Είναι τρελός ο Βλαντιμίρ Πούτιν; Ο πρόεδρος της Ρωσίας εξαπέλυσε έναν δαπανηρό και απρόκλητο πόλεμο, σόκαρε τους πολίτες του, χαλύβδωσε το ΝΑΤΟ, πυροδότησε επιζήμια αλλά προβλέψιμα οικονομικά αντίποινα και απείλησε με έναν πυρηνικό πόλεμο που θα μπορούσε να βάλει τέλος στον πολιτισμό. Κάποιος πρέπει να αμφιβάλλει για την επαφή του με τη λογική.

Η αμφιβολία είναι μέρος της ουσίας. Στη Στρατηγική της Σύγκρουσης, που γράφτηκε το 1960, ο οικονομολόγος Τόμας Σέλινγκ σημείωνε: «Δεν είναι καθολικό πλεονέκτημα σε καταστάσεις σύγκρουσης να είσαι αμετάκλητα και φανερά ορθολογικός ως προς τις αποφάσεις και τα κίνητρά σου».

Ένας τρελός —ή ένα νήπιο— μπορεί να προχωρήσει σε ορισμένες ενέργειες επειδή δεν μπορεί να τον αποτρέψουν οι απειλές ή επειδή οι δικές του απειλές φαίνονται πιο εύλογες. Αλλά η άποψη του Σέλινγκ είναι πιο εκλεπτυσμένη από αυτό: δεν χρειάζεται να είναι κανείς τρελός για να εξασφαλίσει αυτά τα πλεονεκτήματα – αρκεί να πείσει τους αντιπάλους του ότι μπορεί να είναι.

Η ιδέα αυτή διαπνέει το Γεράκι της Μάλτας, το μυθιστόρημα του Ντάσιελ Χάμετ του 1930 και την ταινία του Τζον Χιούστον του 1941. Ο ήρωάς μας, ο Σαμ Σπέιντ, γνωρίζει πού βρίσκεται το Γεράκι, ένα ανεκτίμητο τεχνούργημα. Όταν ο κακός Κάσπερ Γκούτμαν προσπαθεί να τον εκφοβίσει ώστε να αποκαλύψει το μυστικό, ο Σπέιντ δεν πτοείται. Αν ο Γκούτμαν τον σκοτώσει, τότε το πολύτιμο Γεράκι θα χαθεί για πάντα.

«Αν ξέρω ότι δεν έχεις την πολυτέλεια να με σκοτώσεις, πώς θα με τρομάξεις να σου το δώσω;», προκαλεί ο Σπέιντ τον Γκούτμαν.

«Αυτή είναι μια στάση, κύριε, που απαιτεί την πιο λεπτή κρίση και από τις δύο πλευρές», λέει ο Γκούτμαν. «Επειδή, όπως ξέρετε, κύριε, οι άντρες είναι πιθανό να ξεχάσουν πού βρίσκονται τα συμφέροντά τους και να αφήσουν τα συναισθήματά τους να τους παρασύρουν στον πυρετό της δράσης».

Ο Σπέιντ δεν φαίνεται να ανησυχεί πολύ από αυτό, ίσως επειδή ο Γκούτμαν φαίνεται ήρεμος. Ο τελευταίος θα μπορούσε να είχε μεγαλύτερη επιτυχία, αν φαινόταν ψυχικά ασταθής. Και πάλι, οι βοηθοί του Γκούτμαν στρέφουν τα πιστόλια προς τον Σπέιντ και τρέμουν από οργή, οπότε ακόμα κι αν ο Γκούτμαν κρατήσει την ψυχραιμία του, η απειλή ότι κάποιος μπορεί να παρασυρθεί φαίνεται εύλογη.

Ο Σέλινγκ ήταν υπέροχος συγγραφέας και στοχαστής, αλλά μου δίνει λίγη μόνο ευχαρίστηση να ξεσκονίζω τα βιβλία του. Όταν ήρθα για πρώτη φορά αντιμέτωπος με τις ιδέες του για την πυρηνική αποτροπή, ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Ο ψυχρός πόλεμος είχε τελειώσει, η απειλή μιας ανταλλαγής πυρηνικών πληγμάτων φαινόταν σε μεγάλο βαθμό παρελθόν και τις ιδέες του Σέλινγκ μπορούσε να τις απολαύσει κανείς σχεδόν με τον ίδιο τρόπο όπως αυτές του Χάμετ: τόσο πνευματώδεις, εκπληκτικά και καθησυχαστικά εξωπραγματικές. Όταν ο Σέλινγκ μοιράστηκε το βραβείο Νόμπελ Οικονομίας το 2005, αυτό έγινε με την αίσθηση ότι οι ξεκάθαρες ιδέες του για την πυρηνική αποτροπή είχαν βοηθήσει τον ανθρώπινο πολιτισμό να αποφύγει μια καταστροφή.

