Εάν κανείς κοιτούσε την πορεία των διαπραγματεύσεων για την επιστροφή της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, θα πίστευε ότι είχαμε φτάσει πολύ κοντά στην επίτευξη μιας συμφωνίας.

Άλλωστε, ήταν μία από τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν ότι θα επέστρεφε σε αυτή τη συμφωνία, την οποία είχε διαπραγματευτεί η κυβέρνηση Ομπάμα και από την οποία οι ΗΠΑ αποχώρησαν μονομερώς επί διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ.

Αντίστοιχα, είχε φανεί ότι και η «σκληροπυρηνική» πτέρυγα που κέρδισε τις εκλογές στο Ιράν και ανέδειξε τον Ιμπραχίμ Ραϊσί στην προεδρία, με την υποστήριξη του ανώτατου ηγέτη Αγιατολάχ Χαμενεΐ, επίσης ήθελε τη συμφωνία, καθώς το Ιράν χρειάζεται την έξοδο προς τις διψασμένες για ενέργεια διεθνείς αγορές που θα επέτρεπε η άρση των κυρώσεων για να μπορέσει να απαντήσει στην αυξημένη κοινωνική δυσαρέσκεια, που άλλωστε αποδείχτηκε και η «αχίλλειος πτέρνα» της προηγούμενης κυβέρνησης των «μετριοπαθών» ή «μεταρρυθμιστών».

Μάλιστα, με συναίνεση όλων των εμπλεκόμενων χωρών οι διαπραγματεύσεις για την επανεκκίνηση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα επί της ουσίας ξεκίνησαν αφού ανέλαβε η νέα κυβέρνηση του Ιράν.

Η διαπραγμάτευση δεν ήταν εύκολη καθώς δεν αφορούσε μόνο τις οικονομικές κυρώσεις αλλά και τον τρόπο που οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν τμήματα των ιρανικών ένοπλων δυνάμεων, όπως τους Φρουρούς της Επανάστασης ως «τρομοκρατικές οργανώσεις».

Από τη μεριά του το Ιράν όλο το διάστημα ανέβαζε διαρκώς το ποσοστό εμπλουτισμού ουρανίου που πραγματοποιούσε, κάτι που σήμαινε ότι είχε μειώσει κατά πολύ το χρονικό διάστημα που θα χρειαζόταν για να αποκτήσει ικανή ποσότητα εμπλουτισμένου ουρανίου ικανού να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή πυρηνικού όπλου – παρότι η ίδια η κατασκευή πυρηνικού όπλου στη συνέχεια θα χρειαζόταν επιπλέον χρόνο. Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτό ήταν και ένα από τα στην πραγματικότητα ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά του Ιράν σε αυτή τη συζήτηση. Το άλλο ήταν ακριβώς το γεγονός ότι σε μια περίοδο όπου οι τιμές τόσο του πετρελαίου όσο και του φυσικού αερίου ανεβαίνουν, η δυνατότητα να αυξηθεί η προσφορά θα μπορούσε να λειτουργήσει εξομαλυντικά για την ενεργειακή αγορά.

Ωστόσο, οι εξελίξεις σε σχέση με την Ουκρανία δείχνουν να τροποποιούν κάπως τον ρυθμό με τον οποίο προχωρά η διαπραγμάτευση, την ώρα που και από τις ΗΠΑ τα μηνύματα είναι αντιφατικά.

Η σημασία των ρωσοϊρανικών σχέσεων

Μία κρίσιμη παράμετρος είναι ότι η Ρωσία και η Ισλαμική Δημοκρατία έχουν αρκετά στενές σχέσεις, παρότι στο παρελθόν αυτό δεν ίσχυσε πάντα – για παράδειγμα το Ιράν είχε εκφράσει την αλληλεγγύη του στους Μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν που πολεμούσαν ενάντια στην τότε Σοβιετική Ένωση.

Όμως, τα τελευταία χρόνια η συνεργασία είναι υπαρκτή, σημαντική και αφορά όλα τα επίπεδα. Αρκεί να σκεφτούμε ότι οι δύο χώρες συνεργάζονται στενά στη Συρία και από κοινού στηρίζουν την κυβέρνηση Άσαντ  στην πάλη ενάντια στις ένοπλες ισλαμιστικές οργανώσεις και το Ισλαμικό Κράτος. Οι δύο χώρες έχουν οικονομικές σχέσεις,  το Ιράν έχει εκφράσει την επιθυμία να αποκτήσει ρωσικά οπλικά συστήματα και βεβαίως έχουν υπάρξει κοινές ναυτικές ασκήσεις στον Κόλπο ανάμεσα σε ρωσικές, ιρανικές και κινεζικές δυνάμεις. Επιπλέον, η Ρωσία έδωσε την υποστήριξή της και έτσι το Ιράν έγινε μέλος της Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης.

Οι δύο χώρες δεν συμφωνούν σε όλα. Για παράδειγμα, η Ρωσία διατηρεί καλές σχέσεις με το Ισραήλ, σε αντίθεση με το Ιράν. Άλλωστε, και το Ισραήλ στη Ρωσία απευθύνεται για να εξασφαλίσει ότι η ιρανική παρουσία στη Συρία δεν θα το απειλήσει.

Όμως, είναι σαφές ότι η Ρωσία και το Ιράν, όπως και η Κίνα, μοιράζονται την ίδια δυσπιστία έως και αντιπαλότητα απέναντι στις ΗΠΑ, κάτι που εξηγεί και τον συντονισμό τους, πέραν των διαφοροποιήσεων σε επιμέρους ζητήματα, ιδίως από τη στιγμή που η Δύση δείχνει να κινείται σε μια κατεύθυνση βαθέματος των διαχωριστικών στην παγκόσμια σκηνή. Και παρότι η ιρανική κυβέρνηση αρνείται την κριτική ότι στρέφεται υπερβολικά προς την Κίνα και τη Ρωσία, κανείς θα μπορούσε να δει στοιχεία μιας δυνητικής ευρασιατικής σύγκλισης.

Το ερώτημα για τον βαθμό δέσμευσης των ΗΠΑ

Όμως, σε όλα αυτά υπάρχει και ένα ερώτημα για τη στάση και των ΗΠΑ. Και αυτό γιατί μπορεί η κυβέρνηση Μπάιντεν να έχει κάνει σαφές ότι επιθυμεί τη συμφωνία, όμως δεν ισχύει αυτό και για το σύνολο του αμερικανικού πολιτικού συστήματος. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν κάνει σαφές ότι αμφισβητούν αυτή τη συμφωνία και θα την υπονομεύσουν.

Στα δικά τους μάτια οι ΗΠΑ δεν πρέπει να προχωρήσουν σε μια συμφωνία που θα την έχουν διαπραγματευτεί οι «δύο χειρότεροι εχθροί της Αμερικής», δηλαδή το Ιράν και η Ρωσία. Αυτό άλλωστε εξηγεί και γιατί σε κάποια φάση των διαπραγματεύσεων το Ιράν ζήτησε δεσμεύσεις ότι ουσιαστικά αυτή η συμφωνία έχει ευρύτερη υποστήριξη στις ΗΠΑ και θα κινδυνεύσει να ακυρωθεί ξανά, όπως έγινε την προηγούμενη φορά.

Το Ιράν σταθμίζει τα επόμενα βήματα

Σε αυτό το φόντο το Ιράν σταθμίζει τα επόμενα βήματά του. Πέραν των εγγυήσεων που το ίδιο θέτει, αλλά και αιτημάτων που θέτει στο τραπέζι, όπως είναι αυτά που αφορούν τον χαρακτηρισμό των Φρουρών της Επανάστασης ως τρομοκρατικής οργάνωσης, θα πρέπει και να μη διακυβεύσει μια σχέση με τη Ρωσία που έχει στρατηγικό ορίζοντα.

Για να το πούμε απλά η επιδίωξη του Ιράν δεν είναι να «εκμεταλλευτεί» το χώρο που δημιουργούν οι κυρώσεις στη Ρωσία με το να απαλλαγεί από τις κυρώσεις σε βάρος του. Προφανώς και θέλει να τερματιστούν οι κυρώσεις αλλά ταυτόχρονα διατηρεί πλήρως τη συνεργασία με τη Ρωσία.

Επιπλέον, υπάρχουν και ζητήματα που αφορούν και τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Και αυτό γιατί η Ρωσία είναι τμήμα του μηχανισμού εφαρμογής της συμφωνίας, εφόσον με βάση τη συμφωνία αυτή παραλαμβάνει το εμπλουτισμένο ουράνιο που έχει παραχθεί στο Ιράν και αντίστοιχα προσφέρει πυρηνικό καύσιμο για την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, ένα μηχανισμό που θα μπορούσε να διακυβευτεί από τις κυρώσεις.

Όλα αυτά εξηγούν γιατί αυτή τη στιγμή οι ρυθμοί με τους οποίους θα ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση για τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα εξαρτηθούν από τις εξελίξεις σε σχέση με την Ουκρανία, κάτι που έβαλε στο τραπέζι και η ίδια η Ρωσία με το αίτημά της να υπάρχουν εγγυήσεις ότι οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε βάρος της από τη Δύση δεν πρόκειται να επηρεάσουν τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις της με το Ιράν. Και παρότι υπήρξαν φωνές στο Ιράν που άσκησαν κριτική στη Ρωσία ότι «θέτει σε ομηρία» τη συμφωνία, φαίνεται πως η κυβέρνηση του Ιράν σε αυτή τη βάση δεν επιθυμεί να κατηγορήσει τη Ρωσία για την όποια καθυστέρηση.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα