Με ανοιχτό το ενδεχόμενο για μεγαλύτερες αυξήσεις το 2022, το υπουργικό συμβούλιο συμφώνησε στην έκδοση απόφασης για αύξηση κατά 2% του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου, μετά από εισήγηση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κ. Κωστή Χατζηδάκη, όπως ανακοίνωσε η κυβερνητική εκπρόσωπος, Αριστοτελία Πελώνη.

Συγκεκριμένα, ο νόμιμος κατώτατος μισθός για πλήρη απασχόληση, για τους υπαλλήλους όλης της χώρας καθορίζεται στα 663 ευρώ και το νόμιμο κατώτατο ημερομίσθιο για τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας στα 29,62 ευρώ. Οι αυξήσεις αυτές θα ισχύσουν από 1/1/2022, προκειμένου να έχει αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία της οικονομίας και να μην επιβαρυνθούν οι επιχειρήσεις που βρίσκονται στο στάδιο της επανεκκίνησης.

Επισημαίνεται, ακόμη, ότι «δεδομένου υπάρχουν θετικές προβλέψεις για σημαντική οικονομική ανάκαμψη το 2022, εκτιμάται ότι στην επόμενη διαδικασία αναθεώρησης που θα ολοκληρωθεί τον ερχόμενο Ιούνιο, θα υπάρχουν περιθώρια για μεγαλύτερη αύξηση του νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου».

Αυτό, ανέφερε, άλλωστε από την πλευρά του και ο υφυπουργός Εργασίας Πάνος Τσακλόγλου, ο οποίος, μιλώντας σήμερα στον ΣΚΑΙ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για μεγαλύτερη αύξηση το 2022 υπό την προϋπόθεση ότι θα ντο επιτρέψουν οι εξελίξεις στο μέτωπο της εθνικής οικονομίας. Πρόσθεσε ότι οι περισσότερες εκτιμήσεις δείχνουν ότι φέτος θα καταγραφεί τόσο αύξηση του ΑΕΠ, όσο της παραγωγικότητας της εργασίας, που επέτρεψε στην κυβέρνηση να αυξήσει τον κατώτατο μισθό και σημείωσε για τη σημερινή απόφαση ότι «το 2% που δόθηκε τώρα ήταν στα όρια των δυνατοτήτων της οικονομίας και ήταν μια πολύ καλή εξέλιξη».

Οι θέσεις των φορέων

Στο πλαίσιο της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία διαβούλευσης, οι εργοδοτικές οργανώσεις μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων (ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΣΒΕ) τάχθηκαν υπέρ της διατήρησης του κατώτατου μισθού στα σημερινά επίπεδα, εστιάζοντας κυρίως στις αρνητικές συνέπειες της πανδημίας και στις επιπτώσεις ενδεχόμενης αύξησης, στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και στην ανεργία.

Υπέρ του παγώματος του κατώτατου μισθού τάχθηκαν επίσης η Τράπεζα της Ελλάδος, το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και το ΚΕΠΕ.

Δύο επιλογές πρότεινε το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού: είτε διατήρηση του μισθού στα 650 ευρώ, με παράλληλα μέτρα αύξησης της αγοραστικής δύναμης, είτε αύξησή του κατά 1,53%.

Από τους φορείς που συμμετείχαν στη διαβούλευση, μόνο η ΓΣΕΕ έχει ταχθεί ανοικτά υπέρ μιας άμεσης αύξησης του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ μηνιαίως (+15,5%) με την προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 809 ευρώ.

Στην ανακοίνωση υπογραμμίζεται ότι σε σύγκριση με τα άλλα 21 κράτη-μέλη της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα κατατάσσεται στη 11η θέση όσον αφορά το ονομαστικό ύψος του κατώτατου μισθού και ότι οι 18 χώρες από τις χώρες αυτές  προχώρησαν σε ονομαστική αύξηση το διάστημα Ιανουαρίου 2020-Μαρτίου 2021, με τη μέση τιμή σε ευρώ να ανέρχεται στο 1,9%. Η μέση πραγματική αύξηση ήταν 1,5% δηλαδή μόλις 0,2 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από την αύξηση που επήλθε στον ελληνικό κατώτατο μισθό λόγω του αποπληθωρισμού.

«Η βαθιά ύφεση που σημειώθηκε την περίοδο της πανδημίας θα συνηγορούσε υπέρ της διατήρησης του υφιστάμενου κατωτάτου μισθού (όπως ζητούν οι εργοδοτικές οργανώσεις και ορισμένοι ερευνητικοί φορείς). Ωστόσο, οι θετικές προοπτικές για το άμεσο μέλλον αφήνουν περιθώρια για μια λελογισμένη αύξηση, η οποία θα δίνει στους εργαζόμενους ένα εύλογο μέρισμα χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την αναπτυξιακή τροχιά στην οποία μπαίνει η οικονομία».

Οι παράμετροι του 2%

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο κατώτατος μισθός δεν θα αποκλίνει από το σημείο ισορροπίας, και συνεπώς δεν θα πλήξει την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη, θα πρέπει η αύξηση να μην ξεπερνά το άθροισμα της αύξησης της παραγωγικότητας και του πληθωρισμού, επισημαίνει η κυβέρνηση.

Με βάση τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εξέλιξη του ΑΕΠ, της απασχόλησης, του πληθωρισμού και της παραγωγικότητας, μια αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% ικανοποιεί την ανωτέρω συνθήκη.

Στην επιλογή της λελογισμένης αύξησης του κατώτατου μισθού συνηγορούν επίσης τα ακόλουθα:

-Η μείωση των εργοδοτικών εισφορών κατά 2,27% και η μείωση του φόρου στα επιχειρηματικά κέρδη από 29% σε 22% αμβλύνουν την αρνητική επίδραση στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και, κατ’ επέκταση, την απασχόληση.

-Δεν αναμένεται να δημιουργήσει έντονες πληθωριστικές πιέσεις καθώς το παραγωγικό δυναμικό της χώρας  υποχρησιμοποιείται. Αντίστροφα, θα μπορούσε να συμβάλει σε ταχύτερη κάλυψη αυτού του παραγωγικού κενού (το οποίο με τρέχουσες εκτιμήσεις υπολογίζεται σε -7,5% για το 2021 και -4,4% για το 2022).

-Από πλευράς σηματοδότησης (signaling) είναι συμβατή με τη στοχοθέτηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ρυθμό πληθωρισμού 2% μεσοπρόθεσμα.

-Συμβαδίζει με την πρακτική που εφάρμοσαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, της παροχής δηλαδή συνετών αυξήσεων, οι οποίες έλαβαν υπόψη την ιδιαίτερη οικονομική συγκυρία που δημιούργησε η πανδημία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Tax