Η παθητικότητα, ο ανεπαρκής συντονισμός, καθώς και η έλλειψη ενότητας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ενωσης εμποδίζουν ιστορικά το μπλοκ να δράσει γρήγορα και δυναμικά απέναντι στις απειλές της ευρύτερης περιφέρειάς του. Αυτό, όμως, φαίνεται να αλλάζει, καθώς η ΕΕ προσπαθεί να διορθώσει τις λειτουργικές αδυναμίες της και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων μέσω της Στρατηγικής Πυξίδας (Strategic Compass).

Ο σκοπός της Στρατηγικής Πυξίδας είναι να αξιολογήσει τις απειλές και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ενωση, τις επιπτώσεις τους, αλλά και να προτείνει επιχειρησιακές κατευθυντήριες γραμμές για να μπορέσει να καταστεί πάροχος συλλογικής ασφάλειας. Το πρώτο σχέδιο του εν λόγω κειμένου, που διέρρευσε στον Τύπο, είναι ενθαρρυντικό, αν και απαιτούνται πολλά ακόμη ώστε να θεωρηθεί ικανοποιητικό από όλα τα κράτη-μέλη. Είναι φανερό, κρίνοντας από το κείμενο, ότι τα κράτη-μέλη διαφωνούν σε κάποια από τα κυριότερα ζητήματα που θίγει η Στρατηγική Πυξίδα, συμπεριλαμβανομένων τού ποιος και τι θεωρείται απειλή για την Ενωση.

Η Κίνα και η Ρωσία, αναμενόμενα, βρίσκονται στο επίκεντρο του κειμένου, με σωρεία αναφορών στις υβριδικές πρακτικές του Κρεμλίνου και τη διεκδικητική προσέγγιση της Κίνας. Το κείμενο αναφέρεται μεν και στην Τουρκία, ωστόσο γίνεται αόριστα και ασαφώς, ενώ η απλή μνεία σε εντάσεις επί των συνόρων, περί παράτυπης μετανάστευσης και δικαιωμάτων έρευνας για ενεργειακούς πόρους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, τουλάχιστον από κάποιους, παραπλανητική. Η μνεία σε επιδίωξη εποικοδομητικής σχέσης ΕΕ – Τουρκίας καθιστά θεωρητικά την ΕΕ ως εξίσου υπεύθυνη με τη γείτονά μας επί όλων των ανωτέρω, παραβλέποντας την αναθεωρητική ατζέντα και την επιθετικότητα της Αγκυρας σε βάρος κρατών-μελών της Ενωσης. Συγχρόνως η απουσία παρόμοιας αναφοράς για επιδίωξη εποικοδομητικής σχέσης μεταξύ ΕΕ και έτερων γειτονικών τρίτων χωρών, δημιουργεί, δικαιολογημένα, εκνευρισμό σε Αθήνα και Λευκωσία.

Ωστόσο, το κείμενο δεν φείδεται αυτοκριτικής, παραδεχόμενο νηφάλια ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει «μεγάλο κίνδυνο να υπερκεραστεί από τους ανταγωνιστές της» και ότι η στροφή της Αμερικής προς την Ασία είναι μια πραγματικότητα που δεν χωρεί αμφιβολία, έχοντας άμεσες επιπτώσεις για την Ενωση και την ασφάλειά της. Η Στρατηγική Πυξίδα άπτεται μεν των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων της Ενωσης, χωρίς όμως να περιορίζεται στη γνωστή ευρωπαϊκή ρητορική περί αξιών. Αναγνωρίζει νέους μηχανισμούς και πρωτοβουλίες, ώστε να επιτευχθεί υπέρβαση στην πολιτική αδράνεια και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα στον επιχειρησιακό τομέα.

Αναφορικά με τους μηχανισμούς και τις δομές του κειμένου, αυτές επικεντρώνονται στην ανάπτυξη μιας κοινής ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης, ουσιαστικά μιας δύναμης ταχείας επέμβασης, μέχρι το 2025, αποτελούμενης από 5.000 στρατιώτες. Ο Ζοσέπ Μπορέλ, ύπατος αρμοστής για τις Εξωτερικές Υποθέσεις και την Πολιτική Ασφαλείας, θέτει ως όραμα η Ενωση να έχει συμφωνήσει ως το 2022 για το πώς, πότε και πού θα μπορούσε να αποσταλεί μια τέτοια δύναμη – και από το 2023 να ξεκινήσει τακτικές ασκήσεις προβολής της δύναμής της.

Η ικανότητα ταχείας επέμβασης θα μπορούσε όντως να αποτελέσει ένα βήμα προς τα εμπρός, εάν δεν έχει την ίδια μοίρα με τις προηγούμενες αποτυχημένες απόπειρες της ΕΕ να δημιουργήσει κάτι ανάλογο όπως το 1999 και το 2007. Μένει να φανεί αν αυτή η πρόταση θα συμπεριληφθεί στο τελικό κείμενο, καθώς δεν βρίσκει όλες τις χώρες της ΕΕ σύμφωνες.

Παρά την κατάρτιση ενός τέτοιου σχεδίου, απαιτούνται πολύ πιο ουσιαστικά βήματα, συμπεριλαμβανομένων μεγαλύτερων επενδύσεων, ιδανικά μέσω της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO) και επίδειξη ισχυρότερης πολιτικής βούλησης.

Προς αντιμετώπιση της πολιτικής αβελτηρίας και αδυναμίας λήψης αποφάσεων, η Πυξίδα προτείνει την τακτική της «εποικοδομητικής αποχής», με την οποία τα κράτη-μέλη παραιτούνται από το δικαίωμα αρνησικυρίας (veto), που θα συνεπάγεται την ευκολότερη λήψη αποφάσεων στο ανώτατο επίπεδο. Είναι κατανοητό ότι τα κράτη-μέλη, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, ανησυχούν για διαφορετικά θέματα ασφαλείας, ωστόσο η έλλειψη δράσης και αλληλεγγύης έρχονται αποκλειστικά και μόνο εις βάρος της Ενωσης.

Την ίδια στιγμή, η ΕΕ σπεύδει να καταστήσει σαφές ότι όλα τα ανωτέρω σε κανέναν βαθμό δεν συνεπάγονται ρήξη με το ΝΑΤΟ ή διαμόρφωση μιας παράλληλης ή ανταγωνιστικής δομής με αυτό. Η ενδυνάμωση της ΕΕ άλλωστε αποτελεί τρόπο ενίσχυσης της Συμμαχίας. Την άποψη αυτή δεν συμμερίζονται όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, καθώς αυτά της Ανατολικής Ευρώπης φοβούνται ότι μια ενδεχόμενη στρατιωτικοποίηση της Ενωσης θα οδηγούσε σε αποδυνάμωση του ΝΑΤΟ, που θεωρούν ως τον προμαχώνα έναντι της Ρωσίας. Το γεγονός αυτό δεν εκπλήσσει κανέναν γνώστη του ευρωπαϊκού αμυντικού γίγνεσθαι. Η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών-μελών σε αμιγώς αμυντικά θέματα είναι γνωστή, όπως και η επιθυμία αρκετών εξ αυτών να κρατήσουν κοντά τους την Ουάσιγκτον, παρά τη στροφή της προς Ανατολάς.

Η έναρξη της συζήτησης για τη Στρατηγική Πυξίδα θα δείξει τον βαθμό φιλοδοξίας της Ενωσης να καθορίσει μόνη τη μοίρα της στο διεθνές περιβάλλον. Αν όντως θέλουμε να δούμε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα να αποκτά ουσία και «φωνή» στη σκακιέρα του 21ου αιώνα, η ΕΕ οφείλει, πέραν της προβολής ήπιας δύναμής της, να καταστεί διεθνής πάροχος ασφαλείας.

*Η κυρία Υβόννη Ευσταθίου είναι πολιτική ακόλουθος (political officer) στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (European External Actions Service – EEAS).

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts