Η ελληνική οικονομία χρειάζεται επενδύσεις για να αξιοποιήσει τον ενάρετο αναπτυξιακό κύκλο που έχει ξεκινήσει. Το 2022 θα είναι το πρώτο έτος μετά την κρίση στο οποίο οι νέες επενδύσεις θα ξεπεράσουν τις αποσβέσεις προηγούμενων ετών. Οι επενδύσεις αυτές χρειάζονται συνέπεια, συνέχεια και μεγάλες επιδόσεις διάρκειας. Επενδύσεις χρειάζονται για να κλείσουν το επενδυτικό κενό της τάξεως των 94 δισ. από τη δεκαετία της κρίσης αλλά και για να καλύψουν τις προκλήσεις που εμφανίζουν οι νέες τεχνολογίες (5G, υποδομές cloud, δικτύων ενέργειας, αποθήκευσης ενέργειας). Χρειαζόμαστε επενδύσεις επί ελληνικού εδάφους ανεξαρτήτως προέλευσης και ιδιοκτησιακού καθεστώτος σε τομείς όπως οι υποδομές, η ενέργεια και πράσινη μετάβαση, οι τηλεπικοινωνίες και η ψηφιακή αναβάθμιση, ο τουρισμός και η βιομηχανία.

Οι επιχειρήσεις που θα μείνουν εκτός αυτού του κύκλου επενδύσεων θα χάσουν μοναδικές ευκαιρίες που προκύπτουν από την επαναφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων στη Δύση από την Ανατολή ως αποτέλεσμα της κρίσης των εφοδιαστικών αλυσίδων, της αβεβαιότητας των ασιατικών παραγωγικών μοντέλων και της μεταφοράς από το «just in time» στο «just in case». Αυτές οι ευκαιρίες δεν είναι προφανείς και απαιτούν ικανότητα παραγωγής σε κλίμακα και σε ανταγωνιστικό κόστος. Οσες ελληνικές επιχειρήσεις το κατανοούν έχουν ξεκινήσει επενδύσεις και είναι κυρίως οι μεγάλες επιχειρήσεις (εκτιμήσεις της Eurobank ανάγουν σε 38 δισ. τις επενδύσεις μεγάλων επιχειρήσεων σε ώριμο στάδιο υλοποίησης στους παραπάνω 5 τομείς στην επόμενη 3ετία και που θα έχουν πάνω από 10% θετική επίδραση στο ΑΕΠ της χώρας και με απασχόληση σε άνω των 480 χιλιάδων θέσεων).

Η Ελλάδα δεν προσελκύει επενδύσεις λόγω μεγάλης κλίμακας καταναλωτών (όπως συμβαίνει στην Κίνα και στις ΗΠΑ αυτή την περίοδο) αλλά λόγω της τοποθεσίας της ως κόμβου μεταφορών, αποθήκευσης, ενέργειας και άλλων παραγόντων της παγκόσμιας οικονομίας. Το τουριστικό προϊόν και οι συμπληρωματικές επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη διάθεση και κατανάλωσή του είναι και αυτές προφανείς επενδυτικές ευκαιρίες. Μία επίσκεψη σε πολλές εταιρείες πληροφορικής (σε Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Πάτρα, Ηράκλειο, Αθήνα) που παράγουν προϊόν με αποκλειστική κατανάλωση εκτός Ελλάδος θα πείσει επίσης για τη δυνατότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας να αποτελέσει πόλο προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων. Εχουμε και μπορούμε να επεκτείνουμε το ψηφιακό παραγωγικό μοντέλο της χώρας σε μία βιομηχανία που δεν την είχαμε ποτέ φανταστεί και η οποία στηρίζεται αποκλειστικά στην ικανότητα της χώρας μας να παράγει πολύ υψηλής ποιότητας μηχανικούς, φυσικούς και μαθηματικούς που βρίσκουν εναλλακτικές επαγγελματικές διεξόδους από τα φροντιστήρια ιδιαίτερων μαθήματων ή την καριέρα στο εξωτερικό και γίνονται παραγωγοί εξαγώγιμων ψηφιακών προϊόντων ή λύσεων.

Για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα χρειαστούν γενναίες αποφάσεις επενδύσεων (με ή χωρίς επιδοτήσεις). Η υλοποίηση όλων των μεγάλων επενδυτικών έργων της χώρας αργά η γρήγορα οδηγεί σε υπεργολαβίες (που διασφαλίζουν ευελιξία και κινητικότητα στις μεγάλες επιχειρήσεις) και συνεργασία με πολλές μικρές επιχειρήσεις. Υπάρχει επομένως ένα πολλαπλασιαστικό φαινόμενο των μεγάλων επενδύσεων το οποίο διαχέεται στην οικονομία, το οποίο όμως δεν ακολουθεί τη λογική «ώριμου φρούτου». Το γενικό σύνθημα ότι «οι μικρές επιχειρήσεις θα πρέπει να κινητοποιηθούν ώστε να είναι έτοιμες να ανταποκριθούν στις ευκαιρίες και προκλήσεις που θα παρουσιαστούν», είναι γενική επίκληση χωρίς πρακτικό αντίκρισμα. Η κινητικότητα που βιώνουμε από τις ξένες ή/και τις εγχώριες επενδύσεις μεγάλης κλίμακας στη χώρα μας απαιτούν ήδη αναβαθμισμένες ικανότητες από τις μικρότερες επιχειρήσεις που πολλές φορές δεν υπάρχουν. Για παράδειγμα χρειαζόμαστε:

  • integrators για εφαρμογές cloud και big data για κάθε μία από τις 4 μεγάλες επενδύσεις που γίνονται στην χώρα (Microsoft, AWS, Google, Lamda Helix),
  • εξειδίκευση στα μεγάλα αλλά και μικρά ενεργειακά έργα,
  • εξειδίκευση στις εφαρμογές υποδομών αλλά και εμπορικής αξιοποίησης του 5G,
  • υποδομές για τους ξένους που αυξανόμενα θα ζουν στη χώρα μας πέρα από την περίοδο του καλοκαιριού,
  • επιχειρήσεις που μπορούν να κάνουν εξαγωγές και μπορούν να λάβουν μέρος σε παγκόσμια ψηφιακά market places όπως η Amazon ή η Alibaba.

Η προσαρμογή των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων θα απαιτήσει επενδύσεις για να πετύχουν αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους: ποιότητα, ευελιξία παραγωγής, αποθηκευτική και μεταφορική ικανότητα, νέα προϊόντα, κ.λπ. Εδώ έχουμε ένα κενό γνώσης ή και θάρρους για αυτές τις απαιτούμενες επενδύσεις. Οι μικρές επιχειρήσεις συνήθως έχουν οικογενειακή δομή και άρα η ενδεχόμενη αποτυχία επιδρά άμεσα στα φυσικά πρόσωπα της οικογενείας. Αντίβαρο σε αυτή την πραγματικότητα είναι τα προγράμματα ΕΣΠΑ, Αναπτυξιακού Νόμου, επιδοτήσεων επιτοκίου, εγγυοδοτικών (EU Invest) τα οποία ουσιαστικά δρουν υποστηρικτικά για τη βιωσιμότητα αυτών των επενδύσεων – είτε μέσω της επιχορήγησης είτε μέσω της επιδότησης των επιτοκίων. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ιδέες, τόλμη, προτάσεις και ίδια συμμετοχή των επιχειρηματιών ως ελάχιστη ένδειξη εμπιστοσύνης στην επένδυση.

Το τραπεζικό σύστημα εξυπηρετεί με απλά τραπεζικά προϊόντα περίπου 900.000 επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες. Δεν χρειάζονται όλοι δανεισμό και ο δανεισμός δεν είναι πανάκεια για την ανάπτυξή τους. Γύρω στις 130.000 διαθέτουν σήμερα ενήμερα τραπεζικά δάνεια. Το ζητούμενο είναι να δούμε με θάρρος και ειλικρίνεια το τι πρέπει να κάνουμε όλοι έτσι ώστε να στηρίξουμε κάθε επενδυτική ιδέα επιχειρήσεων που θέλουν να αναπτυχθούν και να συμμετέχουν και οι ίδιες στην επενδυτική προσπάθεια.

Τα επόμενα 2 έτη είναι καθοριστικά διότι τόσο η υλοποίηση των μεγάλων επενδυτικών έργων της χώρας όσο και η απορρόφηση κοινοτικών και εθνικών προγραμμάτων στήριξης μικρών επιχειρήσεων θα φέρουν σημαντικούς πόρους στήριξης επενδυτικών πρωτοβουλιών. Χρειαζόμαστε συνεπώς άμεσα ολοκληρωμένη και εξειδικευμένη ενημέρωση του επιχειρηματικού κόσμου τόσο για τα προγράμματα όσο και για την αναγκαιότητα επενδυτικών πρωτοβουλιών, διότι η στασιμότητα δεν διασφαλίζει την επιχειρηματική επιβίωση. Αυτό σημαίνει ενιαίο επικοινωνιακό πλάνο (όπως κάνει η χώρα για το τουριστικό προϊόν εδώ και χρόνια) και όχι αποσπασματική επικοινωνία ανά πρόγραμμα και ανά δράση.

Χρειαζόμαστε αφύπνιση του επιχειρηματικού πνεύματος ειδικά σε αυτόν τον μακροοικονομικό και πολιτικό κύκλο που η επιχειρηματικότητα στη χώρα μας έχει οικουμενική αποδοχή ως η μόνη διέξοδος για παραγωγή κοινωνικού πλούτου. Τέλος χρειαζόμαστε να διασφαλίσουμε, εμείς οι τράπεζες αλλά και οι εποπτικοί φορείς, ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δεν θα μείνουν εκτός των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων προσαρμογής επί θεμάτων κλιματικής αλλαγής σε πρακτικό και όχι εικονικό πεδίο εφαρμογής. Για τις μικρές επιχειρήσεις η κλιματική αλλαγή και οι αναγκαίες προσαρμογές φτάνουν προς το παρόν μέχρι τις παρυφές της εξοικονόμησης ενέργειας ενώ η πραγματική διάσταση του θέματος αποτελεί και την κατεύθυνση για τις μελλοντικές επενδύσεις που θα απαιτηθούν.

Ο κ. Ανδρέας Αθανασόπουλος είναι αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Ο «αλγόριθμος του Αιγαίου»: Πώς μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην ελληνική οικονομία;
Experts |

Πώς μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να τονώσει την ελληνική οικονομία;

Οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να επωφεληθούν από την ικανότητα της τεχνητής νοημοσύνης να αυτοματοποιεί επαναλαμβανόμενες διεργασίες, να εξορθολογίζει κρίσιμες λειτουργίες και να βελτιώνει τη λήψη αποφάσεων