Αυτή η πυρηνική καταστροφή βρίσκεται τώρα πίσω στο όπλο που ο Πούτιν κραδαίνει ανήσυχα. «Δεν θα… Θα; Δεν ξέρω», είναι ο τρόπος που το θέτει ο Πούτιν.

Υπήρχε πάντα κάτι σουρεαλιστικό στη διατήρηση των πυρηνικών όπλων ως αποτρεπτικού παράγοντα. Σίγουρα τέτοια όπλα δεν θα μπορούσαν ποτέ να χρησιμοποιηθούν λόγω των φρικτών συνεπειών. Αλλά όπλα που δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ να χρησιμοποιηθούν, τι είδους αποτρεπτικό ρόλο έχουν;

Σε κάθε περίπτωση, ο αποτρεπτικός παράγοντας είναι αρκετά πραγματικός γιατί ακόμη και ένα μικρό ενδεχόμενο κλιμάκωσης είναι ένας κίνδυνος που αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Αυτός ο κίνδυνος μπορεί να προέλθει από διάφορες πηγές. Υπάρχει ο δυσλειτουργικός εξοπλισμός: τον Σεπτέμβριο του 1983, το ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης του Σοβιετικού αξιωματικού Στάνισλαβ Πετρόφ τού είπε ότι οι ΗΠΑ μόλις είχαν εκτοξεύσει βαλλιστικούς πυραύλους στη Σοβιετική Ένωση. Κατάλαβε ότι ήταν απίθανο και αγνόησε την προειδοποίηση. Η ηρωική αδράνεια του Πετρόφ έγινε ακόμη πιο αξιοσημείωτη επειδή ήρθε σε μια περίοδο κλιμάκωσης των εντάσεων μεταξύ των υπερδυνάμεων.

Ένας άλλος κίνδυνος είναι ένας ανώτερος υπεύθυνος λήψης αποφάσεων είναι πράγματι τρελός, αντί να προσποιείται απλώς ότι δεν έχει τα λογικά του.

Στη συνέχεια, υπάρχει ο κίνδυνος να ξεφύγουν τα πράγματα κάπου χαμηλότερα, στην ιεραρχική αλυσίδα. Κατά τη διάρκεια της κρίσης των πυραύλων της Κούβας, το 1962, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να σταματήσουν και να ερευνήσουν πλοία που έπλεαν προς την Κούβα – ένας πιθανός λόγος ανάφλεξης εάν από τη διαδικασία αυτή προέκυπτε η βύθιση ενός σοβιετικού πλοίου. Ο πρόεδρος Κένεντι και ο υπουργός Άμυνας Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα ζήτησαν από το Ναυτικό των ΗΠΑ να αμβλύνουν αυτή την «καραντίνα» με διάφορους τρόπους.

Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί το κλασικό βιβλίο Thinking Strategically, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ είπε στον ΜακΝαμάρα να ασχοληθεί με τις δουλειές του – και ο ναυτικός αποκλεισμός ήταν πιο ριψοκίνδυνος από ό,τι είχε υπολογίσει ο Κένεντι. Και οι πιο αδιανόητες απειλές αποκτούν «λογική» σε τέτοιες περιστάσεις.

Ο Πούτιν δεν έχει ευελιξία κινήσεων, εκτός από αυτό το ένα φύλλο που κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα επέλεγε ποτέ να παίξει. Αλλά η ουσία της ριψοκίνδυνης διπλωματίας – και της μπλόφας – είναι να εισάγει κάποιος έναν κίνδυνο που κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει πλήρως. Εάν το ρίσκο γίνει ανυπόφορο, τότε αυτός μπορεί να έχει oφέλη. Είμαι 99 τοις εκατό σίγουρος ότι ο Πούτιν μπλοφάρει, αλλά μια πιθανότητα 1% για το τέλος του κόσμου είναι και θα πρέπει να είναι υπεραρκετή για να ανησυχεί κανείς.

Αντιμέτωπος με την προειδοποίηση του Γκούτμαν ότι κάποιος μπορεί να παρασυρθεί, ο Σπέιντ απαντά ψύχραιμα, «τότε το κόλπο από τη δική μου οπτική γωνία είναι να κάνω το παιχνίδι μου αρκετά δυνατό για να διατηρώ το ενδιαφέρον σου, αλλά να μη σε εκνευρίζω αρκετά ώστε να μη με ξεκάνεις ενάντια σε μια πιο ψύχραιμη κρίση». Αυτό είναι το κόλπο με το οποίο προσπαθεί να κινηθεί τώρα ο δυτικός κόσμος. Όμως, με βάση τον χαρακτήρα του Πούτιν, δεν πρόκειται να είναι εύκολο.

Το νέο βιβλίο του Τιμ Χάρφορντ είναι το «How to Make the World Add Up»

Πρόσφατα Άρθρα