Η επίσκεψη της Aνγκελα Μέρκελ στην Αθήνα, πέραν των συμβολισμών, σηματοδοτεί μια αλλαγή σελίδας τόσο για τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και για την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, έρχεται σε μια συγκυρία που στην Ευρώπη συνυπάρχουν η ενεργειακή και η πανδημική κρίση και αναζητούνται λύσεις

Στη συνάντηση Μέρκελ – Μητσοτάκη εκτιμάται ότι θα γίνει μια επισκόπηση των διμερών σχέσεων, ενώ αναμένεται να συζητηθούν ζητήματα όπως οι ελληνοτουρκικές και οι ευρωτουρκικές σχέσεις μετά και τις τελευταίες εξελίξεις και τη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, το Μεταναστευτικό, η κατάσταση στη Λιβύη, αλλά και οι κινήσεις που έχει κάνει η Ελλάδα στο ενεργειακό με πιο πρόσφατο παράδειγμα την υπογραφή συμφωνίας με την Αίγυπτο για την ηλεκτρική διασύνδεση με Αιγύπτου – Ελλάδας, ζήτημα μαζί με την γεωπολιτική του διάσταση και τη σημασία για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, έθεσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Στο επίκεντρο των συζητήσεων θα βρεθούν ακόμα οι διμερείς οικονομικές σχέσεις, αλλά και η ευρωπαϊκή συζήτηση για  δημοσιονομικούς κανόνες που θα ανταποκρίνονται στις προκλήσεις της συγκυρίας και στη νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφώσει η πανδημία.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

 Οι Συνεργαζόμενες Τράπεζες

 Την πρόσκληση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για συνεργασία με σκοπό την από κοινού παροχή δανείων προς χρηματοδότηση επιλέξιμων επενδύσεων έχουν αποδεχθεί μέχρι στιγμής οι 4 συστημικές τράπεζες (Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς), η Optima Bank, η Παγκρήτια Τράπεζα αλλά και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων -EIB και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης -EBRD.

Η δυνατότητα υποβολής αιτήσεων, όπως αναφέρεται στη σχετική πρόσκληση, «θα παραμείνει ανοιχτή στα ενδιαφερόμενα Πιστωτικά Ιδρύματα έως ότου εξαντληθούν οι διαθέσιμοι στο Ελληνικό Δημόσιο πόροι για τη χορήγηση Δανείων Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/241, η εκταμίευση των διαθέσιμων κεφαλαίων για την υλοποίηση των επιλέξιμων επενδύσεων θα πρέπει να ολοκληρωθεί έως τις 31 Αυγούστου 2026».

Ένα Πρώτο Συμπέρασμα: Παρά το γεγονός ότι η δυνατότητα νέων συμμετοχών παραμένει ανοικτή, η πρώτη σοδειά θεωρείται ήδη σημαντική πέραν των συμβολισμών που συνοδεύουν τις τράπεζες που αποδέχθηκαν την πρόσκληση και συμμετέχουν από κοινού με το Ταμείο στη χρηματοδότηση επιλέξιμων επενδύσεων. Και αυτό για τους εξής απλούς λόγους: Τα προγράμματα των χρηματοδοτήσεων μπορούν να ξεκινήσουν από τις Τράπεζες – μάλιστα, οι 4 συστημικές τράπεζες με το καλημέρα μπορούν να βρεθούν με 200 εκατομμύρια ευρώ διαθέσιμο χρήμα για τη χρηματοδότηση επιλέξιμων επενδύσεων. Οι άλλες δύο ελληνικές τράπεζες – Optima και Παγκρήτια- «πάνε» για μικρότερα νούμερα. Ενδεικτικά, η αίτηση της Παγκρήτιας κάνει λόγο για 70 εκατομμύρια ευρώ ως πρώτη δόση. Άρα,  σε κάθε περίπτωση έχουμε στην εκκίνηση του προγράμματος μια δεξαμενή κοντά στο 1 δις ευρώ για τις 6 ελληνικές τράπεζες προς αξιοποίηση… Να το επαναλάβω ή έγινε κατανοητό; Ότι αυτή τη φορά «λεφτά υπάρχουν» και κανείς δεν είναι διατεθειμένος να κάτσει πάνω στα «λεφτά» του Ταμείου. Το αντίθετο, όλοι βιάζονται να τα αξιοποιήσουν με κάθε δυνατό τρόπο – από μόνες τους αλλά και σε συνεργασία /συγχρηματοδοτήσεις επενδύσεων που μειώνουν το ρίσκο αλλά και επιτυγχάνουν νωρίτερα να πιάσουν τους στόχους και να κάνουν αίτηση και για τη δεύτερη δόση.

Στη πρόσκληση αναφέρονται τα εξής:  Εφόσον η τράπεζα έχει σωρευτικά: α) συνάψει συμβάσεις για δάνεια του Ταμείου για συνολικό ποσό ίσο με ποσοστό τουλάχιστον 60% της πρώτης δόσης, β) έχει εκταμιεύσει βάσει τέτοιων συμβάσεων προς τους τελικούς αποδέκτες ποσό ίσο με ποσοστό τουλάχιστον 5% της πρώτης δόσης, και επιπλέον οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εκ των χορηγηθέντων από την τράπεζα δανείων του Ταμείου που βρίσκονται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών δεν υπερβαίνει το

10% του συνόλου του κεφαλαίου των αυτών των δανείων,  μπορεί να κάνει αίτηση για την εκταμίευση πρόσθετων κεφαλαίων μέχρι ποσού 200 εκατομμυρίων ευρώ – η δεύτερη δόση.

 Η Αγορά

Η σοδειά των τραπεζών που αποδέχθηκαν τη συνεργασία με το Ταμείο δείχνει και κάτι άλλο – οι 2 ελληνικές τράπεζες, πέραν των 4 συστημικών τραπεζών, δηλαδή η Optima Bank και η Παγκρήτια Τράπεζα, είναι εκείνες που θα πλασαριστούν με το «σπαθί» τους δίπλα στους μεγάλους της αγοράς και θα διεκδικήσουν το μερίδιο που πιστεύουν ότι τους αναλογεί ή τους ανήκει… Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δίνει αυτή τη δυνατότητα λειτουργώντας ως «ένα βότσαλο στη λίμνη».

Το σύνολο αυτών των δανειακών κεφαλαίων που θα βρεθούν στη δεξαμενή των τραπεζών θα κατευθυνθούν στη χρηματοδότηση επιχειρηματικών προτάσεων για επενδύσεις που εμπίπτουν σε 5 καθορισμένους εκ των προτέρων θεματικών αξόνων: α) ψηφιακός μετασχηματισμός, β) πράσινη μετάβαση, γ) εξωστρέφεια, δ) ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων, ε) καινοτομία – έρευνα & ανάπτυξη.

Σε κάθε περίπτωση, οι επενδύσεις αφορούν ιδιωτικές πρωτοβουλίες συγχρηματοδοτούμενες

(τουλάχιστον κατά 50%) με τα ίδια κεφάλαια των επενδυτών και δάνεια χορηγούμενα, μεταξύ άλλων, από εμπορικές τράπεζες.

Αλλά, ας δούμε τη διάκριση ανάμεσα στο δάνειο συγχρηματοδότησης και το δάνειο του Ταμείου. Το πρώτο είναι το δάνειο που θα χορηγήσει η τράπεζα από τα δικά της κεφάλαια για τη χρηματοδότηση κατ’ ελάχιστον του 30% του συνολικού επιλέξιμου επενδυτικού κόστους εκάστης επιλέξιμης επένδυσης. Από την άλλη, το δάνειο του Ταμείου -Δάνειο Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ή Δάνειο ΤΑΑ- είναι το δάνειο με πόρους του Ταμείου που θα εκταμιευθεί στον τελικό αποδέκτη δια του Μηχανισμού Χρηματοδότησης μέσω Εμπορικών Τραπεζών  μαζί με το δάνειο συγχρηματοδότησης. Πιο συγκεκριμένα, ένα μέρος από το συνολικό ποσό των 11.727.538.920 ευρώ που η Ελλάδα πρόκειται να αντλήσει από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προορίζεται για χορηγήσεις μέσω του Μηχανισμού Χρηματοδότησης μέσω Εμπορικών Τραπεζών.

Τα δάνεια του Ταμείου καλύπτουν κατ’ ανώτατο όριο ποσοστό ύψους 50% του συνολικού επιλέξιμου επενδυτικού κόστους των χρηματοδοτούμενων επενδύσεων, ενώ η ιδιωτική συμμετοχή του τελικού αποδέκτη θα καλύψει, κατ’ ελάχιστον, ποσοστό ύψους 20% του συνολικού επιλέξιμου επενδυτικού κόστους. Ποσοστό ύψους τουλάχιστον 30% του συνολικού επιλέξιμου επενδυτικού κόστους θα καλυφθεί μέσω Δανείου Συγχρηματοδότησης. Στα Δάνεια Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και στα Δάνεια Συγχρηματοδότησης εφαρμόζεται η αρχή της σύμμετρης ικανοποίησης (“pari passu”) ως προς τις αποπληρωμές και τις χορηγηθείσες εξασφαλίσεις.

Η Απρόσιτη… Στέγαση

Η δυσοίωνη πρόβλεψη για την πορεία της αγοράς των οικιστικών ακινήτων -αν και στηριγμένη σε ρεαλιστικές διαπιστώσεις και πραγματικά δεδομένα- ας ελπίσουμε ότι δεν θα βρει έδαφος εφαρμογής στα καθ΄ημάς.

Στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank διαβάζω: «(…)οι ταχύτερες αυξήσεις των τιμών σε σχέση με τα εισοδήματα που παρατηρούνται σε αρκετές χώρες διεθνώς, εξέλιξη που προς το παρόν δεν έχει λάβει χώρα στην Ελλάδα, ενδέχεται, εάν συνεχιστούν, να επιτείνουν τυχόν ανισότητες που ήδη υπάρχουν και να καταστήσουν τη στέγαση απρόσιτη για ένα μέρος του τοπικού πληθυσμού».

Τα Δεδομένα: Πάντως, στο ίδιο Δελτίο υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ανάλυση. Ένα μικρό μόνο απόσπασμα της: «H άνοδος που παρατηρείται στις τιμές στην αγορά ακινήτων, ήδη από το προηγούμενο έτος, σε παγκόσμιο επίπεδο, ήταν συνδυαστικό αποτέλεσμα  των κάτωθι παραγόντων, τόσο από την πλευρά της ζήτησης, όσο και της προσφοράς:

  • Το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων που επικρατεί.
  • Οι διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού που οδήγησαν στην άνοδο του κόστους αρκετών εισροών στη διαδικασία της κατασκευής.
  • Η υιοθέτηση ευέλικτων μορφών εργασίας, όπως η εξ αποστάσεως εργασία (π.χ. άνοδος της ζήτησης για μεγαλύτερης επιφάνειας ακίνητα).
  • Οι πολιτικές που εφάρμοσαν τα κράτη διεθνώς, κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, για τη στήριξη της ζήτησης και της ρευστότητας των νοικοκυριών.

 Παράλληλα με την άνοδο των τιμών των κατοικιών στην Ελλάδα, η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα αυξήθηκε σημαντικά το 2020, κατά 5,9% σε ετήσια βάση -ως αποτέλεσμα της ισχυρής ανόδου που σημειώθηκε το πρώτο τρίμηνο του έτους (56% σε ετήσια βάση)-, ενώ, το πρώτο επτάμηνο του 2021, συνεχίζει να αυξάνεται με εντονότερο ρυθμό (46,6% σε ετήσια βάση). Ανοδικά κινήθηκαν και οι επενδύσεις σε κατοικίες, σε όλη τη διάρκεια του 2020, αλλά και στο πρώτο τρίμηνο του 2021, ενώ, το δεύτερο τρίμηνο φέτος, σημειώθηκε ετήσια πτώση ύψους 1,1%. Ο δωδεκάμηνος ρυθμός μεταβολής των στεγαστικών δανείων, ωστόσο, παραμένει σταθερά αρνητικός, περί του -2,9%». 

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Inside Stories