Μπορεί η κρίση που εκδηλώθηκε στον χρηματοπιστωτικό τομέα να ξεκίνησε με την κατάρρευση της αγαπημένης τράπεζας του αμερικανικού τεχνολογικού τομέα, της SVB, από ό, τι φαίνεται, όμως, η κυβερνητική σπουδή για τη διάσωσή ωφέλησε περισσότερο από όλους του κολοσσούς της Big Tech.

SVB: Κατηγορούμενες οι Goldman Sachs και KPMG για την κατάρρευσή της

Αυτό επισημαίνεται σε άρθρο των FT, σύμφωνα με το οποίο καθώς η ηρεμία επιστρέφει στη χρηματιστηριακή αγορά, που τροφοδοτείται από τις megacap μετοχές τεχνολογίας, οι επενδυτές ανακουφίζονται, όμως, πρέπει, να γνωρίζουν πού οδεύει ένα σύστημα που βασίζεται σε προγράμματα διάσωσης.

Ποιοι ωφελούνται από τις διασώσεις

Πριν από δύο δεκαετίες, ο καπιταλισμός σημαδεύτηκε από κύκλους ακμής-κατάρρευσης που διατάραξαν τις κατεστημένες εταιρείες, δημιουργώντας χώρο σε νεοεισερχόμενες.

Οι μεγάλοι ωφελούμενοι από τις διασώσεις μετά την κρίση είναι μεγάλες, καθιερωμένες εταιρείες, αλλά δεν είναι αυτός ο τρόπος που θεωρητικά λειτουργεί ο καπιταλισμός, γράφει ο συντάκτης των FT.

Αφού η κυβέρνηση παρενέβη στις 10 Μαρτίου για να σώσει την SVB, οι megacap μετοχές είχαν μια από τις καλύτερες επιδόσεις τους. Σήμερα, και οι πέντε κολοσσοί της τεχνολογίας, γνωστοί ως Big Five, οι Alphabet, Amazon, Apple, Meta και Microsoft, αντιστοιχούν σε περισσότερο από το 20% της χρηματιστηριακής αγοράς — η υψηλότερη συγκέντρωση από τη δεκαετία του 1960 και υπερδιπλάσια σε σχέση με πριν από δέκα χρόνια.  πριν από μια δεκαετία.

Η στρέβλωση

Από τότε που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ παρενέβη για να στηρίξει την αγορά μετά το κραχ του 1987, η χρηματιστηριακή αγορά έχει αυξηθεί δραματικά, από το μισό μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας σε δύο φορές μεγαλύτερη στο αποκορύφωμά της το 2020. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι μια διευρυνόμενη αγορά θα έπρεπε δημιουργήσει χώρο για περισσότερες ανακατατάξεις στη βάση του ανταγωνισμού κάτι το οποίο, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανάλυση, δεν έγινε στην Αμερική.

Ο αριθμός των αμερικανικών εταιρειών που παραμένουν στο Top 10 από τη μια δεκαετία στην άλλη αυξάνεται σταθερά, από μόλις τρεις το 1990 σε έξι στο τέλος της δεκαετίας του 2010. Και ενώ οι ανακατατάξεις έχουν αποδυναμωθεί στις ΗΠΑ, παραμένει σχετικά ισχυρή σε μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου. Ενδεικτικά, από την αρχή έως το τέλος της δεκαετίας του 2010, μόνο δύο εταιρείες παρέμειναν στη λίστα των 10 κορυφαίων στην Ιαπωνία, τέσσερις στην Ευρώπη, τέσσερις στην Κίνα και δύο στην παγκόσμια λίστα, η Microsoft και η Alphabet.

Σήμερα, οι πέντε κορυφαίες εταιρείες των ΗΠΑ είναι μεγαλύτερες από τις επόμενες πέντε με το μεγαλύτερο περιθώριο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Μόνο οι δύο πρώτες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 50% της κεφαλαιοποίησης της αγοράς των 10 κορυφαίων, από 35% στην αρχή της πανδημίας. Η Apple είναι τώρα το νούμερο ένα και είναι σχεδόν έξι φορές μεγαλύτερη από την UnitedHealth Group που κατατάσσεται στη 10η θέση.

Πριν από τρεις δεκαετίες, η Exxon ήταν το νούμερο ένα, αλλά τα μεγέθη της ήταν λίγο περισσότερο από διπλάσια σε σύγκριση με τα αντίστοιχα της δέκατης εταιρείας, BellSouth. Οι ανταγωνιστικές ερμηνείες για την αλματώδη άνοδο της Big Tech στηρίζονται στο φυσικό πλεονέκτημα του μεγέθους στα ψηφιακά δίκτυα, όπου οι εταιρείες μπορούν να προσθέσουν πελάτες με αμελητέο πρόσθετο κόστος.

Πώς εξηγείται η συγκέντρωση

Αλλά τα «αποτελέσματα δικτύου» δεν αρκούν για να εξηγηθεί η συγκέντρωση τριών στους τέσσερις κλάδους στις ΗΠΑ -και όχι μόνο στον κλάδο της τεχνολογίας – σε μια χούφτα εταιρείες. Μπορούν, όμως, να το εξηγήσουν οι σαρωτικές κρατικές διασώσεις που ωφελούν τις κατεστημένες εταιρείες.

Στο παρελθόν, οι ανακατατάξεις ήταν ιδιαίτερα γρήγορες στην τεχνολογία. Όσο, όμως, η συζήτηση για την τεχνολογία μετατοπίζεται σε καινοτομίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, εξακολουθεί να επικεντρώνεται στα ίδια παλιά ονόματα με προεξάρχουσες τη Microsoft και την Alphabet.

Και αυτή η άνοδος των αμερικανικών μονοπωλίων συνοδεύτηκε από την πτώση μικρότερων αμερικανικών εταιρειών και νεοφυών επιχειρήσεων.

Στην Κίνα, όπου υπήρξαν μεγαλύτερες ανακατατάξεις στην κορυφή, επισημαίνουν οι FT, οι προοπτικές των κολοσσών του Διαδικτύου όπως η Alibaba και η Tencent είχαν διακυμάνσεις, κυρίως με την ένταση των κυβερνητικών ρυθμίσεων. Περισσότερο από τα αποτελέσματα του δικτύου, το Πεκίνο είναι ο αποφασιστικός παράγοντας.

Από την άλλη, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν είναι τόσο παρεμβατική όσο αυτή της Κίνας, αλλά και η Ουάσιγκτον στρεβλώνει τις αγορές όταν σώζει τράπεζες.

Οι ανακατατάξεις στην καρδιά του καπιταλισμού

Χαρακτηριστικά, ο συντάκτης αναφέρει το Τέξας, όπου ο δήμαρχος του Φορτ Γουόρθ είπε πρόσφατα ότι το «κύριο θέμα» που ανησυχεί τους επιχειρηματίες είναι το ερώτημα: εάν η SVB εξυπηρετούσε τον κλάδου του πετρελαίου όχι την τεχνολογία, θα είχε η κυβέρνηση «κινητοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο;» Αναπόφευκτα, οι διασώσεις στρεβλώνουν τον τρόπο κατανομής του κεφαλαίου, μετατοπίζοντας τις αποφάσεις σε πολιτικά χέρια. Οι αγορές σταματούν να έχουν ως κίνητρο το οικονομικό μέρος, και αρχίζουν να ασχολούνται με το τι θα στηρίξει το κράτος.

Μια κοινωνία εξουθενωμένη από αλλεπάλληλες κρίσεις φαίνεται να βολεύεται όλο και περισσότερο με αυτή τη διαστρέβλωση των κινήτρων, γράφουν οι FT, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι κορυφαίες επιχειρήσει σε άλλους προβληματικούς τομείς, όπως τα εμπορικά ακίνητα, δράττονται της ευκαιρίας και σπεύδουν να υποστηρίξουν ότι ο κλάδος τους ενέχει επίσης συστημικούς κινδύνους και ότι ως εκ τούτου αξίζουν την κρατική υποστήριξη. Όμως, τονίζει ο αναλυτής, οι ανακατατάξεις βρίσκονται στην καρδιά του καπιταλισμού, για να λειτουργήσει σωστά.

Το κράτος δεν μπορεί να κρατήσει όλες τις κατεστημένες εταιρείες στη ζωή.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Αγορές