Εάν πιστέψουμε τον Ταγίπ Ερντογάν, τότε η συνάντησή του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στο Σότσι, την περασμένη Παρασκευή, «θα ανοίξει μια εντελώς διαφορετική σελίδα στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία». Φυσικά, είναι δύσκολο να παίρνει κανείς τοις μετρητοίς τα λόγια του Τούρκου προέδρου – αυτή τη φορά, όμως, δεν είναι απίθανο να λέει την αλήθεια.
Στόχος είναι οι σχέσεις μας να φτάσουν «σε ένα νέο επίπεδο ανάπτυξης», που θα καλύπτει «πρακτικά όλους τους τομείς», είπε από την πλευρά του ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσίας και στενός συνεργάτης του Πούτιν, Αλεξάντερ Νόβακ, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τετράωρης συνάντησης ανάμεσα στους δύο προέδρους και τις συμφωνίες που υπογράφηκαν.
Η ανησυχία της Δύσης
Ίσως, λοιπόν, δεν είναι τυχαία η ανησυχία την οποία αποτύπωσε το σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times την επόμενη ημέρα. Επικαλούμενη όχι έναν ούτε δύο, αλλά έξι (!) δυτικούς αξιωματούχους, η δημοσιογραφική ομάδα του γνωστού Μέσου διαπίστωσε ότι «οι πρωτεύουσες της Δύσης ανησυχούν ολοένα περισσότερο για την εμβάθυνση των σχέσεων ανάμεσα σε Ερντογάν και Πούτιν. Αφήνοντας να εννοηθεί, μάλιστα, ότι ενδέχεται να υπάρξουν κυρώσεις σε βάρος του κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ εάν βοηθήσει τη Ρωσία να παρακάμψει τις κυρώσεις».
- Διαβάστε επίσης: Γιατί ανησυχεί η Δύση
Φυσικά, όλα αυτά τα περί κυρώσεων είναι για το θεαθήναι, καθώς είναι ήδη γνωστό ότι η Τουρκία (όπως και η Κίνα και άλλες χώρες) βοηθούν τη Ρωσία να διατηρήσει τους οικονομικούς δεσμούς της με τη Δύση. Όπως είναι γνωστό, επίσης, ότι έχει αρνηθεί να της επιβάλει κυρώσεις, να ακυρώσει την προμήθεια των S-400 και να διακόψει τους στενότατους ενεργειακούς δεσμούς μαζί της. Και όλα αυτά, χωρίς ούτε νύξη να έχει γίνει για κυρώσεις – όπως δεν έχει γίνει ούτε στις κραυγαλέες περιπτώσεις παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών ελευθεριών.
Φοβάται ο Γιάννης το θεριό…
Παρ’ όλα αυτά, επειδή συνήθως όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά, τα περί ανησυχίας της Δύσης για τις σχέσεις Τουρκίας και Ρωσίας δεν μπορεί να ξεπεραστούν ελαφρά τη καρδία. Γι’ αυτό και πρέπει να τεθεί ευθέως το ερώτημα: Ως ποιο σημείο μπορεί να οδηγήσει τις δύο χώρες και τους ηγέτες τους το «φλερτ» που είναι φανερό ότι εκτυλίσσεται;
- Διαβάστε επίσης: Γιατί οι Ρώσοι αγαπούν την Τουρκία
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχουν δύο γνωμικά τα οποία θα μπορούσαν να περιγράψουν περίφημα την κατάσταση που επικρατεί στις σχέσεις των δύο χωρών – και, σε μεγάλο βαθμό, καθορίζει και την περαιτέρω πορεία τους. Από τη μία το «μαζί δεν κάνουν και χώρα δεν μπορούν» και, από την άλλη, το «φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη».
Με άλλα λόγια: Η αλληλεξάρτησή τους είναι τόσο μεγάλη, σημαντική και περίπλοκη που, ακόμη και στην περίπτωση που το επέλεγαν, δύσκολα θα κατάφερναν να κόψουν τον «Γόρδιο Δεσμό» που τις ενώνει χωρίς να πληγωθούν σοβαρά.
«Τέμνονται» σε πολλά μέτωπα
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι δεν το επιλέγουν – είτε διότι δεν θέλουν, εκτιμώντας πως έτσι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα είτε γιατί δεν τολμούν, φοβούμενες αυτά που θα χάσουν σε περίπτωση που βρεθούν αντιμέτωπες. Ιδού και ορισμένα παραδείγματα που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Όσον αφορά στην Τουρκία, η περίπτωση της Συρίας είναι ενδεικτική. Αν και ο Ερντογάν έχει εδώ και καιρό διακηρύξει την πρόθεσή του να εισβάλει εκ νέου στα κουρδικά εδάφη στο βόρειο τμήμα της χώρας, μέχρι στιγμής δεν το έχει τολμήσει, γιατί φοβάται την ήττα, καθώς με βάση τα σημερινά δεδομένα θα βρεθεί μόνος εναντίον όλων: Των Αμερικανών, που δεν έχουν λόγο να τον στηρίξουν, εγκαταλείποντας τους εκεί συμμάχους τους. Τον στρατό του Άσαντ, ο οποίος γνωρίζει καλά τα κατατόπια και έχει λόγο να πολεμήσει. Και φυσικά τους Ρώσους, οι οποίοι ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό την… εναέρια κυκλοφορία στην περιοχή.
Έτσι, ο Ερντογάν είναι αναγκασμένος να συνεχίσει το παζάρι με τον Πούτιν, μέχρις ότου βρεθεί η κατάλληλη ευκαιρία και επιτευχθεί η αναγκαία ισορροπία. Στον Καύκασο, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά, καθώς στη διαμάχη Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας είναι η Τουρκία που φαίνεται να έχει το πάνω χέρι, καθώς η Μόσχα δεν θέλει να τα χαλάσει με καμία από τις δύο χώρες, γεγονός που βοηθά την Άγκυρα να προωθεί τα σχέδιά της.
Ουκρανία και ενέργεια
Στην Ουκρανία, την ίδια στιγμή, η κατάσταση είναι ακόμη πιο σύνθετη. Στην πράξη, πάντως, ειδικά μετά την πρόσφατη συμφωνία για τα σιτηρά, δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί ότι η συγκεκριμένη κρίση έχει ενισχύσει σημαντικά τον ρόλο και το κύρος της Τουρκίας και του Ερντογάν, ο οποίος είναι ο μόνος που μιλά με τους πάντες και τους αναγκάζει να παραδέχονται ότι τον έχουν ανάγκη: Με το ΝΑΤΟ, την Ουάσιγκτον και το Κίεβο, με τη Μόσχα, το Παρίσι και το Βερολίνο.
Έτσι, αν και «προσέχουν πολύ να μην περάσουν τις κόκκινες γραμμές της Ρωσίας», όπως έγραφε πρόσφατα η Deutsche Welle, πρακτικά δεν της έχουν δώσει το δικαίωμα να αμφισβητήσει την πώληση drones και άλλου στρατιωτικού υλικού προς τους Ουκρανούς, που τόση ζημιά έχει κάνει στις ρωσικές δυνάμεις. Και η τουρκική πλευρά, όμως, φροντίζει να μην τις ενοχλεί ιδιαιτέρως στη Μαύρη Θάλασσα όπου, εάν ήθελε, θα μπορούσε να τους προκαλέσει μεγάλη ζημιά.
Ο Πούτιν μοιάζει να παίρνει ρεβάνς στην ενέργεια και συνολικά την οικονομία, εκμεταλλευόμενος την εξάρτηση της Τουρκίας από τη Ρωσία: Η πρώτη εισάγει, άλλωστε, από τη δεύτερη σχεδόν το ήμισυ του φυσικού αερίου που έχει ανάγκη, καθώς και πάνω από το 55% των σιτηρών που προμηθεύεται από τρίτες χώρες. Επίσης, η Rosatom έχει αναλάβει την κατασκευή των πρώτων τουρκικών πυρηνικών αντιδραστήρων στο Ακούγιου, ενώ εκατομμύρια Ρώσοι τουρίστες επισκέπτονται κάθε χρόνο τα θέρετρα της Τουρκίας, προσφέροντάς της πολύτιμο συνάλλαγμα.
Δύο αντίπαλοι, με τόσα κοινά
Κι αυτό, ωστόσο, γίνεται με το αζημίωτο, στο πλαίσιο του διμερούς δούναι και λαβείν: Η Τουρκία, όπως προαναφέρθηκε, λειτουργεί ως «ενδιάμεσος» που συνδέει δυτικές εταιρείες με τη Ρωσία (στην Ιταλία έχει προκληθεί σάλος γι’ αυτό, λόγω και των επικείμενων εκλογών), ενώ πρόσφατα υιοθέτησε το ρωσικό σύστημα πληρωμών Mir.
«Ο Πούτιν και ο Ερντογάν είναι αντίπαλοι, αλλά έχοντας πολλά κοινά», εκτιμά το Bloomberg, περιγράφοντας την αναμφίβολα ιδιόμορφή σχέση ανάμεσα σε δύο ισχυρές δυνάμεις, με ακόμη πιο ισχυρούς συμμάχους, οι οποίες δύσκολα θα οδηγηθούν σε κατά μέτωπο σύγκρουση στο ορατό μέλλον.
Αντιθέτως, ίσως έλθουν ακόμη πιο κοντά με την επικείμενη ένταξη της Τουρκίας στην ομάδα BRICS. Τόσο κοντά ώστε στον πολυπολικό κόσμο που δημιουργείται, Ρωσία και Τουρκία ενδεχομένως να βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο – αν και χωρίς αποκλειστικότητες στις σχέσεις τους.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και ποια είναι τα πλεονεκτήματα που έχει η μία απέναντι στην άλλη, θα ρωτήσει κανείς; Αναμφίβολα, η Ρωσία έχει δύο – τον τεράστιο φυσικό της πλούτο και το πυρηνικό της οπλοστάσιο. Όσο για την Τουρκία, ασφαλώς και ποντάρει στο γεγονός ότι, λόγω της στρατηγικής της θέσης και του πολιτισμού της, αποτελεί γέφυρα ανάμεσα σε τρεις ηπείρους και διαφορετικούς κόσμους και συμφέροντα. Δεν τα λες και λίγα…