Η συμμαχία των δημοκρατιών επέστρεψε. Ο κύριος στόχος της είναι να αντιμετωπίσει την Κίνα. Αυτά ήταν τα μεγάλα θέματα του πρόσφατου ταξιδιού του Μπάιντεν στην Ευρώπη. Η επιθυμία αναβίωσης των συμμαχιών των ΗΠΑ, μετά την εποχή του Τραμπ, είναι ιδιαίτερα σημαντική, αλλά, ενέχει και κινδύνους.

Ο Τζέφρι Σακς από το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια έγραψε ότι «δεν χρειαζόμαστε τη G7». Διαφωνώ. Είναι λογικό οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος να συντονίζουν τις πολιτικές τους σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος και κοινών αξιών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν η ίδια η δημοκρατία βρίσκεται σε ύφεση και η εξουσία μετατοπίζεται από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της προς την Κίνα. (Βλ. διαγράμματα.)

Η άνοδος της Κίνας είναι η πιο σημαντική στρατηγική πραγματικότητα. Φέτος, σύμφωνα με το ΔΝΤ, θα παράγει 19% της παγκόσμιας παραγωγής που μετράται σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης, από 7% το 2000. Ωστόσο, συνολικά, οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος παραμένουν η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο. Τα έθνη της G7 θα παράγουν το 31% της παραγωγής και οι 37 δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος στον κόσμο, μαζί, το 42% το 2021.

Και στο εμπόριο, η G7 εξακολουθεί να παράγει το 31% των εξαγωγών εμπορευμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο και απορροφά το 36% των παγκόσμιων εισαγωγών, έναντι 15 και 12% για την Κίνα, αντίστοιχα. Οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος παράγουν το 55% των εξαγωγών παγκοσμίως και απορροφούν το 57% του παγκόσμιου όγκου εισαγωγών.

Οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος έχουν, επίσης, τις πιο παραγωγικές οικονομίες στον κόσμο, όσον αφορά την κατά κεφαλήν παραγωγή, ενώ η Κίνα κατατάσσεται μόνο στην 75η θέση. Είναι το «σπίτι» της πλειοψηφίας των κορυφαίων εταιρειών του κόσμου, των μεγαλύτερων διεθνών χρηματοοικονομικών αγορών, των κορυφαίων Πανεπιστημίων και των πιο σημαντικών μέσων ενημέρωσης. Οι ΗΠΑ έχουν, επίσης, τον πιο ισχυρό στρατό στον κόσμο. Επιπλέον, παρά τις αποτυχίες του, το ιδανικό της φιλελεύθερης δημοκρατίας παραμένει ελκυστικό για πολλούς ανθρώπους ανά τον κόσμο.

Έχοντας παρόμοιες οικονομίες και πολιτικά συστήματα, οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος πρέπει να συντονίσουν τoυς κανόνες  τους σε τομείς όπως η χρηματοδότηση, η ψηφιακή τεχνολογία και ο ανταγωνισμός. Πρέπει, επίσης, να υπερασπιστούν τις βασικές αξίες τους, όπως η ελευθερία της έκφρασης, ενάντια σε εξωτερικές παρεμβάσεις, ιδίως από την Κίνα.

Συνοπτικά, οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος έχουν τις δικές τους αξίες και τα δικά τους συμφέροντα, καθώς και την ικανότητα να τις υπερασπίζονται, ειδικά εάν δρουν από κοινού. Αυτό ισχύει για τη συνεργασία. Ωστόσο, ο Σακς έχει, επίσης, δίκιο: το να πεις στον υπόλοιπο κόσμο τι να κάνει είναι λάθος και δεν γίνεται να εφαρμοστεί.

Όπως γράφει ο Ίαν Μόρις από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στο προκλητικό του βιβλίο, War! What is it Good for? «Οι Ευρωπαίοι διεξήγαγαν έναν πόλεμο πεντακοσίων ετών στον υπόλοιπο κόσμο» και ο κόσμος δεν το έχει ξεχάσει. Οι δεκαετίες μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης υπονόμευσαν περαιτέρω την εμπιστοσύνη στις ικανότητες και τις αξίες της Δύσης, φέρνοντας στο προσκήνιο τις ανοησίες του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», των πολέμων στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, την παγκόσμια οικονομική κρίση, την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και τις εκλογές του Ντόναλντ Τραμπ . Το ανακοινωθέν της G7 μιλά για κοινή δέσμευση για «διεθνή συνεργασία, πολυμέρεια και μια ανοιχτή, ανθεκτική, παγκόσμια τάξη που θα βασίζεται σε κανόνες». Σήμερα, κάτι τέτοιο ακούγεται αστείο. Ο Μπάιντεν ελπίζει ότι ο Τραμπ ήταν εξαίρεση. Δυστυχώς, όμως, μπορεί ακόμα να επιστρέψει στην εξουσία.

Εάν μια ανανεωμένη δημοκρατική συμμαχία πρόκειται να έχει ουσία, χρειάζεται συνεκτικές και λογικές πολιτικές. Όλα αυτά εκλείπουν, προς μεγάλη μας έκπληξη, από το πιεστικό έργο του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού. Η ομάδα των G7 αναγνωρίζει ότι «για να τελειώσει η πανδημία το 2022 θα χρειαστεί ο εμβολιασμός τουλάχιστον του 60% του παγκόσμιου πληθυσμού». Αυτό θα σήμαινε τουλάχιστον 9,4 δισ. δόσεις. Ωστόσο, δεσμεύτηκε να μοιράσει μόνο 870 εκατομμύρια δόσεις τον επόμενο χρόνο. Δήλωσε, επίσης, ότι «Από την έναρξη της πανδημίας, έχουμε δεσμεύσει 8,6 δισεκατομμύρια δολάρια. . . για τη χρηματοδότηση της προμήθειας εμβολίων, συμπεριλαμβανομένων των 1,9 δισ. δολαρίων από την τελευταία μας συνάντηση τον Φεβρουάριο. Αυτό συνεπάγεται περισσότερες από 1 δισ. δόσεις.» Συνολικά, λοιπόν, θα υπάρχουν 2 δισεκατομμύρια δόσεις, αλλά θα χρειαστούν πολλές περισσότερες.

Ωστόσο, η ομάδα G7 σημειώνει, επίσης, ότι έχει δαπανήσει περισσότερα από 12 δισ. δολάρια για την υποστήριξη των πολιτών και των επιχειρήσεων της. Θα έπρεπε να ήταν αυτονόητο, δεδομένης αυτής της κολοσσιαίας δαπάνης για τις συνέπειες του κορωνοϊού, ότι η G7 είχε την υποχρέωση να χρηματοδοτήσει το σχέδιο του ΔΝΤ να εμβολιάσει τον κόσμο, μέχρι τα μέσα του 2022, με κόστος 50 δισ. δολάρια.

Αυτό είναι σκέτη ανοησία. Ωστόσο, υπάρχουν, επίσης, μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι στη νέα οργανωμένη συμμαχία εναντίον της Κίνας. Οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος έχουν δίκιο να επιθυμούν να προστατεύσουν τις βασικές τους αξίες. Αλλά η κύρια απειλή για αυτές δεν προέρχεται από την Κίνα, αλλά από το ίδιο το «σπίτι» τους. Η αποτυχία διασφάλισης κοινής ευημερίας και υπεράσπισης δημοκρατικών κανόνων είναι που έχει τη  μεγαλύτερη σημασία. Δυστυχώς, οι ελίτ μας, όχι η Κίνα, έχουν προκαλέσει αυτή τη ζημιά. Εν τω μεταξύ, πρέπει να αναγνωρίσουμε τη συντριπτική ανάγκη για παγκόσμια συνεργασία, με σκοπό τη διατήρηση της ειρήνης και την προστασία της ανθρωπότητας από παγκόσμιες απειλές, όπως πανδημίες και περιβαλλοντικές καταστροφές.

Επίσης, τίποτα δεν είναι πιο πιθανό να οδηγήσει τον Κινέζικο λαό στα όπλα του κομμουνιστικού καθεστώτος από την ασταμάτητη εχθρότητα από μεριάς των δημοκρατιών. Μακροπρόθεσμα, η εμπιστοσύνη μας στις αξίες της διαφάνειας και της ελευθερίας είναι πολύ πιο πιθανό να αλλάξει την Κίνα. Ναι, οι δημοκρατίες πρέπει να υπερασπιστούν τα βασικά οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα. Αλλά θα πρέπει, επίσης, να παραμείνουν όσο το δυνατόν πιο ανοιχτές στο εμπόριο και τις ιδέες. Οι κυρώσεις δεν θα αλλάξουν την Κίνα. Μόνο οι Κινέζοι μπορούν να το κάνουν. Η Δύση πρέπει να τους δώσει έναν λόγο να το θελήσουν.

Είναι καλό να βλέπεις μια νέα προσπάθεια για δυτική συνεργασία. Αλλά οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος πρέπει να αποφύγουν κάποιες επικίνδυνες παγίδες. Αν πρόκειται να ηγηθούν, χρειάζονται πολύ πιο συνεκτικές ιδέες από αυτές που έδειξαν στη συνάντηση της G7. Επιπλέον, πρέπει να προσπαθήσουν να αποφύγουν ενδεχόμενη καταστροφική σύγκρουση με την Κίνα. Είτε αρέσει είτε όχι, η συνεργασία είναι απαραίτητη για την ανθρωπότητα. Το βασικότερο, σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, είναι οι δημοκρατίες υψηλού εισοδήματος να αλλάξουν οι ίδιες, πρώτα, εάν επιθυμούν να σώσουν τον εαυτό τους. Η Κίνα δεν είναι η μεγαλύτερη απειλή για τα συμφέροντα και τις αξίες μας: ο εχθρός μας είμαστε εμείς.