Το κύριο κόστος που προκύπτει από την εισαγωγή εναλλακτικών καυσίμων μηδενικών εκπομπών άνθρακα (RLF) στη ευρωπαϊκή ναυτιλία θα βαρύνει τους διαχειριστές πλοίων και ανέρχεται σε 89,7 δισ. ευρώ.

Αυτό αναφέρει η αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το σχέδιο κανονισμού  «για τη χρήση ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών στις θαλάσσιες μεταφορές και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/16/ΕΚ». Στην έκθεση αναφέρονται και μία σειρά θεμάτων που πρέπει να ξεπεραστούν προκειμένου να γίνει εφικτή η χρήση των εναλλακτικών καυσίμων.

Διαβάστε επίσης: Intercargo – Χρειάζονται επενδύσεις σε εναλλακτικά καύσιμα για να μειωθούν στο μηδέν οι εκπομπές ρύπων από τα πλοία

Αναλυτικότερα η έκθεση επισημαίνει για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας, το 2050, σύμφωνα με την στρατηγική «Fit for 55» που υιοθετήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2020 η Επιτροπή και προτείνει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030, απαιτείται μείωση των εκπομπών από τις μεταφορές κατά 90 % έως το 2050.

Στις προσπάθειες μείωσης θα πρέπει να συμβάλουν όλοι οι τρόποι μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων μεταφορών.

Για την επίτευξη σημαντικών μειώσεων των εκπομπών CO2 από τις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές απαιτείται τόσο η χρήση λιγότερης ενέργειας (με αύξηση της ενεργειακής απόδοσης) όσο και η χρήση καθαρότερων μορφών ενέργειας (με χρήση ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών).

Διαβάστε επίσης: Ναυτιλία – Κρίσιμη σύνοδος του ΙΜΟ στη «σκιά» της COP26

Στην ανακοίνωση σχετικά με το σχέδιο κλιματικών στόχων για το 2030  εξηγείται ότι: «Τόσο ο αεροπορικός όσο και ο ναυτιλιακός τομέας θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των αεροσκαφών, των πλοίων και των δραστηριοτήτων τους και για την αύξηση της χρήσης βιώσιμων και ανανεώσιμων καυσίμων με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό εξετάζεται λεπτομερέστερα στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών ReFuelEU Aviation και FuelEU Maritime, οι οποίες αποσκοπούν στην αύξηση της παραγωγής και της διάδοσης βιώσιμων εναλλακτικών καυσίμων για τους τομείς αυτούς. Η ανάπτυξη και η υλοποίηση των αναγκαίων τεχνολογιών πρέπει να έχει γίνει ήδη μέχρι το 2030 ώστε αυτές να είναι έπειτα έτοιμες για πολύ ταχύτερες αλλαγές.».

Τα σενάρια

Όπως εκτιμάται, ανάλογα με τα σενάρια πολιτικής που αξιολογούνται στο πλαίσιο του σχεδίου κλιματικών στόχων για το 2030 και προς υποστήριξη της στρατηγικής για βιώσιμη και έξυπνη κινητικότητα, τα ανανεώσιμα καύσιμα και τα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών θα πρέπει να αντιπροσωπεύουν μεταξύ 6 % και 9 % του μείγματος καυσίμων των διεθνών θαλάσσιων μεταφορών το 2030 και μεταξύ 86 % και 88 % έως το 2050, ώστε να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο σύνολο της οικονομίας της ΕΕ .

Το σχέδιο κλιματικών στόχων επισημαίνει ότι το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα των μεταφορών πρέπει να αυξηθεί μέσω της ανάπτυξης του εξηλεκτρισμού, των προηγμένων βιοκαυσίμων και άλλων ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών στο πλαίσιο μιας ολιστικής και ολοκληρωμένης προσέγγισης και ότι τα συνθετικά καύσιμα με βάση το υδρογόνο θα είναι ζωτικής σημασίας για την απανθρακοποίηση, ιδίως στον τομέα των αεροπορικών και θαλάσσιων μεταφορών.

Ορυκτά καύσιμα

Πάντως προς το παρόν, το μείγμα καυσίμων στον τομέα της ναυτιλίας βασίζεται εξ ολοκλήρου στα ορυκτά καύσιμα. Η έκθεση ωστόσο θεωρεί ότι αυτό οφείλεται πρωτίστως σε ανεπαρκή κίνητρα για τους διαχειριστές ώστε να μειώσουν τις εκπομπές, αλλά δέχεται και την έλλειψη ώριμων, οικονομικά προσιτών και παγκοσμίως αξιοποιήσιμων τεχνολογικών εναλλακτικών λύσεων αντί των ορυκτών καυσίμων στον τομέα. Επίσης εντοπίζει και ορισμένες αδυναμίες της αγοράς «που προκαλούν και ενισχύουν εν μέρει τα προβλήματα αυτά».

Διαβάστε επίσης: Στην κορυφή του κόσμου η ελληνόκτητη ναυτιλία

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:

– αλληλεξαρτήσεις μεταξύ προσφοράς, διανομής και ζήτησης καυσίμων·

– έλλειψη πληροφόρησης σχετικά με τις μελλοντικές κανονιστικές απαιτήσεις·

– μακρά διάρκεια ζωής των περιουσιακών στοιχείων (σκάφη και υποδομές εφοδιασμού με καύσιμο).

Σπεύδει επίσης να αναγνωρίσει ότι τα ζητήματα που αφορούν πιθανά εμπόδια στην ενιαία αγορά, τη στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ των διαχειριστών και την εκτροπή των εμπορικών οδών έχουν ιδιαίτερη σημασία για τις απαιτήσεις σχετικά με τα καύσιμα, δεδομένου ότι το κόστος των καυσίμων αντιπροσωπεύει σημαντικό μερίδιο του κόστους των διαχειριστών πλοίων. Το ποσοστό του κόστους των καυσίμων στις λειτουργικές δαπάνες των πλοίων μπορεί να κυμαίνεται από περίπου 35 % του ναύλου ενός μικρού δεξαμενόπλοιου έως περίπου 53 % για τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων / φορτίων χύδην. Ως εκ τούτου, οι διακυμάνσεις των τιμών των ναυτιλιακών καυσίμων ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά τις οικονομικές επιδόσεις των διαχειριστών πλοίων.

Το κύριο κόστος

Το κύριο κόστος που προκύπτει από την εισαγωγή εναλλακτικών καυσίμων μηδενικών εκπομπών άνθρακα (RLF) στη ευρωπαϊκή ναυτιλία όπως προαναφέρθηκε θα βαρύνει τους διαχειριστές πλοίων και ανέρχεται σε 89,7 δισ. ευρώ. Προκύπτει από το αυξημένο κόστος κεφαλαίου (25,8 δισ. EUR) και το κόστος καυσίμων (63,9 δισ. EUR). Το έμμεσο κόστος για τους λιμένες θα σχετίζεται με την παροχή των αναγκαίων υποδομών εφοδιασμού με καύσιμα και εκτιμάται σε 5,7 δισ. EUR.

Οι διοικητικές δαπάνες για τους διαχειριστές πλοίων εκτιμώνται σε 521,7 εκατ. EUR ως αποτέλεσμα της συλλογής δεδομένων, της υποβολής και της επαλήθευσης των σχεδίων συμμόρφωσης και της ετήσιας έκθεσης για την ενέργεια, της συνεργασίας κατά τη διάρκεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, καθώς και της εκπαίδευσης των πληρωμάτων. Έχουν προσδιοριστεί επιπλέον 1,8 εκατ. EUR για την κατάρτιση κατευθυντήριων γραμμών από τους λιμένες, ώστε να διασφαλίζεται ο ασφαλής χειρισμός των RLF.

Διαβάστε επίσης: Τσακίρης – Αναγκαία η χρηματοδότηση ενός ερευνητικού προγράμματος για νέα ναυτιλιακά καύσιμα

Δεν ήταν δυνατός ο ποσοτικός προσδιορισμός των ειδικών δαπανών που σχετίζονται με την πιστοποίηση καυσίμων. Το κόστος επιβολής για τις δημόσιες αρχές αναμένεται να είναι περιορισμένο (1,5 εκατ. EUR) και να επικεντρώνεται στην παροχή των αναγκαίων εργαλείων πληροφορικής και υποβολής εκθέσεων. Ως εκ τούτου, η προτιμώμενη επιλογή παρέχει καθαρά οφέλη ύψους 58,4 δισ. EUR στον χρονικό ορίζοντα της πρωτοβουλίας.

Ωστόσο από την άλλη πλευρά η έκθεση εκτιμά ότι η σχετική εξοικονόμηση εξωτερικού κόστους εκτιμάται σε 10 δισ. EUR για την ατμοσφαιρική ρύπανση και σε 138,6 δισ. EUR για την κλιματική αλλαγή, σε σχέση με το βασικό σενάριο και εκφρασμένη στην παρούσα αξία για την περίοδο 2021-2050. Τα στοιχεία αυτά έχουν υπολογιστεί στην εκτίμηση των επιπτώσεων με βάση τη μοντελοποιημένη προβλεπόμενη διείσδυση των ανανεώσιμων καυσίμων και των καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών.
Επίσης ένας πρόσθετος αισθητός αντίκτυπος αφορούσε τη χρήση προηγμένων καυσίμων και τεχνολογιών πρόωσης και έμμεσα τις επιπτώσεις που έχει στην καινοτομία.

Η πρωτοβουλία αναμένεται να ενισχύσει τη διείσδυση σκαφών που λειτουργούν με κυψέλες καυσίμου (18,9 %) στον στόλο, καθώς και την ηλεκτρική πρόωση (5,4 %) έως το 2050 (σε σύγκριση με τη μη διείσδυση των τεχνολογιών αυτών στο βασικό σενάριο).

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Ναυτιλία
ΟΛΘ Α.Ε.: Αυξημένες επιδόσεις το 2023 με ρεκόρ διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων
Επιχειρήσεις |

Αυξημένες επιδόσεις το 2023 για τον ΟΛΘ - Σε «ΜΕΤΚΑ - ΤΕΚΑΛ» το έργο του 6ου προβλήτα

Στον τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων, σημειώθηκε αύξηση άνω του 12% (στα € 59,8 εκατ.), ενώ στους τομείς εκμετάλλευσης χώρων και επιβατικής κίνησης σημειώθηκαν αυξήσεις 18,2% και 31,3% αντίστοιχα