Οσα χρόνια και αν περάσουν, όσα κείμενα και αν γραφούν, οι σταθερές αξίες έρχονται και ξανάρχονται· γι’ αυτό εξάλλου είναι σταθερές. Πόσω μάλλον με μια καλή αφορμή: η Πανελλήνια Ενωση Κριτικών Κινηματογράφου εξέδωσε προσφάτως ένα μικρό, φιλικό βιβλίο για τον αξεπέραστο μετρ του κινηματογραφικού σασπένς, τον Αλφρεντ Χίτσκοκ.

Με τον απλό τίτλο «Αλφρεντ Χίτσκοκ» (εκδόσεις ΟΞΥ), το βιβλίο φιλοξενεί κείμενα 29 ενεργών κριτικών κινηματογράφου (ανάμεσα στους οποίους και ο υπογράφων τού ανά χείρας κειμένου) και ενός που δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή – του Μπάμπη Ακτσόγλου. Μέσα σε 351 σελίδες διαφορετικές φωνές καλύπτουν όλο το εύρος του σκηνοθετικού έργου του Χίτσκοκ. Εργο το οποίο άρχισε την εποχή του βωβού κινηματογράφου, όταν ο γεννημένος στο Λονδίνο σκηνοθέτης (13/8/1899) έκανε τα πρώτα βήματά του, και έκλεισε με τον θάνατό του, στις 29 Απριλίου 1980.

Ο απόλυτος σκηνοθέτης σταρ

Ο Αλφρεντ Χίτσκοκ ήταν σκηνοθέτης σταρ, σε μια εποχή που ο ρόλος του σκηνοθέτη βρισκόταν αμιγώς πίσω από την κάμερα, τότε που με ελάχιστες εξαιρέσεις, το πρόσωπο του σκηνοθέτη παρέμενε άγνωστο στην πλειοψηφία των θεατών. Ομως ο Χίτσκοκ με τις στιγμιαίες εμφανίσεις που έκανε στις ταινίες του (και αργότερα στην τηλεόραση), επιβλήθηκε και ως φιγούρα, σε τέτοιο δε σημείο που οι θεατές «σκάλιζαν» τα πλάνα από την αρχή της ταινίας για να τον «ανακαλύψουν».
Μετά από μερικά εφ’ όλης της ύλης εισαγωγικά κείμενα, ανάμεσα στα οποία και ένας «παιχνιδιάρικος» στοχασμός του Ανδρέα Τύρου για τον Χίτσκοκ και το έργο του, αρχίζει μια όχι ακριβώς «εις βάθος ανάλυση» των ταινιών του, αλλά μια ολόγιομη ματιά πάνω στο έργο του. Τόσο το κείμενο «Ενας μεγάλος δημιουργός του βωβού» του Μπ. Ακτσόγλου (αναδημοσίευση από το βιβλίο του, «Αλφρεντ Χίτσκοκ» – εκδόσεις Αιγόκερως, 1985) όσο και το «Αναζητώντας την καθαρότητα» του Δημήτρη Μπάμπα αφορούν τη βωβή περίοδο του Χίτσκοκ και βοηθούν τον αναγνώστη να εντρυφήσει σε έναν λιγότερο γνωστό Χίτσκοκ, ο οποίος μάλιστα στις περίφημες συνεντεύξεις του στον Φρανσουά Τριφό είχε πει ότι οι «βωβές ταινίες είναι η καθαρότερη μορφή κινηματογράφου».

Κλασικές και αξεπέραστες

Τη μερίδα του λέοντος έχουν αναπόφευκτα οι πασίγνωστες ταινίες του Χίτσκοκ. Για τον Θόδωρο Σούμα η «Ρεβέκκα», τουλάχιστον στην εισαγωγή της, μοιάζει αρκετά με την Σταχτοπούτα, για τον Ηλία Φραγκούλη ο «Σιωπηλός μάρτυς» συνοψίζει όλα όσα ο Χίτσκοκ πρόσφερε ως δημιουργός στην 7η Τέχνη. Μια «απολαυστική ανατομία της συζυγικής σχέσης» είναι για τον Λευτέρη Αδαμίδη η ταινία «Υποψίες», ενώ η Ινγκριντ Μπέργκμαν πρωταγωνιστεί στο κείμενο του Ανδρέα Κουταλά για την «Υπόθεση Νοτόριους».

Ο Τάσος Γουδέλης αναζητεί τη «φροϊδική και νιτσεϊκή θεωρία» που διαπερνά τον «Βρόχο», ενώ τα πρόσωπα και τα σώματα των κεντρικών ηρώων της ταινίας «Ο άγνωστος του εξπρές», για τον Κώστα Καρδερίνη, αντανακλούν τις «παθογένειες της αμερικανικής κοινωνίας». Ο Δημήτρης Καλαντίδης εξετάζει πώς ολόκληρη η ταινία «Τηλεφωνήσατε ασφάλεια αμέσου δράσεως» είναι «δομημένη πάνω στο παιχνίδι και το ψέμα» και ο Δημοσθένης Ξιφιλίνος υποστηρίζει ότι το μόνο ξεπερασμένο στοιχείο των αριστουργηματικών «Πουλιών» είναι τα παρωχημένα εφέ τους.

