Πολλοί στην Δύση και στο Κίεβο θα ήθελαν την ρωσική οικονομία να λυγίζει κάτω από το βάρος των κυρώσεων, αλλά προς απογοήτευση τους είναι business as usual στη Ρωσία.
Η τελευταία πτώση του ρουβλίου δεν προκαλεί το άγχος που κανονικά σχετίζεται με μια κατάρρευση εθνικού νομίσματος, καθώς ο συνεχιζόμενος πόλεμος του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία διαρκεί πλέον πέραν των 18 μηνών.
Την τελευταία φορά που σημειώθηκε κραχ, μετά την έναρξη του πολέμου τον Φεβρουάριο του 2022 και τις διεθνείς κυρώσεις, οι Ρώσοι προσπαθούσαν να αγοράσουν αυτοκίνητα, πλυντήρια ρούχων, ακόμη και σερβιέτες, πάνες και κάψουλες καφέ. Αυτή τη φορά δεν φαίνεται αυτά τα φαινόμενα να επαναλαμβάνονται.
Ρώσοι πολίτες που βίωσαν την πτώση της οικονομίας αμέσως μετά την εισβολή, λένε πλέον στο Bloomberg ότι αυτό δεν θα επηρεάσει την καθημερινότητα τους.
Το ρούβλι, το τρίτο νόμισμα με τις χειρότερες επιδόσεις φέτος στις αναδυόμενες αγορές, έσπασε το 100 ανά δολάριο ΗΠΑ τη Δευτέρα. Αυτό ανάγκασε την κεντρική τράπεζα της Ρωσίας να συγκαλέσει έκτακτη συνεδρίαση για να αυξήσει το επιτόκιο αναφοράς στο 12% από 8,5%. Οι αρχές εξετάζουν επίσης περαιτέρω μέτρα ελέγχου κεφαλαίων. Το νόμισμα διαπραγματεύτηκε στις 96,64 στις 2:12 μ.μ. στη Μόσχα την Τετάρτη.
Η ζωή προσαρμόστηκε στον πόλεμο
Η προσπάθεια στρατολόγησης εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στις ένοπλες δυνάμεις, οι συνεχείς επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ακόμη και εναντίον της Μόσχας, και η αποτυχημένη εξέγερση της μισθοφορικής εταιρείας Wagner του Γεβγκένι Πριγκόζιν, είναι μεταξύ των νέων καταστάσεων για τις οποίες μπορεί να ανησυχούν οι Ρώσοι. Ένας άλλος παράγοντας είναι ότι πολλοί λογαριασμοί ταμιευτηρίου σε ρούβλια έχουν εξαλειφθεί από προηγούμενα προβλήματα, ενώ κάποιο Ρώσοι έχουν μεταναστεύσει σε άλλες χώρες.
Μετά από μια περίοδο αστάθειας στη μετασοβιετική δεκαετία του 1990, το νόμισμα σταθεροποιήθηκε σε γενικές γραμμές μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Πούτιν το 2000 — υποστηριζόμενο από την ισχυρή τιμή του πετρελαίου. Αυτό άλλαξε απότομα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, όταν το νόμισμα κατέρρευσε κατά 50%, καθιστώντας αυτό τη χειρότερη επίδοση εκείνης της χρονιάς ανάμεσα σε περισσότερα από 170 νομίσματα που παρακολουθεί το Bloomberg.
Η κεντρική τράπεζα πραγματοποίησε επίσης έκτακτη νυχτερινή συνεδρίαση με την ευκαιρία αυτή, ανακοινώνοντας τη μεγαλύτερη αύξηση ενιαίου επιτοκίου από το 1998. Το νόμισμα υποτιμήθηκε ξανά λίγο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά ανέκαμψε γρήγορα καθώς η Ρωσία επέβαλε μέτρα, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου κεφαλαίων.
Τι συμβαίνει σήμερα
Πλέον, μόνο το 60% περίπου των Ρώσων πιστεύει ότι η ισοτιμία του ρουβλίου επηρεάζει το εισόδημά τους και περίπου οι μισοί δεν παρακολουθούν καθόλου τις διακυμάνσεις, σύμφωνα με έρευνα της Otkritie Bank που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα.
«Η ισοτιμία ανησυχεί ένα μικρό μέρος του πληθυσμού, ειδικά αυτούς που έχουν αποταμιεύσεις. Και τώρα υπάρχουν λιγότεροι από αυτούς, ίσως περίπου το 10%,» είπε στο Bloomberg ο Ντένις Βολκόφ, κοινωνιολόγος στο ανεξάρτητο Levada Center της Μόσχας.
Οι Ρώσοι που βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση σε μεγαλύτερες πόλεις, όπως η Μόσχα ή η Αγία Πετρούπολη, είναι πιο δυσαρεστημένοι.
Οι κτηματομεσίτες στην πρωτεύουσα βλέπουν πολλούς πελάτες να ακυρώνουν τις πωλήσεις ακινήτων την τελευταία στιγμή καθώς τα σπίτια και τα διαμερίσματα θεωρούνται ως μια μορφή προστασίας από την υποτίμηση του νομίσματος. Ο τουρισμός έχει επίσης πληγεί, καθώς οι άνθρωποι ακυρώνουν τα σχέδια να πάνε στην Τουρκία ή άλλους δημοφιλείς προορισμούς καθώς το ρούβλι καθιστά το κόστος απαγορευτικό, σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη μιας τουριστικής εταιρείας στη Μόσχα.
Οι τράπεζες δυσκολεύουν τη διατήρηση ευρώ ή δολαρίων σε λογαριασμούς και τη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό. Ορισμένες διεθνείς εταιρείες καταναλωτικών αγαθών έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι οι τιμές, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών, έχουν επηρεαστεί, αν και όχι αρκετά για να προκληθεί αναταραχή.
Αύξηση του ΑΕΠ
Ωστόσο, το αδύναμο ρούβλι δεν εμπόδισε το ΑΕΠ της Ρωσίας να αυξηθεί κατά 4,9% το δεύτερο τρίμηνο, τερματίζοντας τέσσερις περιόδους συρρίκνωσης. Η ανάπτυξη ήταν υψηλότερη από την προβλεπόμενη και δείχνει ότι η οικονομία βρίσκεται σε καλό δρόμο να επιστρέψει στα προπολεμικά της επίπεδα το επόμενο έτος, καθώς θα προσαρμοστεί στις επιπτώσεις των διεθνών κυρώσεων.
Latest News
Reuters: Το κενό ηγεσίας επιδεινώνει την οικονομική δυσπραγία της Ευρώπης
Αν και η Ευρώπη υπερηφανεύεται για την ανοικτή οικονομία της, οι πιο άμεσες προκλήσεις εντοπίζονται στο εμπόριο, αναφέρει το Reuters
Περιστέρια και γεράκια στην ΕΚΤ - Όταν η βασική διαφωνία δεν είναι στα επιτόκια
Την Πέμπτη πραγματοποιείται η τελευταία για φέτος συνεδρίαση της ΕΚΤ - Τα στοιχήματα για τα επιτόκια
Η οικονομική πολιτική του Τραμπ θα φέρει «καταστροφή», προειδοποιεί ο Μπάιντεν
Ο Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε εναντίον της εφαρμογής του προγράμματος Project 2025 που φέρεται να ενστερνίζεται ο Ντόναλντ Τραμπ
Είναι ένας ανταγωνιστικός κόσμος - Ποιοι πληρώνονται καλύτερα σήμερα;
Η διεθνής αγορά εργασίας αναγκάζει ορισμένες εταιρείες να πληρώνουν περισσότερα σε... φθηνότερες περιοχές
Πώς οι κινεζικές αεροπορικές βρέθηκαν να κυριαρχούν στις πτήσεις από Ευρώπη σε Ασία
Οι κινεζικές αεροπορικές εκμεταλλεύονται τις ρωσικές αντι-κυρώσεις και επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους
Το κεφάλαιο για το λίθιο στη συμφωνία ΕΕ - Mercosur που πέρασε «στα ψιλά»
Αναλυτές της ολλανδικής τράπεζας ING δήλωσαν ότι η σημασία των κρίσιμων πρώτων υλών
Merger Monday: Σε μία ημέρα έκλεισαν deals 35 δισ. δολαρίων
Η επανεκλογή Τραμπ προκαλεί ευφορία στις επιχειρήσεις και τονώνει εξαγορές και συγχωνεύσεις
Η φιλοδοξία του Τραμπ να γίνει ο απόλυτος βαρόνος του πετρελαίου ίσως αποδειχθεί ένα όνειρο - Ανάλυση Economist
Η φιλοδοξία του Ντόναλντ Τραμπ να γίνει ο απόλυτος βαρόνος του πετρελαίου μπορεί να αποδειχθεί ένα όνειρο, καταλήγει ο Economist
Η Ισπανία θα νομιμοποιήσει 900.000 μετανάστες σε τρία χρόνια
Η Ισπανία αναμορφώνει τη νομοθεσία που διέπει τα δικαιώματα παραμονής ξένων μεταναστών στη χώρα
Πόσα επενδύουν ΗΠΑ, Κίνα και ΕΕ σε έρευνα και ανάπτυξη (R&D)
Πρώτες σε δαπάνες για έρευνα ( R&D) έρχονται οι ΗΠΑ, ακολουθεί η Κίνα και στην τρίτη θέση είναι οι 27 χώρες της ΕΕ με πρώτη τη Γερμανία