Η Ιρλανδία είναι μια χώρα που για πολλούς λόγους (γεωγραφική θέση, φορολογική πολιτική, συμμετοχή στην ΕΕ, καλές υποδομές, κοινή γλώσσα και κουλτούρα) προσελκύει ομαδόν τις αμερικανικές επενδύσεις. Οι αμερικανικοί τεχνολογικοί γίγαντες αλλά και επιχειρηματικοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται σε πάμπολλους κλάδους επιλέγουν το Δουβλίνο ως επί το πλείστον για να χτίσουν το προγεφύρωμά τους στην Ευρώπη. Οι αμερικανοί μάνατζερ και άλλοι επιτελείς που διασχίζουν τον Ατλαντικό, ωστόσο, έχουν ένα κοινό παράπονο που διατυπώνουν παγίως στους Ιρλανδούς: δεν έχουν πού να στεγάσουν το προσωπικό που είτε μετεγκαθιστούν από τις ΗΠΑ είτε προσλαμβάνουν στο νησί – ντόπιοι αλλά και πάμπολλοι από άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή και την Ασία.

Είναι κοινός τόπος η έλλειψη στέγης στην Ιρλανδία, για ντόπιους και ξένους. Που είναι εξάλλου πανάκριβη στη χώρα όπου, παρεμπιπτόντως, το κατώτατο ωρομίσθιο έχει αυξηθεί από τα 7,70 ευρώ που ήταν το 2012 στα 11,30 ευρώ και από 1ης Ιανουαρίου 2024 εκτινάσσεται στα 12,70 ευρώ λόγω πληθωρισμού (6,3% τον Αύγουστο του 2023).

Ο μέσος ακαθάριστος μισθός έχει φθάσει αισίως στα 3.683 ευρώ στη χώρα που μαζί με την Ελλάδα, την Κύπρο και την Πορτογαλία μπήκαν σε μνημόνιο μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Αλλά ένα ζευγάρι εργαζομένων με παιδί δυσκολεύεται να πληρώσει το νοίκι που ξεκινά από τα 2.000 ευρώ μηνιαίως στο Δουβλίνο για ένα διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων – και φθάνει έως τα 4.000 ή και 5.000 ευρώ.

Διαβήματα στην κυβέρνηση

Η πίεση για τις διοικήσεις των θυγατρικών αμερικανικών ομίλων είναι μεγάλη. Η Τάμι Γουίνι, ανώτερο στέλεχος της Kellogg Europe, δήλωσε στην «Business Post» του περασμένου Σαββατοκύριακου ότι η έλλειψη στέγης ήταν μια μεγάλη πρόκληση για την εταιρεία που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει μόνη της προκειμένου να διατηρήσει τους εργαζομένους της. Η εταιρεία αναλαμβάνει η ίδια να βρει καταλύματα στους υπαλλήλους που προσλαμβάνει.

Η Kellog Europe δεν είναι η μόνη. «Το Αμερικανικό Επιμελητήριο στην Ιρλανδία, το οποίο εκπροσωπεί μερικές από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές των ΗΠΑ που εδρεύουν στη Δημοκρατία, έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα τα τελευταία δύο χρόνια την κυβέρνηση του Δουβλίνου ότι η στέγαση είναι βασικό ζήτημα για τα μέλη του όταν εξετάζουν εάν θα αναπτύξουν δραστηριότητες στην Ιρλανδία», γράφουν οι «Irish Times».

Το Εμπορικό και Επιχειρηματικό Επιμελητήριο της Ιρλανδίας έχει επίσης προβεί σε παρόμοιες παραστάσεις στην κυβέρνηση για λογαριασμό των εταιρειών-μελών του. «Αλλά αντί να γκρινιάζουν απλώς, πολλές εγχώριες επιχειρήσεις σηκώνουν τα μανίκια, ιδιαίτερα στον ξενοδοχειακό τομέα υψηλών προδιαγραφών, όπου μετά την πανδημία έγιναν πολλές προσλήψεις εργαζομένων. Αυτή την εβδομάδα το Merrion Hotel στο Δουβλίνο επιβεβαίωσε ότι προχωρά σε σχέδια για την κατασκευή κατοικιών προσωπικού σε ένα κτίριο ανήκει στην εταιρεία και βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το ξενοδοχείο», σημειώνουν οι «Irish Times».

Το Merrion Hotel αναλαμβάνει να μετασκευάσει το παλαιό κτίριο γραφείων σε σύγχρονες κατοικίες. Η ιρλανδική εφημερίδα αναφέρει επίσης το παράδειγμα του Powerscourt Hotel στο Ένισκερι, ένα χωριό με μεγάλη τουριστική κίνηση στην κομητεία Ουίκλοου νότια του Δουβλίνου. Το ξενοδοχείο βρίσκεται σε αναζήτηση του κατάλληλου χώρου για να ανεγείρει ένα συγκρότημα φιλοξενίας προσωπικού 56 υπνοδωματίων.

Ο γενικός διευθυντής του πεντάστερου Ashford Castle Hotel Νάιαλ Ρότσφορντ αποκάλυψε επίσης στο ρεπορτάζ της ιρλανδικής εφημερίδας ότι η εταιρεία του εξετάζει «διάφορες επιλογές» προκειμένου να φροντίσει για την στέγαση των υπαλλήλων της.

Κάν’ το όπως η Guinness

«Το ερώτημα που ανακύπτει είναι γιατί η Google, η Pfizer, το Facebook και άλλοι αμερικανικοί κολοσσοί αντέδρασαν τόσο καθυστερημένα στο πρόβλημα στέγασης του προσωπικού τους», αναρωτιούνται οι «Irish Times». Και σημειώνουν την παρατήρηση που είχε κάνει στο δουβλινέζικο ραδιοφωνικό σταθμό RTÉ Radio 1 η Χέιζελ Τσου του Κόμματος των Πρασίνων ότι η πρακτική των ιρλανδικών εταιρειών στην ανέγερση εργατικών κατοικιών δεν είναι νέα.

«Υπήρξε μια εποχή το 19ο αιώνα, κατά την οποία οι μεγάλοι εργοδότες της χώρας, όπως η ζυθοποιία Guinness και η ποτοποιία Irish Distillers, έχτιζαν σπίτια στην πρωτεύουσα για να στεγάσουν τους εργαζομένους που απασχολούσαν», θύμισε η ιρλανδή πολιτικός, μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δουβλίνου.

«Σίγουρα τα κόστη για μια οικιστική ανάπλαση στην πρωτεύουσα έχουν αλλάξει άρδην τον τελευταίο ενάμιση αιώνα», γράφει ο ρεπόρτερ των «Irish Times». Ακόμη και μετά την πανδημία της Covid και το ξέσπασμα της πληθωριστικής κρίσης το κόστος κατασκευής έχει εκτοξευθεί καθιστώντας πολλά οικιστικά έργα σε ολόκληρη τη χώρα μη βιώσιμα, παρατηρεί.

«Αλλά μιλάμε για μερικές από τις πλέον κερδοφόρες και επιδραστικές επιχειρήσεις στην ιστορία του καπιταλισμού, οι οποίες διαθέτουν τεράστια κεφαλαιακά αποθέματα. Είναι περίεργο που τέτοιοι κολοσσοί του επιχειρείν εκπόνησαν τα σχέδια επέκτασής τους στην Ιρλανδία την τελευταία δεκαετία δίχως να σκεφθούν να δώσουν λύση σε ένα πρόβλημα που δεν είναι καινοφανές, αλλά ανακύπτει πιεστικά σε κάθε περίοδο οικονομικής ανάπτυξης ενός τόπου», γράφει η ιρλανδική εφημερίδα.

Το υπερ-αιωνόβιο παράδειγμα της Guinness δυστυχώς ξεχάστηκε.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή