H ζήτηση για χώρο στο βιομηχανικό πάρκο «Deep C Two» στο βόρειο Βιετνάμ είναι τέτοια που ο κατασκευαστής του σκέφτεται ήδη πώς να δημιουργήσει περισσότερο χώρο, καταπατώντας τμήματα της παράλιας.

Μερικές από τις μεγαλύτερες τεχνολογικές πολυεθνικές, όπως η Apple, συγκεντρώνονται στο «Deep C Two», κοντά στο μεγαλύτερο λιμάνι του βόρειου Βιετνάμ, Χαϊφόνγκ. Όμως, οι γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον και οι κίνδυνοι για τις επιχειρήσεις που αναδείχθηκαν από την πανδημία Covid-19 ωθούν περισσότερους κατασκευαστές να φύγουν από την Κίνα – και η Deep C, η βελγική διαχειρίστρια πέντε ζωνών στο Βιετνάμ, προετοιμάζεται.

Η Apple μεταφέρει στο Βιετνάμ τις γραμμές παραγωγής του MacBook

Η επιταχυνόμενη στροφή προς χώρες όπως το Βιετνάμ είναι μέρος μιας αναπτυσσόμενης στρατηγικής «Κίνα+1» για την εκ νέου σχεδίαση παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού. Καθώς οι ανταγωνισμοί μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για την τεχνολογία και την ασφάλεια εντείνονται, περισσότερες εταιρείες φοβούνται περιορισμούς σε τι και πού μπορούν να κατασκευάσουν. Ως αποτέλεσμα, πολλοί συνεπικουρούν την παραγωγή στην Κίνα, που εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος κόμβος παραγωγής στον κόσμο, με επέκταση σε άλλες χώρες.

Έτσι φαίνεται να υπάρχει μια συνεχής φυγή ή τουλάχιστον μετεγκατάσταση από την ηπειρωτική Κίνα σε άλλες χώρες. Ξένες εταιρείες αυτή τη στιγμή μένουν στην κινεζική αγορά για να εξυπηρετούν την πελατεία τους εκεί, ενώ για πελάτες σε άλλες χώρες αναζητούν νέες τοποθεσίες.

Η τάση αυτή αναδεικνύει τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες της μεταφοράς πόρων σε χώρες όπως το Βιετνάμ, όπου η γραφειοκρατική και φυσική υποδομή, συμπεριλαμβανομένου του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, επιβαρύνεται υπό το βάρος της ζήτησης, την ίδια στιγμή που η χώρα αντιμετωπίζει προβλήματα από την ταραγμένη παγκόσμια οικονομία.

Η εξαγωγική ανάπτυξη του Βιετνάμ έχει σώσει εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια τα τελευταία 30 χρόνια και η χώρα έχει κερδίσει σημαντικό ρόλο στην αλυσίδα εφοδιασμού τεχνολογίας: η Apple ήδη παράγει εκατομμύρια AirPods εκεί.

Αλλά η παράλογη γραφειοκρατία και το αδιαφανές ρυθμιστικό πλαίσιο προσθέτουν προβλήματα για ξένους επενδυτές. Μέχρι τώρα το Βιετνάμ κατάφερε να απορροφήσει αυτή την επενδυτική τάση, αλλά η περαιτέρω ανάπτυξη είναι προβληματική.

Το Βιετνάμ έβγαλε 22,4 δισ. δολάρια από ξένες άμεσες επενδύσεις το 2022, σημειώνοντας αύξηση 13,5% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία. Ενώ οι ΑΞΕ είναι ελαφρώς μειωμένες τους πρώτους πέντε μήνες του έτους σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι, επενδυτές, αναλυτές και αξιωματούχοι δήλωσαν ότι το ενδιαφέρον παρέμεινε ισχυρό. Το Βιετνάμ προσέλκυσε 962 νέα έργα ΑΞΕ τους πρώτους πέντε μήνες του έτους, από 578 την ίδια περίοδο πέρυσι.

Ο υπουργός Οικονομικών του Βιετνάμ Χο Ντουκ Φοκ δήλωσε σε συνέντευξή του ότι η υποδομή της χώρας «βελτιώνεται και γίνεται πιο σύγχρονη» και τόνισε το φθηνό εργατικό δυναμικό που αποτελεί μεγάλο δέλεαρ για ξένους επενδυτές.

Νέες επενδύσεις και «αγκάθια»

Ωστόσο, ορισμένοι επενδυτές παρατηρούν ήδη μια σύσφιξη της αγοράς εργασίας. Η Soenens επισημαίνει την Pegatron, έναν από τους μεγαλύτερους προμηθευτές της Apple, η οποία ξεκίνησε την παραγωγή ηλεκτρονικού εξοπλισμού στην Χαϊφόνγκ το 2021. Μέχρι το τέλος του επόμενου έτους, η ταϊβανέζικη ελπίζει να έχει 20.000 εργαζόμενους στο Deep C.

Περίπου 150 χιλιόμετρα μακριά στο βιομηχανικό συγκρότημα Thanh Oai στο Ανόι, όπου η B. Braun απασχολεί περίπου 1.100 άτομα, η εταιρεία ιατρικής τεχνολογίας εξετάζει το ενδεχόμενο να κατασκευάσει εκεί κοιτώνες καθώς σχεδιάζει να διπλασιάσει τις επενδύσεις και το εργατικό δυναμικό της μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια.

Η αγορά εργασίας είναι τεντωμένη και «γίνεται όλο και πιο δύσκολη». . . Κάθε εταιρεία χρειάζεται εργατικό δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης», δήλωσε στους Financial Times ο Torben Minko, διευθύνων σύμβουλος της B. Braun Vietnam. «Η πρόκληση είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο. Εάν πρέπει να χτίσετε ένα τεράστιο εργοστάσιο που χρειάζεται 10.000 εργάτες, από κάπου πρέπει να προέρχονται».

Οι βιετναμέζοι νέοι με υψηλή ειδίκευση αναμένουν επίσης να κερδίζουν πολύ περισσότερα από τον μηνιαίο κατώτατο μισθό, ο οποίος για τις μεγαλύτερες πόλεις είναι 4,68 εκατομμύρια dong ($198). Ο κανονικός μέσος μισθός για άτομα νεαρής ηλικίας είναι 15 έως 18 εκατομμύρια το μήνα σύμφωνα με έναν προγραμματιστή επιχειρήσεων που εργάζεται στην πόλη Χο Τσι Μινχ, πρώην Σαϊγκόν.

Οι νέοι επενδυτές γρήγορα αντιλαμβάνονται ότι η γραφειοκρατία κινείται αργά σε ένα αποκεντρωμένο σύστημα που βασίζεται στη συναίνεση, στο οποίο απαιτούνται πολλαπλές υπογραφές για κάθε έγκριση. Εταιρείες που ήδη βρίσκονται στο Βιετνάμ είπαν ότι η επέκταση ήταν δύσκολη.

Μια μεγάλη καταστολή της διαφθοράς έχει επιδεινώσει τις καθυστερήσεις, καθώς οι γραφειοκράτες φοβούνται μην κάνουν κάποια λάθος κίνηση και κατηγορηθούν.

Ο υπουργός Οικονομικών είπε ότι ο αντίκτυπος της καταστολής στις επιχειρήσεις ήταν ελάχιστος. «Ο στόχος . . . είναι να κάνουμε την οικονομία υγιή και διαφανή, για την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών και των επιχειρήσεων», είπε.

Η διάρκεια της διαδικασίας και η πολυπλοκότητα είναι ζήτημα και η απουσία μιας κεντρικής εταιρείας επενδύσεων είναι άλλος ένας λόγος που  οι εγκρίσεις για οτιδήποτε κινούνται αργά.

Καθώς το Βιετνάμ αναπτύσσεται, παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένο από τους δεσμούς με κινεχζική βιομηχανική περιοχή γύρω από το δέλτα του ποταμού Pearl, το οποίο απέχει μόλις 12 ώρες με φορτηγό από το Deep C στην Χαϊφόνγκ. Αυτή η εγγύτητα επιτρέπει την εύκολη μεταφορά υλικών, αλλά μπορεί να αφήνει την αλυσίδα εφοδιασμού του Βιετνάμ πιο ευάλωτη, προκαλώντας το ερώτημα του τι θα συμβεί εάν υπάρξουν διαταραχές στη ροή των εισαγωγών από την Κίνα.

Το Βιετνάμ πρέπει να αναλάβει «επιθετική» δράση για να επιτύχει τους αναπτυξιακούς στόχους, λέει ο υπουργός Οικονομικών.

Μια λύση είναι οι μεγάλοι επενδυτές να διαδραματίσουν ρόλο στη βελτίωση ολόκληρου του οικοσυστήματος προμηθευτών. Η Samsung, η οποία έχει έξι εργοστάσια στο Βιετνάμ, καθώς και ένα κέντρο έρευνας και ανάπτυξης και είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής, είπε από το 2015 ότι είχε συνεργαστεί με περίπου 400 βιετναμέζικες εταιρείες για να τις βοηθήσει να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων.

Μια άλλη λύση είναι να κινηθούν οι εταιρείες συνασπιζόμενες. Η Deep C αναφέρει το παράδειγμα της Pyeong Hwa Automotive, η οποία μετακόμισε στη ζώνη της Χαϊφόνγκ με άλλες τρεις το 2019.

Όποιες και αν είναι οι αμφιβολίες για την εργασία, τις υποδομές ή άλλα ζητήματα, λίγοι αναμένουν ότι η ανάπτυξη «Κίνα+1» θα τερματιστεί σύντομα. «Οι πύλες ανοίγουν, και μπαίνουν μέσα», είπε αξιωματούχος της Deep C, η οποία δεν σταματάει να εξετάζει και άλλες τοποθεσίες.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή