Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ήδη ανατρέψει αμέτρητες ζωές. Τώρα, ανατρέπει και τα επιχειρηματικά μοντέλα. Με την έξοδο των δυτικών πολυεθνικών από τη Ρωσία και την αποδιοργάνωση της εφοδιαστικής αλυσίδας της Ουκρανίας, σε συνδυασμό με την αποδιοργάνωση που σχετίζεται με την έξαρση της Covid στην Κίνα, είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να θέσουν τα πάντα υπό επανεξέταση και αναθεώρηση.

Οι προκλήσεις ξεκινούν από το πώς πληρώνουν το προσωπικό που απασχολούν στην Ουκρανία – σε κάποιες περιπτώσεις με μετρητά που παραδίδονται στην Πολωνία. Kαι φτάνουν έως το πώς θα αποκτήσουν τα ανταλλακτικά που, προτού ξεσπάσει ο πόλεμος προμηθεύονταν από την περιοχή – η απάντηση στο ερώτημα αυτό για την ώρα είναι: με υπομονή και επιμονή. Μεταξύ αυτών που επλήγησαν σκληρά ήταν οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, που προμηθεύονται εξαρτήματα από την Ουκρανία. Οι μονάδες παραγωγής τους αγωνίζονται να βρουν εναλλακτικές.

Αλλά ακόμη και οι εταιρείες που δεν έχουν προμηθευτές ή δεν δραστηριοποιούνται στα εδάφη των εχθροπραξιών αναγνωρίζουν ότι πρέπει να περάσουν από τα δεδομένα της απεριόριστης παγκοσμιοποίησης σε πιο περιφερειακούς, ή ακόμα και τοπικούς κόμβους παραγωγής και κατανάλωσης. Βλέπουν επίσης τα πλεονεκτήματα που έχουν η μεγάλη αποκέντρωση και η αφθονία του συστήματος (δηλαδή της ύπαρξης επιπλέον πόρων για την παροχή εφεδρικής στήριξης) για την αποφυγή μελλοντικών σοκ. «Οι αλλεπάλληλες διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας έχουν πλέον διαρκέσει περισσότερο από τα εμπάργκο πετρελαίου του 1973-4 και του 1979 μαζί», παρατηρεί με έμφαση ο Ρίτσαρντ Μπερνστάιν, διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής εταιρείας RBA. Αυτό δεν συνιστά απλώς ένα πλήγμα, αλλά μάλλον τη νέα κανονικότητα.

Οι μεγάλες εταιρείες που έχουν την οικονομική δυνατότητα να ελέγχουν την αλυσίδα εφοδιασμού τους στο σύνολό της και ακόμα περισσότερο, έχουν υιοθετήσει την καθετοποίηση της παραγωγής ως τρόπο εξομάλυνσης των διαταράξεων και των πληθωριστικών πιέσεων που προκύπτουν. Εταιρείες όλων των μεγεθών αναζητούν τρόπους για να παράγουν επί τόπου, όπου κι αν βρίσκονται οι πελάτες τους. Ανεξάρτητα από τη χώρα ή από τη γεωγραφική περιοχή στην οποία βρίσκονται δηλαδή. Πολλές μικρότερες εταιρείες που κατασκευάζουν χρηστικά προϊόντα στη Νέα Υόρκη έχουν ωφεληθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας χάρη στην εντοπιότητά τους. Αλλά σκοπός τους είναι επίσης να σαγηνεύουν μεγάλες επώνυμες εταιρείες για να εξαγοραστούν. Ομίλους δηλαδή που αναζητούν απλώς μεγαλύτερη προστασία και εξασφάλιση από κραδασμούς κάθε είδους, είτε αυτοί είναι γεωπολιτικοί είτε σχετίζονται με την κλιματική κρίση.

«Οι αλυσίδες εφοδιασμού βρίσκονται υπό πίεση εδώ και αρκετό καιρό», λέει ο Άραμα Κουκουτάι, διευθύνων σύμβουλος μιας νεοφυούς εταιρείας γεωργίας καθετοποιημένης παραγωγής με την επωνυμία Plenty, η οποία συνεργάζεται με τη Walmart για την καλλιέργεια φρέσκων προϊόντων κάθετα στοιβαγμένων στην Πολιτεία της Καλιφόρνια, ενώ συνεργάζεται επίσης με εταιρείες όπως η Driscoll, που είναι η μεγαλύτερη παραγωγός μούρων στον κόσμο. Η Plenty και η Walmart εγκαινίασαν μια νέα καθετοποιημένη φάρμα φράουλας στην Ανατολική Ακτή, προκειμένου να αποφύγουν το κόστος μεταφοράς και τις καθυστερήσεις. «Εταιρείες σαν αυτή θέλουν να μειώσουν την εξάρτησή τους από μεγάλες αλυσίδες εφοδιασμού και από περίπλοκους τρόπους εισαγωγής», προσθέτει ο Κουκουτάι. «Βασικά, όλοι θέλουν να χτίσουν εκεί που βρίσκονται οι πελάτες τους», τονίζει.

Πρόκειται για μια τάση που είχε παρατηρηθεί στη μεταποίηση εδώ και αρκετό καιρό. Ιδιαίτερα αφορούσε μη εισηγμένες εταιρείες, συχνά οικογενειακές, που έχουν περισσότερες ρίζες στις τοπικές κοινωνίες και λιγότερη πίεση από τα τριμηνιαία αποτελέσματα.

Μία από αυτές είναι η κατασκευάστρια υποδημάτων New Balance, η οποία την περασμένη εβδομάδα ανακοίνωσε ότι ανοίγει ένα εργοστάσιο στη Μασαχουσέτη για να εξυπηρετεί την αυξανόμενη ζήτηση για προϊόντα «made in America», χρησιμοποιώντας περισσότερους τοπικούς προμηθευτές ώστε να παρακάμπτει τους κραδασμούς, όπου είναι δυνατόν. «Το να είσαι μη εισηγμένη εταιρεία σε διευκολύνει να κάνεις περισσότερα σε τοπικό επίπεδο», λέει ο διευθύνων σύμβουλος της New Balance, Τζο Πρέστον. «Αλλά νομίζω ότι οι νέες απαιτήσεις σε θέματα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εταιρικής διακυβέρνησης θα ωθήσουν περισσότερες εταιρείες προς αυτή την κατεύθυνση, δεδομένου μάλιστα ότι τα εργασιακά ζητήματα διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο εν προκειμένω», προσθέτει.

Ασφαλώς καθίσταται σαφές ότι ο κόσμος δεν κάνει αυτή την ώρα μια επανεκκίνηση στην παγκοσμιοποίηση, όπως συνέβη στη δεκαετία του 1990. Ορισμένοι κλάδοι, όπως ο τεχνολογικός, θα αισθανθούν την πίεση να αλλάξουν τα υπάρχοντα επιχειρηματικά μοντέλα περισσότερο από άλλους. Παράδειγμα η Intel, η οποία δημιουργεί ένα νέο μεγάλο εργοστάσιο κατασκευής ημιαγωγών στο Οχάιο, στο πλαίσιο της μεγαλύτερης τεχνολογικής αποσύνδεσης της Αμερικής από την Κίνα και τώρα πλέον και από τη Ρωσία εξαιτίας των κυρώσεων για τις εξαγωγές τσιπ. Η Intel επενδύει επίσης στην ευρωπαϊκή, περιφερειακή δυνατότητα παραγωγής τσιπ. Δεν θα εκπλαγώ αν ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνει τους περιορισμούς στις τεχνολογίες «διπλής χρήσης», που κατασκευάζουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε για εμπορικούς είτε για στρατιωτικούς σκοπούς. Μια πρόσφατη έκθεση της TS Lombard ανέφερε βιομηχανίες διαφόρων κλάδων, από κατασκευάστριες ημιαγωγών, τηλεπικοινωνιακές και πληροφορικής, μέχρι αεροδιαστημικές, αεροναυπηγικές, κατασκευής υπολογιστών, ηλεκτρονικών αισθητήρων, λέιζερ και διαφόρων εξαρτημάτων, που μπορεί να χρειαστεί να μετατοπίσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους και να αλλάξουν πελατειακή βάση προκειμένου να αντιμετωπίσουν την προϊούσα αποσύνδεσή τους με παλαιότερους προμηθευτές και αγορές.

«Σκεφτείτε πόσο εύκολα τα έξυπνα οχήματα, που συνδέονται με το υπολογιστικό νέφος και ανεβάζουν σε πραγματικό χρόνο δεδομένα σε δορυφόρους (π.χ. Tesla/SpaceX), μπορούν να μετατραπούν σε συσκευές επιτήρησης και να χρησιμοποιηθούν για πολεμικούς σκοπούς», σημειώνει η έκθεση της TS Lombard.

Αυτή η αλλαγή θα μπορούσε σίγουρα να έχει μεγάλο αντίκτυπο στις κεφαλαιαγορές, καθώς μεγάλο μέρος της ανάπτυξης των μεγαλύτερων τεχνολογικών εταιρειών βασίζεται στην ικανότητά τους να διασχίζουν απρόσκοπτα τα εθνικά σύνορα. Αλλά ο αντίκτυπος δεν θα είναι μονοδιάστατος. Σκεφθείτε την αύξηση των τρισδιάστατων εκτυπώσεων αντικειμένων, για παράδειγμα, που έχει εκτιναχθεί εν μέσω πανδημίας. Ο κλάδος μπόρεσε να καλύψει το κενό στις αλυσίδες εφοδιασμού κατασκευάζοντας σε τοπικό επιπεδο τα πάντα, από προϊόντα ατομικής προστασίας μέχρι ιατρικές συσκευές και συσκευές δοκιμών, προσωπικά αξεσουάρ, βοηθήματα απεικόνισης, ακόμη και καταλύματα έκτακτης ανάγκης.

Ολόκληρη η αγορά τρισδιάστατων εκτυπώσεων αυξήθηκε κατά 21% από το 2019 έως το 2020 και προβλέπεται να διπλασιαστεί έως το 2026. Τώρα υπάρχουν αρκετές εταιρείες, όπως η Icon που εδρεύει στο Όστιν του Τέξας, οι οποίες μετακινούνται από την εκτύπωση καταφυγίων στην ανέγερση πολυτελών κατοικιών. Δεδομένης της πολυπλοκότητας και της μεγάλης έντασης άνθρακα που έχει η κατασκευαστική διαδικασία με την εξάρτησή της από πολλαπλές αλυσίδες εφοδιασμού, η οικοδόμηση κατοικιών με την τρισδιάστατη τεχνολογία είναι μια αλλαγή που θα μπορούσε να βοηθήσει στην αντιμετώπιση ακόμα και του πληθωρισμού. Όπως το έθεσε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε το 2020 στο περιοδικό Nature, «η 3D εκτύπωση κτιρίων απαιτεί μικρότερους χρόνους κατασκευής και χαμηλότερο κόστος εργασίας, ενώ μπορεί να χρησιμοποιήσει πιο φιλικές προς το περιβάλλον πρώτες ύλες». Τα 3D σπίτια «μπορούν να μεταφερθούν και να στηθούν εύκολα στις περιοχές εκείνες όπου χρειάζονται περισσότερο».

Ακόμη και εν καιρώ πολέμου, απομόνωσης και γεωπολιτικού φόβου, αξίζει να θυμόμαστε ότι κάθε κρίση δημιουργεί και ευκαιρίες.

Πρόσφατα Άρθρα