Μετά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που απαγόρευσε την ανακατανομή δαπανών, η τρικομματική κυβέρνηση της Γερμανίας βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς αναγκάζεται να αναπροσαρμόσει τον προϋπολογισμό για το τρέχον έτος και να επανεξετάσει τη στρατηγική της για τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.

Το νομικό ζήτημα επικεντρώνεται στην αξιοποίηση ειδικών κονδυλίων που δεν αποτελούν μέρος του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού για την στήριξη επενδύσεων μεγάλης κλίμακας. Διαδοχικές κυβερνήσεις, εξάλλου,κ έχουν καταφύγει σε αυτή την τακτική για να παρακάμψουν το συνταγματικά κατοχυρωμένο «φρένο χρέους» που θέτει αυστηρά όρια στο μέγεθος των κρατικών ελλειμμάτων και του δημόσιου δανεισμού. Η εν λόγω υπόθεση επικεντρώθηκε στην επαναχρησιμοποίηση των έκτακτων κονδυλίων του Covid-19 για τον εκσυγχρονισμό και το «πρασίνισμα» της οικονομίας.

Βερολίνο: Θα αντέξει μέχρι τέλους η κυβέρνηση Σολτς;

Η απόφαση της 15ης Νοεμβρίου που ελήφθη στη νοτιοδυτική γερμανική πόλη της Καρλσρούης απενεργοποίησε ουσιαστικά ένα από αυτά τα ειδικά και αποδοτικά μέχρι πρότινος κυβερνητικά εργαλεία – το σημαντικότερο όμως είναι ότι έθεσε εμμέσως υπό αμφισβήτηση εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ σε άλλες χρηματοδοτήσεις. Ο τρικομματικός συνασπισμός του καγκελάριου Όλαφ Σολτς αγωνιά τώρα για το πώς μπορεί να προχωρήσει ολόκληρο το πρόγραμμά του για να καταστήσει την οικονομία βιώσιμη.

Τα εκτός προϋπολογισμού κεφάλαια της Γερμανίας

Αξιοσημείωτη σύμπτωση, δε, είναι το γεγονός ότι η κρίση συμβαίνει ακριβώς την στιγμή που οι χώρες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, υποτίθεται ότι θα «αγκαλιάσουν» μια περίοδο λιτότερης διακυβέρνησης μετά από χρόνια ελεύθερων δαπανών για την καταπολέμηση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Μετά την αντιμετώπιση αυτών των εκτάκτων αναγκών, ο μακροχρόνιος κανόνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που περιορίζει τα δημοσιονομικά ελλείμματα στο 3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ, υποτίθεται ότι θα τεθεί και πάλι σε ισχύ τον Ιανουάριο. Μπορεί οι υπουργοί Οικονομικών των 27 μελών της ΕΕ να διαφωνούν για τις λεπτομέρειες, ωστόσο η γενικότερη εικόνα είναι σαφής: δεν μπορεί να επιτραπεί ο ίδιος ρυθμός δανεισμού.

«Είχαμε ένα τεράστιο ποσό δημοσιονομικών κινήτρων λόγω της συγκυρίας», δήλωσε ο Jason Davis, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην JPMorgan Chase Bank, σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg. «Είτε οι κανόνες επανέλθουν τον Ιανουάριο είτε δεν οργανωθούν μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι θα υπάρξει πίεση για τις οικονομίες να περιορίσουν τους προϋπολογισμούς τους».

Οι κυβερνήσεις αρχίζουν να συμμορφώνονται, ωθούμενες από το σημαντικά υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους και τον έλεγχο από τους επενδυτές και τις εταιρείες αξιολόγησης. Μακροπρόθεσμες πιέσεις, από το «πρασίνισμα» των βιομηχανιών και του ενεργειακού δικτύου έως τις επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού και της συρρίκνωσης του εργατικού δυναμικού, αποτελούν πρόσθετα κίνητρα.

Τι κάνουν Βρετανία και ευρωπαϊκές χώρες

Η μετατόπιση από τα κίνητρα επισημάνθηκε από αξιωματούχους της ΕΕ, οι οποίοι στην τελευταία σειρά οικονομικών προβλέψεων, που δημοσιεύθηκε στα μέσα Νοεμβρίου, επισήμαναν ότι η δημοσιονομική στάση της Ένωσης προβλέπεται φέτος να «γίνει συσταλτική» και να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ανάπτυξη το 2024. Το συνολικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ υποχωρεί επίσης, συμπλήρωσαν.

Το Ηνωμένο Βασίλειο -που έχει πλέον αποχωρήσει προ πολλού από την ΕΕ αλλά αντιμετωπίζει παρόμοιες πιέσεις- ενεργεί επίσης για να θέσει υπό έλεγχο το δικό του δανεισμό. Ένας μίνι προϋπολογισμός που παρουσιάστηκε στις 22 Νοεμβρίου περιείχε και ανησυχητικά ψιλά γράμματα, που επιβεβαίωναν ότι μέχρι το 2027-28 η φορολογική επιβάρυνση της Βρετανίας θα αυξηθεί στο υψηλότερο επίπεδο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ωστόσο, όπως συνειδητοποιούν το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες, είναι δύσκολο να απογαλακτιστούν οι ψηφοφόροι από την πρόσθετη βοήθεια.

