H μακροχρόνια αποτυχία στη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων στην Ελλάδα προκαλεί περιβαλλοντικές, πολιτικές και κοινωνικές… παρενέργειες. Τα σχέδια για την εξάλειψη της ανεξέλεγκτης απόρριψής τους παραμένουν εδώ και χρόνια, σε μεγάλο βαθμό ανεφάρμοστα, στα συρτάρια του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). Όπως συνέβη και με το τελευταίο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Επικίνδυνων Αποβλήτων (ΕΣΔΕΑ) που είχε εγκριθεί το 2016 (ΦΕΚ Β 4326/2016).

Έτσι, δεν ήταν διόλου τυχαίο, όταν στα τέλη του 2017, ο πέλεκυς του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έπεσε βαρύς για την Ελλάδα η οποία δεν είχε υιοθετήσει ειδικό σχέδιο για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων, δεν είχε δημιουργήσει ολοκληρωμένο και κατάλληλο δίκτυο εγκαταστάσεων διάθεσης των επικίνδυνων αποβλήτων, ούτε είχε θέσει σε εφαρμογή τη διαχείριση των «ιστορικών αποβλήτων». Πρόκειται για τα επικίνδυνα απόβλητα που έχουν παραχθεί από βιομηχανίες σιδήρου, χάλυβα, θερμικής μεταλλουργίας αλουμινίου, επεξεργασίες μετάλλων και βρίσκονται αποθηκευμένα για χρόνια σε ακατάλληλους χώρους των ίδιων των παραγωγών.

Το ΔΕΕ είχε τότε κρίνει ότι η χώρα μας ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει κατ’ αποκοπήν ποσό ύψους 10 εκατομμυρίων ευρώ και χρηματική ποινή 30.000 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί αποβλήτων. Και καθώς ακόμη η Ελλάδα δεν έχει συμμορφωθεί, το ελληνικό κράτος εξακολουθεί ανά εξάμηνο να καταβάλλει πρόστιμο. Διότι δεν διαθέτει ούτε έναν ΧΥΤΕΑ (Χώρο Υγειονομικής Ταφής Επικίνδυνων Αποβλήτων) ενώ δεν έχει καταφέρει να διαχειριστεί το σύνολο των ιστορικών αποβλήτων.

Το προηγούμενο ΕΣΔΕΑ προέβλεπε για αυτά, υποβολή σχεδίων συμμόρφωσης έως τα μέσα του 2016 και αποκατάσταση των χώρων αποθήκευσής τους έως το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018. Σήμερα, όπως υποστηρίζει στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» ανώτατο στέλεχος του ΥΠΕΝ, περίπου για το 50% των αποθηκευμένων επικίνδυνων αποβλήτων έχει γίνει διαχείριση διά της εξαγωγής τους σε τρίτες χώρες ή με τον αποχαρακτηρισμό τους ως μη επικίνδυνων.

Εικοσαετής αδράνεια

Όσον αφορά στους ΧΥΤΕΑ, οι πρώτες μελέτες για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων στη Ελλάδα είχαν ανατεθεί στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με στόχο το 2000 να λειτουργούν δύο ΧΥΤΕΑ, ένας στη Βόρεια Ελλάδα (Θεσσαλονίκη) και ένας στη Νότια (Αττικο-βοιωτία). Οι μελέτες ολοκληρώθηκαν λίγα χρόνια αργότερα, αλλά καμία κυβέρνηση δεν ανέλαβε το πολιτικό κόστος της χωροθέτησής τους, εξαιτίας πιθανών αντιδράσεων των τοπικών κοινωνιών.

Τελικά, 22 χρόνια μετά, η Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων (ΔΕΣΕ) ενέκρινε προ ημερών (29 Δεκεμβρίου) τέσσερα νέα επενδυτικά σχέδια, μεταξύ των οποίων και η «Ολοκληρωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Βιομηχανικών Αποβλήτων» της ΕΛΒΙΟΚ M.A.E. (θυγατρική του ομίλου ElvalHalcor).

H επενδυτική πρόταση αφορά στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη Ολοκληρωμένης Εγκατάστασης Διαχείρισης Βιομηχανικών Αποβλήτων, η οποία αποτελείται από ΧΥΤΕΑ καθώς και από επιπλέον εξειδικευμένα έργα υποδομής. Οι εγκαταστάσεις θα κατασκευαστούν σε χώρο συνολικής έκτασης 148 στρεμμάτων σε εκτός σχεδίου περιοχή του Δήμου Τανάγρας. Το συνολικό κόστος της επένδυσης ανέρχεται σε 32 εκ. ευρώ και αναμένεται να δημιουργήσει 50 νέες θέσεις εργασίας κατά τη λειτουργία της.

Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνει στέλεχος του ΥΠΕΝ, ακόμη κι εάν τελικά η επένδυση πραγματοποιηθεί θα λύσει σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα, ωστόσο το πιθανότερο είναι ότι θα χρειαστεί άλλη μια μονάδα στη Βόρεια Ελλάδα.

Νέο ανανεωμένο σχέδιο

Η τελευταία προσπάθεια της πολιτείας για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων ξεκίνησε στις 29 Σεπτεμβρίου 2020 οπότε δημοσιεύεται σε ΦΕΚ η έγκριση του νέου Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) στο οποίο αυτή τη φορά ενσωματώνεται το ΕΣΔΕΑ. Και λίγες ημέρες πριν, παραμονές Πρωτοχρονιάς (30.12.2021), το ΥΠΕΝ αναθέτει στη μελετητική εταιρεία Enviroplan την εκπόνηση της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για τις προβλέψεις του ΕΣΔΑ που αφορούν στα σχέδια για τα επικίνδυνα απόβλητα έως το 2030. Μελέτη που θα ανοίξει τον δρόμο για να προχωρήσουν οι προβλεπόμενες επενδύσεις τα επόμενα χρόνια.

Tα επικίνδυνα απόβλητα χρήζουν ειδικότερης, συνολικής, αντιμετώπισης προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία του περιβάλλοντος και η δημόσια υγεία, αλλά και η προώθηση της αποδοτικής χρήσης των πόρων. Στη χώρα μας, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» ο πρόεδρος της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης κ. Φίλιππος Κυρκίτσος, εκτιμάται ότι παράγονται περί τους 300.000 τόνους επικίνδυνων αποβλήτων. «Και λέμε εκτιμάται διότι μεγάλες ποσότητες θάβονται παρανόμως, ενώ οι υπόλοιπες αποθηκεύονται προσωρινά και ένα μικρό ποσοστό εξάγεται», σημειώνει. Όσον αφορά στα ιστορικά απόβλητα, σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο τελευταίο ΕΣΔΑ, στο τέλος του 2014 ανέρχονταν σε 545.085 τόνους και σήμερα έχει απομακρυνθεί περίπου το 50%, κυρίως μέσω διασυνοριακών μεταφορών.

Ετησίως (με τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2018) από το σύνολο των παραγόμενων επικίνδυνων αποβλήτων, από τις βιομηχανίες προέρχονται περίπου 100.000 τόνοι, εκ των οποίων το 36% είναι στερεά απόβλητα από την επεξεργασία αερίων που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες και προέρχονται από βιομηχανίες μετάλλων. Όσον αφορά σε άλλα επικίνδυνα απόβλητα (εκτός των βιομηχανικών) άγνωστες παραμένουν οι ποσότητες αμιάντου – το 2018 πάνω εξήχθησαν 1.403 τόνοι. Γενικότερα, τα περισσότερα επικίνδυνα απόβλητα (36%) παράγονται στην Αττική, το 16% καταγράφεται στην Κεντρική Μακεδονία και το 13% στη Στερεά Ελλάδα, δηλαδή στις περιοχές όπου συγκεντρώνονται βιομηχανίες.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Green