Ο Κωνσταντίνος Καϊμάκης μας θυμίζει τη «σχέση» του Γουίντσον Τσόρτσιλ με τον «Ανθρωπο που γνώριζε πολλά» και ο Νίνος Φένεκ Μικελίδης βρίσκει ότι η «Ψυχώ» είναι ένας εξαίρετος «συνδυασμός ρεαλισμού και νουάρ». Στο κείμενό του για το «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων», ο Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος εξετάζει το πώς ο χαρακτήρας του Κάρι Γκραντ με το «αβίαστο coolness» που αναδύει, επιτρέπει στον σκηνοθέτη να τον χρησιμοποιήσει «ως μέσο αλλαγής της ατμόσφαιρας και της διάθεσης της ταινίας».

Μια «άλλη» ματιά

Τα μεγέθη των κειμένων δεν είναι ισομερή, όπως ακριβώς όλες οι ταινίες του Χίτσκοκ δεν είναι ανάλογης αξίας. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις ο κριτικός εξηγεί γιατί κάποια ταινία του Χίτσκοκ «δεν κερδίζει τον θεατή» (Γιάννης Φραγκούλης – «Δεν σε θέλω πια»), ενώ στις περιπτώσεις των πολιτικών ταινιών του Χίτσκοκ, όπως οι ψυχροπολεμικές «Σχισμένο παραπέτασμα» και «Τοπάζ», ο Δημήτρης Κολιοδήμος εξηγεί γιατί οι ταινίες αυτές είναι πάνω απ’ όλα ψυχαγωγικά φιλμ αγωνίας και έντασης στα οποία η θέση του σκηνοθέτη είναι κατά βάση ηθική και όχι πολιτική (εξάλλου ο Χίτσκοκ θεωρούσε ότι το κοινό αδιαφορεί για την πολιτική στο σινεμά). Μια πικάντικη ανάγνωση της μαύρης κωμωδίας «Ποιος σκότωσε τον Χάρι;» από τον Γιάννη Γκακίδη καταλήγει στο ότι εδώ ο Χίτσκοκ «δράττεται της ευκαιρίας να εκφράσει τον φλεγματικό κυνισμό του με καμουφλάζ το χιούμορ που στις άλλες ταινίες είναι απλώς εμβόλιμο».

Λιγότερο γνωστές ταινίες του δημιουργού (κάποιες από τις οποίες, στην εποχή τους, δεν είχαν την τύχη που τους άξιζε) φωτίζονται εκ νέου από τους Δέσποινα Τριανταφύλλου («Η κόρη του αγρότη»), Τάσο Ρέτζιο («Τα 39 σκαλοπάτια»), Γιάννη Ραουζαίο («Η εξομολόγηση»), Αλέξη Δερμεντζόγλου («Πονεμένο ρομάντζο»), Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο («Σαμποτέρ»), Κωνσταντίνο Μπλάθρα («Στον αστερισμό του Αιγόκερω»), Γιώργο Παπαδημητρίου («Το κυνήγι του κλέφτη»), Νίκο Αλέτρα («Στον ίσκιο του θανάτου»), Νίκο Τσαγκαράκη («13 εγκλήματα ζητούν ένοχο» και Θόδωρο Γιαχουστίδη («Οικογενειακή συνωμοσία»).

Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και κάποια κείμενα εκτός ταινιών του Χίτσκοκ, όπως εκείνο για τη δουλειά του στην τηλεόραση («Ο Αλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει» του Δ. Κολιοδήμου) ή το «Μουσική και ήχος στις ταινίες του Χίτσκοκ όπου η Ιφιγένεια Καλαντζή υποστηρίζει ότι η μουσική στο έργο του σκηνοθέτη έχει τεράστια εννοιολογική σημασία «αποκαλύπτοντας βαθύτερες ψυχολογικές αιτίες και κίνητρα που οδηγούν σε εγκληματικές πράξεις».

Το «κοσκίνισμα» θα συνεχιστεί

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η ΠΕΚΚ ασχολείται με το έργο του Χίτσκοκ, όμως όπως ο πρόεδρός της Βασίλης Κεχαγιάς επισημαίνει, το έργο του Χίτσκοκ θέλει «πολύ κοσκίνισμα καθώς το σασπένς έχει αναμειχθεί πολλές φορές με τα χοντρά υλικά του κλισέ και η ιδιοφυΐα στην ανασκαφή του ανθρώπινου ψυχισμού έγινε κάποιες άλλες βορά της ευκολίας.» Αρα μια «αναψηλαφητική» έκδοση των ταινιών του Χιτς, κατά κάποιον τρόπο επιβάλλεται από τους καιρούς «στο ξεκίνημα μιας παντοιοτρόπως καινούργιας “ταινίας”» όπως ο κ. Κεχαγιάς επισημαίνει. Γράφει: «Τα “Πουλιά” έγιναν ιοί και ο τρόμος από ψηλά δεν είναι υπόθεση μόνον του σινεμά. Και το ταξίδι είναι τρόμος, με την “Ψυχώ” να περιμένει να πάρει τον λόγο. Γύρω χοροπηδάει το Διαδίκτυο με τους ψευδαισθητικούς πειρασμούς του γρήγορου και του νέου, τυλιγμένους σε μια κόλλα χαρτί από τον Αλφρεντ. Τα έχει κάνει αυτά στην προϊστορία του κινηματογράφου, όπως θα καταλήξει σε λίγο να είναι».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Plus