράξεων.

Σαφής η τοποθέτηση του, θεωρούμενου πατέρα του ορθολογισμού, Αριστοτέλη. Μήπως όμως ακόμη και σήμερα δυσκολευόμαστε να το μεταφέρουμε αυτό από τη θεωρία στην πράξη; Την απάντηση ενδεχομένως να τη δίνουν τα πρόσφατα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA: στην κατανόηση κειμένου δεν τα πάμε και τόσο καλά…

ΥΓ: Γερμανικός αστικός μύθος αναφέρει ότι ο βασιλιάς Φρειδερίκος ο Μέγας ενοχλείτο από τον θόρυβο ενός ανεμόμυλου και ζήτησε από τον μυλωνά να του τον πουλήσει, για να τον κατεδαφίσει και να ησυχάσει. Ο μυλωνάς όμως αρνήθηκε και ο βασιλιάς τον απείλησε ότι θα του πάρει τον μύλο χωρίς να του δώσει δεκάρα τσακιστή. Και τότε, όπως λέγεται, ο μυλωνάς αναφώνησε το περίφημο «υπάρχουν ακόμα δικαστές στο Βερολίνο», εννοώντας ότι η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητη και αποφασίζει βάσει της αρχής της ισότητας των πολιτών έναντι του νόμου.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Ο «αλγόριθμος του Αιγαίου»: Πώς μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην ελληνική οικονομία;
Experts |

Πώς μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να τονώσει την ελληνική οικονομία;

Οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να επωφεληθούν από την ικανότητα της τεχνητής νοημοσύνης να αυτοματοποιεί επαναλαμβανόμενες διεργασίες, να εξορθολογίζει κρίσιμες λειτουργίες και να βελτιώνει τη λήψη αποφάσεων