Πάσχετε από σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout).  Πρέπει, όμως, να το ξέρει ο διευθυντής σας;

Περισσότεροι από τους μισούς εργαζομένους που ρωτήθηκαν από το Conference Board, τον Σεπτέμβριο, δήλωσαν ότι η ψυχική τους υγεία έχει χειροτερεύσει σε σχέση με την αρχή της πανδημίας, με τον αυξανόμενο φόρτο εργασίας και τα ασαφή όρια να αποτελούν τους κύριους ενόχους για την κατάσταση αυτή. Μετά τις απολύσεις, οι εταιρείες άρχισαν να χάνουν τη δυναμική τους, ενώ το πρόσφατο κύμα παραιτήσεων συνεπάγεται ότι όσοι εργαζόμενοι διατήρησαν τις θέσεις τους έχουν, πλέον, περισσότερες αρμοδιότητες. Τα σχεδόν δύο χρόνια παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, μας έκαναν να νιώθουμε καταβεβλημένοι- κι αυτό αποτελεί κάτι που έχουμε ξεκινήσει να το παραδεχόμαστε πιο εύκολα.

«Συμβαίνουν τόσα πολλά γύρω μας που θα ήταν φυσιολογικό να πεις, “Ναι, δεν είμαι καλά”, γιατί κανένας δεν είναι καλά», αναφέρει η Τάισα Καλντγουέλ-Χάρβι, ιδρύτρια του Black Girl Doctor, κέντρο θεραπείας και εταιρικής ευεξίας. «Σήμερα, έχουν αυξηθεί αρκετά όσοι μπορούν να πουν πιο εύκολα “Χρειάζομαι βοήθεια”».

Ωστόσο, το να μιλάς για το σύνδρομο burnout με τον εργοδότη σου δεν είναι το ίδιο με το να μιλάς για το ζήτημα αυτό με κάποιον φίλο σου. Τα προβλήματα ψυχικής υγείας συνεχίζουν να αποτελούν ταμπού, προειδοποιούν οι ψυχολόγοι. Πώς μπορείτε να «πάρετε μία ανάσα» και να ξανανιώσετε o εαυτό σας, χωρίς διακινδυνεύσετε την καριέρα σας;

Δεν χρειάζεται να ανοίγεστε μόνο και μόνο για χάρη «του μοιράζεσθαι», αναφέρει η Δρ. Καλντγουέλ-Χάρβι. «Ο στόχος είναι να ανοιχτείτε για να μπορέσετε να ζητήσετε αυτό που χρειάζεστε».

Σκεφτείτε τι θα χρειαζόταν να κάνετε, ώστε να μην νιώθετε πια καταβεβλημένοι, και σκεφτείτε αν έχετε πραγματικά ανάγκη από άδεια. Μπορείτε να συμμετέχετε σε διαδικτυακά σεμινάρια ψυχοθεραπείας, τα πρωινά της Πέμπτης, χωρίς να το πείτε στον εργοδότη σας; Χρειάζεται να ζητήσετε κάποια παράταση στις προθεσμίες που σας έχουν ορίσει, έχετε ανάγκη από διαφορετικές ώρες εργασίας ή από άδεια; Αν ναι, τότε απλά ζητήστε το και αναφερθείτε στο burnout με το όνομά του, εάν οι συνάδελφοί σας φαίνονται υποστηρικτικοί,  προσθέτει η Δρ. Καλντγουέλ-Χάρβι.

Κάντε το, όμως, πιο απλό. Ο διευθυντής σας δεν είναι ο θεραπευτής σας, συνεχίζει η ίδια.

Παρά το όλο ρίσκο, μπορεί να προκύψουν πολλά θετικά στοιχεία, όταν ανοιχτείτε στους άλλους και τους πείτε το πώς νιώθετε. Μεταξύ άλλων, αυτά τα θετικά στοιχεία μπορεί να είναι η οικοδόμηση περισσότερης εμπιστοσύνης με τους συναδέλφους σας, το ότι οι υπόλοιποι αρχίζουν να σας ανοίγονται, και η μετάβαση από ένα περιβάλλον γεμάτο υποχρεώσεις σε ένα πιο ανθρώπινο εργασιακό περιβάλλον. Κάτι τέτοιο θα ενισχύσει και τη δική σας ευτυχία, αλλά και των υπολοίπων.

Η Ελίζαμπεθ Ρόζενμπεργκ, 42 ετών, ένιωσε ότι απειλούταν από το σύνδρομο burnout, πριν από μερικά χρόνια, ενώ εργαζόταν σε διαφημιστική εταιρεία. Μετά από κρίση που υπέστη, κατέληξε στον θάλαμο των έκτακτων περιστατικών του νοσοκομείου, καθώς υπέφερε από έντονη ημικρανία σε σημείο που δεν μπορούσε να κινηθεί. Δεν ήθελε να ξαναπάθει κάτι τέτοιο. Ανησυχούσε, όμως, ότι θα την θεωρούσαν αδύναμη ή ανίκανη να χειριστεί τη δουλειά της, αν έλεγε το πώς ένιωθε.

Της ήρθε μία συγκεκριμένη ιδέα: Να πάρει άδεια για έναν ολόκληρο μήνα. Επέλεξε τον Αύγουστο, μήνας κατά τον οποίο δεν είχε, συνήθως, πολλή δουλειά, και το είπε στον εργοδότη της από τον Ιανουάριο, δίνοντάς του, έτσι, άφθονο χρόνο να προετοιμαστεί για την απουσία της.

«Δεν έκανα καμία επίκληση στο συναίσθημα», αναφέρει η ίδια για τον τρόπο που ζήτησε άδεια από τον εργοδότη της. Του είπε ότι πάσχει από σύνδρομο burnout και ότι, αν δεν έπαιρνε άδεια, θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει την εταιρεία στο τέλος του έτους. Προς έκπληξή της, ο εργοδότης της τής απάντησε «εννοείται να πάρεις την άδεια που χρειάζεσαι».

«Αν δεν μιλήσετε, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα», λέει η κα Ρόζενμπεργκ, η οποία συνέχισε με την ίδρυση της Good Advice Company, εταιρεία συμβούλων μάρκετινγκ και επικοινωνίας στο Λος Άντζελες. «Πρέπει, όμως, να είσαι αρκετά γενναίος για μιλήσεις».

Το burnout μπορεί να θεωρηθεί κάτι το ιδιαίτερα προσωπικό, λες και είσαι ο μόνος που δεν μπορείς να ακολουθήσεις τους ρυθμούς. Ωστόσο, έρευνες που έχουν διεξαχθεί με θέμα την εργασία υποδεικνύουν ότι δεν είστε μόνοι σας.

Εργαζόμενοι σε όλες τις βιομηχανίες αισθάνονται εξαντλημένοι, επειδή αυτό που τους ζητείται δεν είναι ρεαλιστικό, αναφέρει η Έριν Κέλι, καθηγήτρια στο MIT Sloan School of Management και συν-συγγραφέας του βιβλίου “Overload: How Good Jobs Went Bad and What We Can Do About It”. Oι πολλαπλές αρμοδιότητες, η έλλειψη πόρων – δεν αντέχονται για πολύ.

«Η αύξηση των αρμοδιοτήτων είχε ήδη γίνει αισθητή σε πολλές θέσεις εργασίας, πριν την πανδημία, ενώ, μετά την πανδημία, αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο», προσθέτει η ίδια.

Ένα μάθημα γιόγκα ή μία συνεδρία διαλογισμού δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα. Αντίθετα, η έρευνα της Δρ. Κέλι που διεξήχθη, πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, σε τμήμα πληροφορικής που είχε αναλάβει τεράστιο φόρτο εργασίας, σε εταιρεία του Fortune 500, έδειξε ότι η ομαδική συνεργασία είναι αυτή που κάνει τη διαφορά. Οι εργαζόμενοι, οι διευθυντές των οποίων επικοινωνούσαν, συχνά, μαζί τους για να δουν πώς ήταν είτε σε προσωπικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο, και τους έδιναν την ευελιξία να εργάζονται όπως οι ίδιοι επιθυμούσαν, παρουσίαζαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα burnout και ψυχολογικής δυσφορίας. Είχαν, επίσης, 40% λιγότερες πιθανότητες να παραιτηθούν

Κάτι ακόμη που τους βοήθησε: η συμμετοχή τους σε σεμινάρια όπου μοιράζονταν τα άγχη τους με τους υπόλοιπους και εξέταζαν τι αρμοδιότητες θα μπορούσαν να αφήσουν, όπως, π.χ., τα περιττά meeting που «γέμιζαν» τα προγράμματά τους.

Η Αν Νγκο άρχισε να ζορίζεται, το προηγούμενο φθινόπωρο, όταν το δεύτερο κύμα πανδημίας έπληξε το Τορόντο, όπου η ίδια κατοικεί. Κλεισμένη στο διαμέρισμά της, δουλεύοντας 12 ώρες την ημέρα, άρχισε να έχει κρίσεις άγχους, δυσκολία στον ύπνο και πόνο στην πλάτη και στους ώμους. Τα καθήκοντα που είχε η θέση της ως υπεύθυνη προσλήψεων στην Ada, η οποία παρέχει στους πελάτες chat bots, που λειτουργούν με τεχνητή νοημοσύνη, αυξήθηκαν ξανά και της ανατέθηκε να προσπαθήσει να καλύψει 40 έως 50 ρόλους το τέταρτο, αντί για 20, όπως συνήθως.

«Ήμουν απλώς μία», είπε η 33χρονη. Άρχισε να νιώθει σαν τον τελευταίο τροχό της αμάξης, χωρίς να ασκεί κάποια επιρροή, ενώ οι συνεργάτες της ζητούσαν συνεχώς νέες προσλήψεις. Η δουλειά της, όμως, έγινε η ζωή της.

«Απλώς δεν μπορούσα να “τα κλείσω”» λέει η ίδια.

Περίμενε να πετύχει τους στόχους της για το τρίμηνο, πριν πλησιάσει τον Τσέλσι ΜακΝτόναλντ, τον ανώτερο αντιπρόεδρο των επιχειρήσεων της εταιρείας.

«Χρειαζόμουν να έχω το πλεονέκτημα του “Τα πήγα καλά, αλλά τα πήγα καλά θέτοντας σε κίνδυνο την προσωπική μου ευημερία και δεν νομίζω ότι αυτό είναι εντάξει”», αναφέρει η κα Νγκο. «Μόλις είπα όλα όσα κρατούσα για μήνες».

Η κα ΜακΝτόναλντ λέει ότι είναι χαρούμενη. Η κ. Νγκο μίλησε. Η κα Νγκο ξεκίνησε ψυχοθεραπεία και βελονισμό, ενώ η κα Μακντόναλντ μίλησε σε συναδέλφους της ώστε να την βοηθήσουν με τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει.

«Η σωστή απάντηση είναι ότι ο φόρτος εργασίας πρέπει απλώς να αλλάξει», προσθέτει η κα ΜακΝτόναλντ. Αντί να υποφέρουν οι εργαζόμενοι, «η επιχείρηση πρέπει να νιώσει κι αυτή λίγο πόνο».

Μέχρι τον προηγούμενο Ιανουάριο, η κα Νγκο πήρε προαγωγή και ήταν σε θέση να προσλάβει για τη δική της ομάδα, για να μοιραστεί το φόρτο εργασίας. Μερικές φορές εύχεται να είχε το θάρρος να μιλήσει νωρίτερα.

Όταν μίλησα για το burnout, λέει η ίδια, «ένιωσα ανακούφιση».

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα