Το γεγονός ότι η ανεργία υποχώρησε στα επίπεδα του Οκτωβρίου 2010 σβήνει σε μεγάλο ποσοστό τα «πολεμικών» διαστάσεων ποσοστά που κατέγραφε η χώρα για τουλάχιστον μία δεκαετία. Θυμηθείτε απλώς ότι στα τέλη του 2013 το ποσοστό είχε φτάσει το 28%. Στις αρχές του 2015 παρέμενε κοντά σε αυτό το ποσοστό. Στις επιμέρους κατηγορίες όπως οι γυναίκες το ποσοστό παρέμεινε για χρόνια πάνω από 30% και στους νέους έως 24 ετών πάνω από το 50%!

Προφανώς το 13,9% που ανακοινώθηκε για τον Αύγουστο δεν έχει καμία σχέση με τα ποσοστά της προηγούμενης δεκαετίας. Το πιο σημαντικό ωστόσο στοιχείο για μια χώρα με 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχους είναι το άλλο μέγεθος, αυτό της απασχόλησης. Εφτασε τα 4 εκατομμύρια το ενεργό εργατικό δυναμικό της χώρας, που ως μέγεθος επιστρέφει τη χώρα στον Ιούλιο του 2011.

Το ερώτημα είναι τι άλλαξε και αντιστράφηκε αυτή η κατάσταση. Πώς ξεφούσκωσε όλος αυτός ο τεράστιος όγκος των ανέργων. Προφανώς δεν έγινε κάποιο θαύμα. Αντίθετα, πίσω από τη βελτίωση κρύβεται μια νίκη των φιλελεύθερων και μεταρρυθμιστικών δυνάμεων έναντι των κρατιστών.

Δεν πρέπει να διαφεύγει ότι η πολύ υψηλή ανεργία ήταν αποτέλεσμα του βυθίσματος της οικονομίας στην απερίγραπτη ύφεση. Προφανώς οι περικοπές στις κρατικές δαπάνες ενέτειναν την ύφεση και μαζί αύξησαν περισσότερο την ανεργία.

Το θέμα ήταν πώς θα μπορούσε να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση. Εδώ υπήρχαν εξαρχής δύο σχολές. Η μία ότι με τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις θα δημιουργούνταν οι προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδύσεων, που θα δημιουργούσαν πολλές νέες θέσεις εργασίας. Οπως και έγινε.

Στην αντίθετη όχθη βρισκόταν μια άλλη σχολή. Αυτή που επέμενε ότι οι μεταρρυθμίσεις και η προσπάθεια ανόρθωσης των δημοσιονομικών ήταν η αιτία της φτώχειας και της ανεργίας και αν αυξάνονταν οι κρατικές δαπάνες ώστε να ενισχυθεί η ζήτηση, θα λύνονταν τόσο το πρόβλημα της φτώχειας όσο και αυτό της ανεργίας. Η δεύτερη αυτή σχολή υπηρετήθηκε με σφοδρότητα πριν από τις εκλογές του 2015 από τον ΣΥΡΙΖΑ και επιχειρήθηκε να γίνουν πράξη όσα πρέσβευε στις αρχές του 2015. Ηταν η σχολή που ηττήθηκε οριστικά στις εκλογές του 2019.

Ανακάμψαμε δηλαδή και βγήκαμε από την κρίση όταν αλλάξαμε. Οταν επιθετικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στο επιχειρηματικό περιβάλλον επέτρεψαν οι επενδύσεις να ανακάμψουν και η πτωτική πορεία της απασχόλησης να ανακοπεί. Αυτό έγινε με τις κρατικές δαπάνες μειωμένες. Καθηλωμένες στα χαμηλότερα ιστορικά επίπεδα ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Το εντυπωσιακό όμως όλης αυτής της περιόδου είναι ότι η χώρα σε περιβάλλον «τσεκουρεμένων» δαπανών κατάφερε να δημιουργήσει τα θεμέλια ενός κοινωνικού κράτους. Η χώρα απέκτησε ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, με απαίτηση μάλιστα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Πριν από την κρίση υπήρχε ανάλογο δίχτυ προστασίας μόνο για τους συνταξιούχους με το ΕΚΑΣ. Τώρα υπάρχει για όλους. Μαζί απέκτησε δεκάδες επιδόματα για κάθε χρήση και πάσα νόσο, και πάλι όλα μαζί μάς στοιχίζουν λιγότερο.

Είναι βέβαιο πως πιάνουν και περισσότερο τόπο από ό,τι παλιά. Προφανώς πρέπει ακόμη πολλά να γίνουν για να αποκτήσουμε κανονικό κοινωνικό κράτος.

Τώρα που έχουμε βγει στο «ξέφωτο» πρέπει να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο. Το πιο σημαντικό έργο είναι να σπάσει ο σκληρός πυρήνας της ανεργίας που παραμένει ακόμη στην οικονομία. Οι άνθρωποι που βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας να επιστρέψουν επειγόντως σε αυτήν. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με το υπάρχον καθεστώς, πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο.

Η διασύνδεση του ύψους του επιδόματος ανεργίας με τον μισθό είναι ένα δίκαιο μέτρο που ετοιμάζεται να φέρει το υπουργείο Εργασίας. Το πιο σημαντικό ωστόσο είναι να βρεθεί ένας τρόπος αναβάθμισης των δεξιοτήτων που να αναγνωρίζεται από την αγορά. Κάτι σαν επιδοτούμενο μεταπτυχιακό που να προκαλέσει την αγορά να προσλάβει και τον εργαζόμενο να διεκδικήσει έναν καλό μισθό. Μια λύση δηλαδή από την κανονική αγορά και όχι από την κρατικοδίαιτη αγορά των κέντρων κατάρτισης.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion