Κατά 30 με 60 μονάδες βάσης θα ακριβύνουν οι νέες χορηγήσεις το επόμενο δίμηνο. Η αναπροσαρμογή των σχετικών τιμολογίων αποτελεί ειλημμένη απόφαση των τραπεζικών διοικήσεων, καθώς οι έκτακτες συνθήκες μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία έχουν οδηγήσει το κόστος χρήματος για τον κλάδο σε υψηλότερα επίπεδα.

Πρόκειται για κινήσεις που κατά τις τράπεζες είναι απαραίτητες για τη διατήρηση των περιθωρίων κέρδους τους στα προ κρίσης επίπεδα, καθώς στο σημερινό ταραχώδες περιβάλλον δεν είναι λίγα τα δανειακά τους προϊόντα που τείνουν να καταστούν ακόμα και ζημιογόνα.

Κι αυτό χωρίς ακόμη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να έχει προχωρήσει σε αυξήσεις των βασικών της επιτοκίων για την αντιμετώπιση των άνευ προηγουμένου πληθωριστικών πιέσεων. Με τα σημερινά δεδομένα, το επικρατέστερο σενάριο, που για την πλειονότητα των αναλυτών θεωρείται κλειδωμένο, αφορά την προς τα επάνω αναθεώρησή τους κατά 50 μονάδες βάσης, στο 0%, μέχρι το τέλος του 2022, εξέλιξη που θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο το διατραπεζικό κόστος δανεισμού.

Τι θα αλλάξει

Οι επιτοκιακές αλλαγές που θα προωθήσουν το αργότερο έως και το τέλος Ιουνίου οι τράπεζες αφορούν κατά βάση προϊόντα σταθερού επιτοκίου, μια και το κόστος στα υπόλοιπα χορηγητικά προγράμματα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τους ευρωπαϊκούς δείκτες Euribor, οι οποίοι μεταβάλλονται ούτως ή άλλως, ανάλογα με τις τάσεις στις διεθνείς αγορές. Μάλιστα ήδη στη δεύτερη κατηγορία καταγράφονται αυξήσεις.

Από την άλλη, στα παλαιά δάνεια δεν θα επηρεαστούν καθόλου τα προϊόντα σταθερού επιτοκίου, για όσο διάστημα είναι σε ισχύ. Ωστόσο, όσα αποπληρώνονται με κυμαινόμενο επιτόκιο θα επιβαρύνονται όλο και περισσότερο, όσο θα σκαρφαλώνει σε πιο υψηλά επίπεδα τo Euribor.

Στο πλαίσιο αυτό, τραπεζική πηγή σημειώνει ότι η τρέχουσα συγκυρία θεωρείται ιδανική για τη λήψη νέας χρηματοδότησης με σταθερό επιτόκιο ή το γύρισμα υπάρχουσας οφειλής σε αυτού του είδους τα προγράμματα. Και αυτό διότι ο δανειολήπτης θα κλειδώσει τις δόσεις του πριν επιβληθούν οι προαναφερθείσες αυξήσεις και δεν θα έχει να ανησυχεί για το ενδεχόμενο εφαρμογής πιο περιοριστικής πολιτικής από την Ευρωτράπεζα.

Τα επιτόκια σήμερα

Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία τουλάχιστον πέντε χρόνια τα επιτόκια στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα χαμηλά, ενώ από το 2018 έως και σήμερα οι τράπεζες έχουν λανσάρει πλήθος ελκυστικών προγραμμάτων σε όλες τις κατηγορίες πίστης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα στεγαστικά δάνεια, με τα οποία κάποιος μπορεί να κλειδώσει τη δόση του ακόμα και για 30 χρόνια, με ετησιοποιημένο κόστος που δεν ξεπερνά το 4%. Τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος που αφορούν τον Μάρτιο του 2022 είναι ενδεικτικά:

Στεγαστικά δάνεια: Το μέσο επιτόκιο στο σύνολο της κατηγορίας διαμορφώθηκε σε 2,83%, ενώ παραμένει κάτω από τα επίπεδα του 3% από τον Σεπτέμβριο του 2019. Σε αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο η προσφορά προγραμμάτων με χαμηλά σταθερά επιτόκια, τα οποία για διάστημα 10 ετών κινούνται τους τελευταίους μήνες λίγο πάνω από τη ζώνη του 3% και προτιμώνται από τους περισσότερους δανειολήπτες.

Καταναλωτικά δάνεια: Χαμηλά θεωρούνται και τα επιτόκια αυτής της κατηγορίας, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος τους χορηγείται χωρίς εξασφαλίσεις. Τον περασμένο Μάρτιο βρίσκονταν λίγο πάνω από το 10%.

Επιχειρηματικά δάνεια: Στις μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο κινείται σε επίπεδα ανάλογα των στεγαστικών δανείων (Μάρτιος 2022: 2,96%, +0,20% σε μηνιαία βάση). Μπορεί να επηρεάζεται από τις πολύ ελκυστικές χρηματοδοτήσεις που εξασφαλίζουν οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, για τις οποίες ο ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών είναι μεγάλος, ωστόσο και για τα μικρομεσαία σχήματα το μέσο κόστος είναι χαμηλό (4,43%).

Οι καταθέσεις

Στον αντίποδα, στις καταθέσεις οι όποιες μεταβολές θα καθυστερήσουν, ώστε να μετρηθεί εκ νέου υπό το νέο χρηματοπιστωτικό και νομισματικό περιβάλλον το κόστος άντλησης ρευστότητας από τις τράπεζες. Γενικός διευθυντής συστημικού ομίλου υπογραμμίζει μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» ότι «σε δεύτερο χρόνο και εφόσον ενισχυθούν τα επιτόκια του ευρώ πάνω από το 0%, ένα μέρος της ανόδου θα αποδοθεί στους πελάτες μας».

Οπως λέει, «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή τη στιγμή οι τράπεζες για τις καταθέσεις που δεν αξιοποιούν για χρηματοδοτήσεις και τοποθετούν στην ΕΚΤ πληρώνουν τόκους». Συμπληρώνει πάντως ότι «αν τα επιτόκια του ευρώ βρεθούν ξανά σε θετικό έδαφος, θα υπάρξουν άμεσα αυξήσεις στις μηδενικές σήμερα αποδόσεις των παραδοσιακών αποταμιευτικών λογαριασμών. Για παράδειγμα, αν φτάσουν στο 0,50% δεν αποκλείεται να δούμε στην αγορά ξανά προγράμματα με ετησιοποιημένες αποδόσεις της τάξης του 0,40%».

Ανεβαίνει και το κόστος δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης

Ο ανοδικός κύκλος του κόστους χρήματος στον οποίο εισήλθε η οικονομία επηρεάζει και τα επιτόκια των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Οπως έγινε γνωστό, για τα δάνεια που θα επιδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και θα χορηγηθούν από τις τράπεζες, για τον πρώτο κύκλο των επενδυτικών προγραμμάτων το επιτόκιο παραμένει στο 0,30%. Για τον δεύτερο κύκλο επενδύσεων που θα ακολουθήσει, θα ανέβει στο 0,60%, ενώ στον τρίτο κύκλο, ο οποίος προβλέπεται να ξεκινήσει μέσα στο 2023, το επιτόκιο δανεισμού θα είναι 1,1%.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις