Κάποτε, ο δρόμος για την ευτυχία υποτίθεται ότι ήταν να συνταξιοδοτηθείς νωρίς στα 60 με μια ευπρεπή σύνταξη, να ξαναβγάλεις τα μπαστούνια του γκολφ και να αρχίσεις να χορεύεις. Αυτό ήταν το όραμα των «χρυσών χρόνων», που μας πούλησαν οι Αμερικανοί μαρκετινίστες από τη δεκαετία του 1970. Όμως, το ισπανικό σχέδιο να πληρώνουν εργαζόμενους για να αναστείλουν τη συνταξιοδότησή τους αποτελεί προάγγελο του μέλλοντος στο οποίο το να πεισθούν οι περασμένης ηλικίας να παραμείνουν ενεργοί επαγγελματικά ίσως αποδειχθεί εξ ίσου σημαντικό όσο η προσπάθεια να προσελκύσεις νέους με συγκινητικές ανακοινώσεις περί αποστολής.

Μερικές φορές δίνω ομιλίες για το μέλλον της εργασίας και την πρόκληση της διαχείρισης εργατικού δυναμικού, η οποία σύντομα θα καλύψει τέσσερις γενιές. Οι περισσότερες από τις ερωτήσεις που δέχομαι είναι σχετικές με τους νέους: πώς θα προσλάβουν τη Γενιά Ζ και να διατηρήσουν τους φευγάτους μιλένιαλς. Υπάρχει σαφώς λιγότερο ενδιαφέρον για τους άνω των 50 και το πώς θα τους διατηρήσουν ευτυχισμένους. Όμως, εάν οι άνθρωποι ζουν μέχρι τα 100 και παραμένουν παραγωγικοί στα 70 και τα 80 τους, αυτό είναι ένα ερώτημα που θα πρέπει να αρχίσουν να συζητούν οι εργοδότες.

Προσφέροντας μέχρι 12.000 ευρώ σε ανθρώπους για να εργαστούν πέραν της ηλικίας συνταξιοδότησης των 66 ετών, η ισπανική κυβέρνηση ελπίζει να μειώσει το έλλειμμα στον προϋπολογισμό κοινωνικής ασφάλισης και να καθησυχάσει την Ε.Ε., η οποία ζητάει μεταρρυθμίσεις σε αντάλλαγμα για τη βοήθεια με τον κορονοϊό. Η Ισπανία δεν είναι η μόνη χώρα που ανησυχεί για το συνταξιοδοτικό βάρος. Όμως, τα καλύτερα νέα για ηλικιωμένους εργαζόμενους είναι ότι τα ταλέντα τους ίσως χρειαστούν καθώς συρρικνώνεται η δεξαμενή εργασίας.

Γνωρίζω ότι αυτό κινείται ενάντια στο επιχείρημα σχετικά με το πώς η 4η Βιομηχανική Επανάσταση παρασύρει στο διάβα της τις θέσεις εργασίας. Όμως, παρ΄ ότι τα ρομπότ έρχονται, η Ιαπωνία κι άλλες πλούσιες χώρες με χαμηλά ποσοστά γεννήσεων, ξεμένουν από ανθρώπους με τις κατάλληλες δεξιότητες. Η πεζή πραγματικότητα, καθώς συνταξιοδοτούνται οι baby boomers, είναι για τις ελλείψεις τις οποίες η τεχνολογία δεν μπορεί να καλύψει ακόμη.

Ηδη, άνθρωποι που κάποτε θεωρούνταν ξεπερασμένοι έχουν προτάσεις να παραμείνουν στις δουλειές τους. Στην προσπάθεια να αποτρέψει μια κρίση προσλήψεων, η βρετανική κυβέρνηση πρόσφατα αύξησε το όριο συνταξιοδότησης για δικαστές από τα 70 στα 75. Επίσης, το σύστημα υγείας προσπαθεί εδώ και χρόνια να πείσει τις νοσοκόμες να παραμείνουν στις θέσεις τους. Υπήρξαν περίπου 40.000 κενές θέσεις νοσοκόμων πριν την πανδημία, όχι μόνο λόγω του Brexit, αλλά επειδή πολλοί έφυγαν. Το 2012, το ένα τρίτο του προσωπικού στο Εθνικό Σύστημα Υγείας ήταν άνω των 50 ετών.

Οι ΗΠΑ έχουν ένα αντίστοιχο πρόβλημα. Τα δύο-τρίτα των νοσοκόμων το 1990 ήταν baby boomers. Καθώς αυτή η ηλικιακή ομάδα αποτραβιέται, λέγεται ότι το αμερικανικό σύστημα υγείας υποφέρει «από σημαντική έλλειψη εμπειρίας». Υπάρχουν τρόποι να δελεάσεις ηλικιωμένες νοσοκόμες να παραμείνουν, όμως αυτό περιλαμβάνει την ανάγκη για προσαρμογή και δημιουργικότητα.

Δεν είναι απλά θέμα για τον δημόσιο τομέα. Το 2018, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο βρισκόταν όσο πιο κοντά μπορούσε στην πλήρη απασχόληση από τις αρχές του 1970, υπήρχαν ελλείψεις δεξιοτήτων στο ΙΤ, τις κατασκευές, τη διασκέδαση και τη φιλοξενία. Κι όμως, πολλές επιχειρήσεις με τις οποίες μιλάω εξακολουθούν να θεωρούν το προσωπικό τους άνω των 50 σαν μια ξεχωριστή κατηγορία: στον δρόμο για την έξοδο, αντί κομμάτι του μέλλοντος.

Δεν είναι όλοι 75αρηδες δικαστές ευφυίες, φυσικά, ούτε όλες οι 60χρονες νοσοκόμες αρκετά δυνατές για να συνεχίσουν. Ο Λι Αϊακόκα, που έγινε πρόεδρος της Chrysler στα 53, είχε πει: «Είχα ανθρώπους στην Chrysler που ήταν 40 ετών αλλά λειτουργούσαν σαν 80 και είχα 80αχρονους που μπορούσαν να κάνουν ότι κι ένας 40χρονος.» Η στρογγυλοποίηση ανθρώπων βάσει της ηλικίας δεν έχει νόημα σε έναν κόσμο όπου μερικοί άνθρωποι είναι αυτό που οι Ιάπωνες αποκαλούν: «νέος-ηλικιωμένος»: υγιής και ενεργητικός στα 70 και στα 80 τους.

Οι οικονομολόγοι κάνουν λάθος όταν κάνουν υπολογισμούς με την υπόθεση ότι ο ενεργός πληθυσμός έχει ηλικία μεταξύ 16 και 64 ετών. Αυτό οδηγεί σε δυσοίωνες προβλέψεις σχετικά το αυξανόμενο βάρος των συνταξιοδοτημένων, όμως αγνοεί το γεγονός ότι τουλάχιστον ένας στους τέσσερις ενήλικες στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συνταξιοδοτούνται και επιστρέφουν στην εργασία, μερικές φορές χρόνια αφότου επίσημα αποχώρησαν. Μερικοί το κάνουν για οικονομικούς λόγους, άλλοι επειδή βαριούνται και έχουν κι άλλα να προσφέρουν.

Ένα μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον η διατήρηση ηλικιωμένων στην εργασία για μεγαλύτερο διάστημα θα εμποδίσει τους νέους ταλαντούχους να ανέβουν στη σκάλα της ιεραρχίας. Όταν ακαδημαϊκοί της Οξφόρδης αμφισβήτησαν την πολιτική του πανεπιστημίου για υποχρεωτική συνταξιοδότηση πριν τα 69, υποστήριξαν ότι σταμάτησε μερικά από τα καλύτερα μυαλά πάνω στην καλύτερή τους περίοδο. Ωστόσο, αυτό ήγειρε τον αντίλογο ότι περιόριζαν τις ελπίδες των φοιτητών με πτυχίο δόκτορα και τους προ-ακαδημαϊκούς.

Οι οικονομολόγοι συχνά απορρίπτουν την ιδέα ότι υπάρχει ένα πεπερασμένο σύνολο εργασίας, επειδή η αναπτυσσόμενη οικονομία δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες για όλους. Διατηρώντας έναν μεγάλο σε ηλικία καθηγητή ίσως εμποδίζει την προαγωγή μιας νέας με σούπερ-μυαλό σε ένα πανεπιστήμιο. Όμως, αυτή μπορεί να κάνει αίτηση αλλού. Ο φόβος είναι πως η τεχνολογία θα οδηγήσει σε αύξηση ανεργίας. Ο Ντάνιελ Σούσκιντ, στο βιβλίο του «Ενας Κόσμος Χωρίς Εργασία», προειδοποιεί ότι ίσως θα πρέπει να δεσμευτούμε “στην πλάνη της εργασίας» εάν αγνοήσουμε τον κίνδυνο πως η αυτοματοποίηση θα αυξήσει τη ζήτηση, όμως για την τεχνητή νοημοσύνη και τα κομπιούτερ αντί για τους ανθρώπους.

Ενώ περιμένουμε να δούμε ποιος έχει δίκιο, το αυξανόμενο βάρος των κρατικών συντάξεων καθιστούν επιτακτικό να χρησιμοποιήσουμε ηλικιωμένους ανθρώπους εάν μπορούμε. Οι μορφωμένοι επαγγελματίες έχουν ένα λογικά λαμπρό μέλλον: έρευνες υποθέτουν ότι οι άνθρωποι που βρήκαν τις εταιρείες τεχνολογίας στα 50 τους, για παράδειγμα, έχουν μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας απ ότι αυτοί στα μέσα των 20. Η πρόκληση θα είναι να πεισθούν περισσότεροι άνθρωποι για να αντιμετωπίσουν τα ακανθώδη ζητήματα προσωπικού και νομικών θεμάτων απ΄ ό,τι να απολαμβάνουν τον κήπο.

Ενιωσα σοκαρισμένη συναντώντας στελέχη μεγάλων εταιρειών συμβούλων και λογιστικής που ήθελαν να σχεδιάσουν την έξοδό τους από την εργασία πριν τους διώξουν στα 60. Οι περισσότεροι βρίσκονται στις αρχές των 50, στην κορύφωση της εισοδηματικής δύναμής τους, όμως πνευματικά έχουν ήδη φύγει.

Οι εργοδότες ίσως θελήσουν να επανεξετάσουν τα «χρυσά χρόνια» ως τα χρόνια που το προσωπικό τους θα παραμείνει στις θέσεις του.

Η Καμίλα Κάβεντις είναι συγγραφέας του βιβλίου «Επιπλέον Χρόνος: 10 Μαθήματα για έναν Γηράσκοντα Κόσμο»