Προχωρώντας με αργά βήματα προς την προσγείωση της οικονομικής δραστηριότητας το 2023 στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον κόσμο, διατηρώντας έστω και μεσαία επίπεδα πληθωρισμού (σε σύγκριση με το 2022), έρχεται στην επιφάνεια το ζήτημα της ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας και της κοινωνικής προστασίας. Αυτή η πολιτική μπορεί να πάρει δύο μορφές: Η πρώτη αφορά μια ενίσχυση φυσικών προσώπων κυρίως με υψηλή ροπή προς κατανάλωση, δηλαδή αυτών που βρίσκονται σε χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, αλλά και προς τις επιχειρήσεις (κυρίως μέσω επιχειρηματικών ενισχύσεων) όταν αυτές οδηγούνται σε συρρίκνωση της παραγωγής λόγω του ενεργειακού κόστους. Η δεύτερη αφορά οριζόντιες δράσεις όπως είναι π.χ. η επιδότηση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων στις παραγωγούς εταιρείες (χωρίς οροφές για τα μεγέθη της κατανάλωσης) και η μείωση των φόρων της κατανάλωσης και ιδίως του ΦΠΑ.

Η πρώτη προσέγγιση προφανώς έχει και ισχυρό αναδιανεμητικό χαρακτήρα αφού αφήνει έξω από την προστασία τα υψηλότερα εισοδήματα. Αντιθέτως στη δεύτερη εκλείπει πλήρως η αναδιανεμητική διάσταση ενώ ταυτοχρόνως, λόγω των αναγκών χρηματοδότησης, και έχει έναν οριζόντιο επιβαρυντικό χαρακτήρα σε όλο το μήκος και πλάτος της φυσικής φορολογικής βάσης και έτσι αποκτά έναν αντιλαϊκό χαρακτήρα. Η δεύτερη αυτή πολιτική έχει άλλη μια επίπτωση: επιχειρεί να αποκαταστήσει τα πράγματα στην πρότερή τους κατάσταση, πριν δηλαδή τις αυξήσεις των τιμών των ενεργειακών προϊόντων. Ετσι ουσιαστικά αγνοεί τα πραγματικά γεωστρατηγικά χαρακτηριστικά των αιτιών των αυξήσεων καταλήγοντας σε μια ευθεία επιδότηση των αρχικών παραγωγών των ενεργειακών προϊόντων (Ρωσία και ενεργοπαραγωγικές χώρες). Ενώ δηλαδή θα πρέπει να εφαρμόζουμε μια πολιτική μείωσης της κατανάλωσης έτσι ώστε, κατά τρόπο συλλογικό, να ασκηθούν μειωτικές πιέσεις στη ζήτηση των προϊόντων για να επιτευχθούν οι μειωμένες τιμές (η πολιτική αυτή εφαρμόζεται επιτυχημένα), οι οριζόντιες επιδοτήσεις επιτυγχάνουν το αντίστροφο αποτέλεσμα.

Βεβαίως πολύ μεγάλο ρόλο παίζουν και οι πραγματικές συνθήκες των δημόσιων οικονομικών. Μια χώρα όπως η Γερμανία με δημοσιονομικά πλεονάσματα, κυρίως στο παρελθόν, είναι σε θέση να στηρίζει την κοινωνία της (200 δισ. ευρώ) ποικιλοτρόπως. Δεν ισχύει βεβαίως το ίδιο και για την Ελλάδα που μέχρι και τα Μνημόνια είχε συγκεντρώσει υψηλό χρέος. Συνεπώς θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικοί! Βεβαίως η ευρωζώνη τείνει (δεν έχει αποφασίσει ακόμα οριστικά) να τοποθετήσει στη θέση των ετήσιων δημοσιονομικών στόχων οδικούς χάρτες μείωσης των χρεών, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει πάντοτε η ανάγκη μιας ασφαλούς δημοσιονομικής πορείας.

Ομως η Ελλάδα έχει άλλο ένα επιπλέον δημοσιονομικό και κοινωνικό χαρακτηριστικό το οποίο θα απέτρεπε τις μειώσεις του ΦΠΑ να αποτελέσουν το αποτελεσματικότερο δημοσιονομικό εργαλείο. Πρόκειται για τη φοροδιαφυγή και τη συνακόλουθη μαύρη οικονομία. Το 25% των αναμενόμενων εσόδων από τον ΦΠΑ δεν εισπράττεται ποτέ. Εάν όμως εισπράττονταν αυτά τα 4-5 δισ. ευρώ που μας λείπουν (αντιστοιχούν στο 25%) θα ήταν πολύ πιο εύκολη η απόφαση μιας οριζόντιας μειωτικής φορολογικής κίνησης. Επιπροσθέτως είναι ορατός μάλιστα ο κίνδυνος οι μειώσεις του ΦΠΑ να μη φτάσουν ποτέ στην τσέπη των καταναλωτών!

Συνεπώς η αντιμετώπιση της μείωσης της ζήτησης και του πληθωρισμού απαιτούν επιλεκτικές και στοχευμένες κινήσεις και όχι οριζόντιες αποφάσεις.

Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι ομότιμος καθηγητής ΕΚΠΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις
Experts |

Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις

Mε διαφορετικούς όρους κρατικής παρέμβασης παρατείνεται η μνημονιακή κατάργηση (Φεβρουάριος 2012) της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που καθόριζε στην Ελλάδα επί δεκαετίες τον κατώτατο μισθό