Aπό τα θανατηφόρα κύματα καύσωνα έως τις πλημμύρες που πλήττουν την ανάπτυξη πόλεων και διαταράσσουν τις κοινωνίες, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς σε όλο τον κόσμο. Το ίδιο και το ποιον θεωρεί το κοινό υπεύθυνο για το αποτύπωμα της κλιματικής κρίσης: τις βιομηχανίες και τις εταιρείες.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των ΗΠΑ, όπου το 52% των ερωτηθέντων σε έρευνα του Pew Research Center τον Οκτώβριο του 2023, δήλωσε ότι πιστεύει ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις και εταιρείες μπορούν να κάνουν «πολλά» για να μειώσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ενώ το 55% δήλωσε το ίδιο για την ενεργειακή βιομηχανία. Μόλις το 27% απάντησε ότι οι μεμονωμένοι πολίτες έχουν την ίδια δύναμη.

Κλίμα: Λιγότερο το χιόνι, μεγαλύτερη η δίψα

Εν τω μεταξύ, ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ηγετών επιχειρήσεων βλέπει τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων στα αποτελέσματά τους. Σε έρευνα της Deloitte το 2022, το 97% των παγκόσμιων στελεχών επισήμανε πως οι εταιρείες τους έχουν ήδη βιώσει αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, όπως διαταραχές στις εφοδιαστικές τους αλυσίδες.

Για να είναι επιτυχημένες τόσο τώρα όσο και στο μέλλον, λένε πολλοί εμπειρογνώμονες, οι επιχειρήσεις πρέπει να μεταρρυθμίσουν τις πρακτικές τους ώστε να είναι λιγότερο ευάλωτες στους αυξανόμενους κινδύνους που θέτει η κλιματική αλλαγή.

Δεν είναι λοιπόν περίεργο που το θέμα της ανθεκτικότητας κυριάρχησε στις συζητήσεις για το κλίμα στην ετήσια συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του 2024 στο Νταβός της Ελβετίας.

Υπερκατανάλωση δεν σημαίνει ανάπτυξη σε βάθος χρόνου

«Γνωρίζουμε ότι η ανάπτυξη που βιώσαμε όλα αυτά τα χρόνια τροφοδοτήθηκε με υπερκατανάλωση των πεπερασμένων πόρων της Γης», δήλωσε η Gim Huay Neo, διευθύνων σύμβουλος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ της Γενεύης, προεδρεύοντας σε πάνελ του Νταβός στις 17 Ιανουαρίου. «Το μεγάλο ερώτημα στο οποίο πρέπει να βρουν την απάντηση οι εταιρείες όμως είναι ένα: μπορούν να συνεχίσουν να αναπτύσσονται και να παράγουν κέρδη, μειώνοντας παράλληλα τις εκπομπές και σταματώντας την εξάντληση των φυσικών πόρων;».

Για να γίνει αυτό, πρόσθεσε, «πρέπει να οικοδομήσουμε νέα οικονομικά μοντέλα, νέες επιχειρήσεις και ενδεχομένως ένα νέο τρόπο ζωής που θα είναι καλύτερος από αυτόν που έχει η ανθρωπότητα σήμερα».

Αναγέννηση

Ορισμένοι εμπειρογνώμονες αναφέρονται στην προσέγγιση αυτή ως «αναγέννηση». Ένας όρος που ουσιαστικά αφορά την επανεξέταση και την επανεφεύρεση των πάντων, από τα επιχειρηματικά μοντέλα έως τις εφοδιαστικές αλυσίδες, και αποσκοπά στο προλαμβάνειν, σε αντίθεση με κάθε μέτρο που λαμβάνεται σήμερα ως επί το πλείστον για το θεραπεύειν.

Η αναγέννηση δημιουργεί θετικό αντίκτυπο, αντί απλώς να αποφεύγει έναν αρνητικό αντίκτυπο, σύμφωνα με τον Richard Forrest, παγκόσμιο επικεφαλής βιωσιμότητας της Kearney, η οποία δημοσίευσε πρόσφατη έκθεση σχετικά με την αναγεννητική προσέγγιση των επιχειρήσεων.

Ηγετική εταιρεία στο συγκεκριμένο τομέα αναδεικνύεται διαχρονικά η Patagonia, όπως εξηγεί ο Forrest στο BBC. Τι σημαίνει αυτό; Πώς αντί να προσπαθεί απλώς, για παράδειγμα, να ελαχιστοποιήσει την ποσότητα του βαμβακιού που αγοράζει για τα ρούχα της, το βαμβάκι που επιλέγει να χρησιμοποιεί για τα προϊόντα της είτε έχει ανακυκλωθεί είτε καλλιεργείται χρησιμοποιώντας αναγεννητικές βιολογικές πρακτικές, όπως η βελτίωση της απόδοσης του εδάφους με τη φύτευση διαφορετικών ειδών καλλιεργειών μαζί, η μείωση της ποσότητας της κατεργασίας και η επαναχρησιμοποίηση των αποβλήτων ως κομπόστ.

«Πράγματι, η βιομηχανία καταναλωτικών αγαθών, γενικά, πλησιάζει περισσότερο σε μια αναγεννητική προσέγγιση από ό,τι πολλές άλλες βιομηχανίες», εξηγεί ο Forrest. «Αυτό οφείλεται εν μέρει στους αυξανόμενους κυβερνητικούς κανονισμούς, όπως η προτεινόμενη οδηγία της ΕΕ για τη δέουσα επιμέλεια ως προς την εταιρική βιωσιμότητα. Κάποια από αυτά οφείλονται στη μετατόπιση των προσδοκιών των καταναλωτών».

Μετατόπιση

Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες καταναλωτικών αγαθών «μετατοπίζονται για καλούς επιχειρηματικούς λόγους επειδή είναι το σωστό», αναφέρει στο BBC.

Φυσικά, ακόμη και το να φτάσουν οι εταιρείες στο στάδιο της ανθεκτικότητας – πόσο μάλλον της αναγέννησης – αποτελεί πρόκληση.

«Μέσα από τις έρευνες, διαπιστώσαμε ότι μόνο το 16% των παγκόσμιων ηγετών θεωρούν ότι οι οργανισμοί τους είναι προετοιμασμένοι όσον αφορά την ανθεκτικότητα», δήλωσε στο Νταβός ο Bob Sternfels, παγκόσμιος διευθύνων εταίρος της McKinsey & Company US. Και αυτό παρόλο που, όπως είπε, «οι ερευνητές της McKinsey διαπίστωσαν ότι αν οι χώρες, οι επιχειρήσεις και τα άτομα δεν είναι ανθεκτικά, αυτό μπορεί να κοστίσει έως και 8% του ΑΕΠ – ένα τεράστιο νούμερο». Αν, από την άλλη πλευρά, αγκαλιάσουν την ανθεκτικότητα, «μπορούμε να προσθέσουμε έως και 15% στο παγκόσμιο ΑΕΠ».

Παρόλα αυτά, η όρεξη για αλλαγή υπάρχει – και φαίνεται να αυξάνεται συνεχώς κυρίως επειδή δεν υπάρχει καλή εναλλακτική λύση.

Όπως δήλωσε ο Jesper Brodin, συμπρόεδρος της Συμμαχίας των CEO Climate Leaders του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Ingka (Ikea), σε πάνελ του Νταβός στις 17 Ιανουαρίου: «Ξεκινώ με το σκεπτικό: “Πώς θα ήταν δυνατόν να οικοδομήσουμε ένα μελλοντικό επιχειρηματικό μοντέλο πάνω στην εξάντληση των φυσικών πόρων;”. Δεν μπορούμε. Είναι απλώς η χειρότερη ιδέα όλων».

«Αυτό δεν σημαίνει ότι η μετάβαση και ο μετασχηματισμός είναι εύκολος», πρόσθεσε. «Όλοι πρέπει να περάσουμε από έναν μαζικό μετασχηματισμό γιανα αλλάξουμε ριζικά τη νοοτροπία μας».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Green