Στην Ιταλία, η οποία έχει δείκτη χρέους περίπου 140% του ΑΕΠ, με την Moody’s Investors Service να την βγάζει από την επικίνδυνη ζώνη των «σκουπιδιών», η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι έχει επιμείνει σε μέτρα που θα διατηρήσουν το έλλειμμα πάνω από το 3% μέχρι το 2026.

Η Γαλλία, με μικρότερο βάρος αλλά με ακόμη πιο απαιτητικό εκλογικό σώμα, βρέθηκε πρόσφατα σε μια από τις πορτοκαλί λίστες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επειδή το σχέδιο προϋπολογισμού της χώρας για το 2024 κινδυνεύει να παραβιάσει τις δημοσιονομικές της κατευθύνσεις.

Η γερμανική… αλλεργία

Οι Βρυξέλλες έκριναν ότι η Γερμανία εξακολουθεί να είναι υπερβολικά γενναιόδωρη με την ενεργειακή βοήθεια, αλλά ξεχωρίζει επίσης για τη σύνεσή της. Ως η οικονομική ατμομηχανή της περιοχής, με λόγο χρέους λιγότερο από το μισό του αντίστοιχου της Ιταλίας, τα δημόσια οικονομικά της προκαλούν εδώ και καιρό τόσο φθόνο όσο και απογοήτευση μεταξύ των ευρωπαίων ομολόγων της.

Η αλλεργία της χώρας στα δημοσιονομικά ελλείμματα εδράζεται στην απροθυμία των ίδιων των πολιτών της να δανειστούν. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως η λέξη «χρέος» στα γερμανικά (die Schuld), σημαίνει επίσης «ενοχή». Πριν από την πανδημία, σε μια εποχή εξαιρετικά χαμηλού κόστους δανεισμού, η στάση αυτή θεωρούνταν παράλογη από διεθνείς οικονομικούς παρατηρητές. Αλλά όταν χτύπησε o Covid-19, η Γερμανία μπόρεσε να εκκινήσει μια μαζική δημοσιονομική στήριξη για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις -που ανήλθε σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ- και στη συνέχεια να παράσχει βοήθεια για να απαλύνει τον πόνο τους από την εκτίναξη των λογαριασμών ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Επιπλέον, ένα τεράστιο πρόγραμμα δαπανών της ΕΕ για τη βοήθεια χωρών που έχουν πληγεί από την πανδημία, όπως η Ιταλία, θα μπορούσε να προχωρήσει μόνο με την υποστήριξη της Γερμανίας.

Μπορεί να αντιδράσει ο Σολτς;

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ένα δημοσιονομικό γεράκι, βρισκόταν ήδη σε καλό δρόμο για την επιστροφή του προφίλ του προϋπολογισμού στην κανονικότητα, αλλά στηρίχθηκε επίσης περισσότερο από πριν σε ειδικά κεφάλαια εκτός προϋπολογισμού για να ικανοποιήσει τις πολιτικές απαιτήσεις των εταίρων του συνασπισμού για επενδύσεις σε «πράσινα» έργα και τη διατήρηση του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας της χώρας.

Αυτή η προσέγγιση είναι τώρα στα τάρταρα. Το υπουργικό συμβούλιο του Σολτς ενέκρινε την αναστολή του φρένου χρέους για το 2023, σε μια κίνηση που δεν θα αυξήσει τον συνολικό δανεισμό. Το πάγωμα σχεδόν όλων των νέων δαπανών παραμένει σε ισχύ προς το παρόν, και οι προοπτικές μπορεί να παραμείνουν θολές για εβδομάδες, καθώς οι αξιωματούχοι προσπαθούν να καταρτίσουν έναν νομικά στεγανό προϋπολογισμό για το 2024, αφήνοντας στους παρατηρητές ελάχιστα στοιχεία για να εκτιμήσουν τον αντίκτυπο.

Το Bloomberg Economics είναι δυσοίωνο, προειδοποιώντας ότι η ανάπτυξη το 2024 θα μπορούσε να επιβραδυνθεί σε λιγότερο από το μισό του 0,9% που προβλέπει, εάν οι δαπάνες χρειαστεί να περιοριστούν απότομα.

Η Βερόνικα Γκριμ, μέλος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της Γερμανίας, δήλωσε στην τηλεόραση του Bloomberg ότι η έκταση των επιπτώσεων θα εξαρτηθεί από το αν η κυβέρνηση συνασπισμού και η αντιπολίτευση μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία. Οποιαδήποτε αλλαγή του Συντάγματος για να μεταβληθεί το φρένο χρέους θα απαιτούσε πλειοψηφία δύο τρίτων. «Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη», τόνισε. «Η κυβέρνηση πρέπει πραγματικά να δράσει γρήγορα».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Μόδα: H απίστευτη ιστορία πίσω από τις πανάκριβες τσάντες Goyard
Διεθνή |

Διάσημες, ακριβές αλλά χωρίς διαφήμιση - Ποιες είναι οι τσάντες Goyard

Μία από τις πιο εμβληματικές και ακριβές τσάντες της μόδας έχει βρεθεί στα χέρια προσωπικοτήτων όπως ο Πάμπλο Πικάσο, η Κοκό Σανέλ, ο Καρλ Λάγκερφελντ αλλά και μέλη της δυναστείας των Ρομανώφ