O  φόβος για νέα οικονομική ύφεση λόγω υψηλού πληθωρισμού αλλά και η συνεχής αβεβαιότητα λόγω μείωσης του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης απασχολούν έντονα  τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τα νοικοκυριά. Με μειωμένη κατανάλωση, αστάθεια στις τιμές των εμπορευμάτων και της ενέργειας, μείωση στις επενδύσεις και στη βιομηχανική δραστηριότητα αλλά και χαμηλή παραγωγή και αύξηση στις τιμές των προϊόντων, οι προβλέψεις για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μόνο ασφαλείς δεν μπορεί να είναι στις μέρες μας.

Σε έρευνα που διεξήχθη τη περίοδο 2021-2022 από το Εργαστήριο Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Διοίκησης (LAFIM) του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου (ΕΛΜΕΠΑ), στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης με την Περιφέρεια Κρήτης για την εκτέλεση του ερευνητικού έργου με τίτλο «Οικονομικές επιπτώσεις  από την Πανδημία COVID-19 στη Κρήτη (ΟΕΠ)», βλέπουμε ότι οι επιχειρήσεις της Κρήτης ζητούν επιπλέον μέτρα στήριξης για τα επόμενα 2 έτη για να επανέλθουν σύντομα σε τροχιά ανάπτυξης.

Επιπλέον στοιχεία προέκυψαν από τη πρόσφατη Παγκρήτια δημοσκόπηση με θέμα την ανάπτυξη, που διενεργήθηκε από το LAFIM (lafim.hmu.gr) του ΕΛΜΕΠΑ, και στην οποία πήραν μέρος πολλά νοικοκυριά του νησιού. Η συγκεκριμένη έρευνα που παρουσιάζεται παρακάτω, διενεργήθηκε από τον Διδάσκοντα και μέλος του LAFIM του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Δρ. Γεώργιο I. Ματαλλιωτάκη και την εποπτεία του Αντιπρύτανη του ΕΛΜΕΠΑ και  Διευθυντή του LAFIM Καθηγητή Χρήστου Φλώρου.

Σκοπός της έρευνας:

Στην έρευνα αυτή εξετάζεται η άποψη των πολιτών για την ανάπτυξη στην Κρήτη λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες της πανδημίας COVID-19, την ενεργειακή αλλά και επισιτιστική κρίση του 2022. Η συμμετοχή των πολιτών στη πολιτική και στρατηγική ανάπτυξης είναι χρήσιμη και μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη προσπάθεια ανάκαμψης στη μετά COVID-19 εποχή. Οι πολίτες της Κρήτης δεν είναι ουδέτεροι απέναντι στο ζήτημα της ανάπτυξης, διατυπώνουν ξεκάθαρα την άποψη τους και τη γνώμη τους, κάτι σημαντικό για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων.

Ταυτότητα της έρευνας:

Η  Παγκρήτια έρευνα πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο 3-8 Ιουνίου του 2022. Το δείγμα ήταν τυχαίο, στρωματοποιημένο και αντιπροσωπευτικό του σχετικού πληθυσμού, περιελάμβανε 973 νοικοκυριά από όλη τη Κρήτη και επιλέχθηκε βάσει των σχετικών αναλογιών του πραγματικού πληθυσμού της απογραφής του 2011. Βασίσθηκε σε δομημένο ερωτηματολόγιο και πραγματοποιήθηκαν προσωπικές τηλεφωνικές συνεντεύξεις, ενώ οι ερωτηθέντες ήταν ηλικίας από 18 ετών έως 60+.

Αποτελέσματα της έρευνας:

Η ακρίβεια (27,6%) ακολουθούμενη από την ανεργία (23,4%), αλλά και η έλλειψη ή ανεπάρκεια εγκαταστάσεων και υποδομών στην Κρήτη (13,5%) αποτελούν τα σημαντικότερα προβλήματα που παρουσιάζει σήμερα το μεγαλύτερο νησί της Ελλάδος.

Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται από την ανάλυση των δεδομένων, η γνώμη των πολιτών για το μέγεθος των επιχειρήσεων που θέλουν να αναπτυχθούν στην Κρήτη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σε ποσοστό 30,5% δηλώνουν ότι προτιμούν να αναπτυχθούν επιχειρήσεις οι οποίες να απασχολούν έως 50 άτομα. Το 21,8% του δείγματος επιθυμεί να δημιουργηθούν μεγάλες επιχειρήσεις και να απασχολούν περισσότερα από 250 άτομα. Μεσαίες επιχειρήσεις έως 250 εργαζομένων προτιμά το 27,1% του δείγματος, ενώ το 16,9% θα ήθελε οι νέες επιχειρήσεις να είναι πολύ μικρές και να απασχολούν έως 10 άτομα η καθεμία.

Αναφορικά με την άποψη των πολιτών για τους σημαντικότερους τομείς στους οποίους πρέπει να δοθεί έμφαση ώστε να επιτύχουμε την ανάπτυξη, οι πολίτες φαίνεται να εστιάζουν κυρίως στον τουρισμό αλλά και στον πρωτογενή τομέα (16,9%). Ακολουθούν οι εμπορικές δραστηριότητες (14,2%), η ανάπτυξη της βιομηχανίας (8,4%) και οι εξαγωγές (7,1%).

Την εμπιστοσύνη τους στον τουρισμό θέτοντάς τον πρωταγωνιστικό παράγοντα στην οικονομικο-κοινωνική ανάπτυξη της χώρας μας εξέφρασαν οι πολίτες, οι οποίοι σε πολύ μεγάλο ποσοστό (61,3%) επιθυμούν την αυξηση του αριθμού των τουριστών στο νησί. Το 28,6% του δείγματος δήλωσε ότι ο τουρισμός στην Κρήτη πρέπει να παραμείνει στα ίδια επίπεδα, ενώ δεν έλλειψαν και εκείνοι που υποστηριξαν ότι ο αριθμός των τουριστών πρέπει να μειωθεί.

Σε ερώτηση σχετικά με τις τουριστικές υποδομές στην Κρήτη, η πλειοψηφία των πολιτών (34,3%) διατύπωσε την άποψη ότι αυτές επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των επισκεπτών του νησιού. Ένα ποσοστό της τάξης του 25,7% δήλωσε ότι πρέπει να κατασκευαστούν καινούργια ξενοδοχεία στην Κρήτη ώστε να ενισχυθεί το τουριστικό προϊόν. Σε ποσοστό 17,3% υποστηρίζουν ότι θα ήταν καλύτερο να υπάρχουν πολλά μικρά ξενοδοχεία στο νησί, ενώ αντίθετη άποψη φαίνεται να έχει το 15,9% των ερωτηθέντων, οι οποίοι επιθυμούν μεγάλα ξενοδοχεία.

Χαρακτηριστική είναι και η γνώμη των πολιτών της Κρήτης για τις εμπορικές επιχειρήσεις που επιθυμούν να αναπτυχθούν στην περιοχή τους, αφού η μεγάλη πλειοψηφία επιθυμεί αυτές να εμπορεύονται και να εξάγουν μόνο Ελληνικά προϊόντα, σε ποσοστό 55,6%. Να εμπορεύονται και να εξάγουν Ελληνικά αλλά και ξένα προϊόντα δήλωσε ότι προτιμά το 31%, ενώ ένα μικρό ποσοστό της τάξης του 8,6% υποστήριξε την πρωτοποριακή άποψη οι επιχειρήσεις να εισάγουν προϊόντα από το εξωτερικό και  μετά να τα πωλούν στις διεθνείς αγορές. Δεν έλειψαν βέβαια και εκείνοι (3%) που δεν επιθυμούν τέτοιου είδους εμπορικές επιχειρήσεις στην περιοχή τους.

Ξεκάθαρη θέση διατυπώνεται από την κοινή γνώμη απέναντι στη φορολογική πολιτική που εφαρμόζεται σήμερα. Επικρατεί η αίσθηση σε ποσοστό 52,0% ότι επιβαρύνει αρκετά τις υπάρχουσες επιχειρήσεις χωρίς να τους αφήνει έτσι περιθώρια ανάπτυξης. Συγχρόνως το 25,6% των πολιτών θεωρεί πως η υπάρχουσα φορολογική πολιτική λειτουργεί ανασταλτικά για την ανάπτυξη. Αντίθετη άποψη διατύπωσε ένα πολύ μικρό ποσοστό του δείγματος (7,7%) υποστηρίζοντας πως δεν επηρεάζει την ανάπτυξη, ενώ δεν έλειψαν και εκείνοι που θεωρούν ότι η φορολόγηση των επιχειρήσεων ευνοεί τις πρωτοβουλίες των πολιτών για ανάπτυξη (7,2%).

Επιπλέον, η δημοσκόπηση εξέτασε τη γνώμη των πολιτών για τον τρόπο με τον οποίο προτιμούν να  δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και οι απαντήσεις παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σε ποσοστό ύψους 60% οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι θα είναι καλύτερο να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σταδιακά στον ιδιωτικό τομέα μέσω της ανάπτυξης και των επενδύσεων. Αντίθετη άποψη διατύπωσε το 32,7% που δείχνει να προτιμά τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στο δημόσιο τομέα.

Επίσης, ο δρόμος της τεχνολογικής ανάταξης της χώρας μας φαίνεται αρκετά μακρύς σύμφωνα με τη γνώμη των πολιτών της Κρήτης. Το 59,6% του δείγματος πιστεύει ότι δε θα καταφέρουμε ποτέ να ανταγωνιστούμε χώρες όπως η Κίνα και η Ιαπωνία, ενώ ταυτόχρονα το 21,6% των πολιτών θεωρεί ότι θα τα καταφέρουμε σε 10-15 έτη. Για χρονικό διάστημα 5-10 ετών έκανε λόγο το 6,2% του δείγματος. Δεν έλειψαν και οι αρκετά αισιόδοξοι που υποστήριξαν σε ποσοστό 3,1% ότι μέσα σε 2-5 έτη η χώρα μας θα έχει καταφέρει να ανταγωνίζεται τις προηγμένες τεχνολογικά χώρες.

Η δημοσκόπηση εξέτασε και τη γνώμη των πολιτών για την ανάπτυξη της Νότιας πλευράς της Κρήτης με την κατασκευή  νοτίου οδικού άξονα, όπου  κάποιες περιοχές θα αναπτυχθούν σημαντικά, ενώ άλλες θα κρατήσουν το χαρακτήρα τους. Η συντριπτική πλειοψηφία των Κρητικών (77,1%) εξέφρασαν θετική γνώμη για την ανάπτυξη του Νότου, ενώ το 15,8% του δείγματος τάχθηκε κατά μίας τέτοιας προοπτικής.

Συμπεράσματα της έρευνας:

Οι πολίτες της Κρήτης ζητούν περαιτέρω ανάπτυξη μέσω του τουρισμού αλλά με επιπλέον ενίσχυση των υποδομών. Πιστεύουν ότι η ανάπτυξη του τουρισμού με νέες σύγχρονες ξενοδοχειακές μονάδες θα μπορούν να συμβάλλουν στην αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος, ενώ η αύξηση των τουριστών μπορεί να φέρει πιο γρήγορα την οικονομική ανάπτυξη στη Κρήτη.

Μετά τη 10ετή κρίση της ελληνικής οικονομίας, η ακρίβεια ξεπερνά την ανεργία ως μεγαλύτερο πρόβλημα που απασχολεί καθημερινά τους πολίτες της Κρήτης λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.

Παρόλο που οι πολίτες θεωρούν πιο βιώσιμες τις μικρές επιχειρήσεις, επιθυμούν η ανάπτυξη να έρθει και μέσω των μεγαλύτερων επιχειρήσεων με στοχευμένα κίνητρα που μπορούν να δοθούν προς αυτή τη κατεύθυνση, ενώ θεωρούν ότι η εξαγωγή των ελληνικών προϊόντων και η εξωστρέφεια της επιχειρηματικότητας μπορεί να βοηθήσουν την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας. Με λίγα λόγια, οι πολίτες της Κρήτης θεωρούν ότι πυλώνας ανάπτυξης είναι και οι εξαγωγές, οι οποίες εμφανίζουν άνοδο το τελευταίο καιρό και έτσι μπορούν να ενισχύσουν τη προώθηση των τοπικών προϊόντων με κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία και κίνητρα προς τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα πρέπει να στοχεύουν στη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων τους. Σε αυτό θα πρέπει να βοηθήσει και μια νέα φορολογική πολιτική, η οποία θα πρέπει να δώσει έμφαση σε αναπτυξιακούς φόρους που θα βοηθήσουν τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων με νέες επενδύσεις.

Τέλος, οι γενικότερες ανησυχίες των πολιτών σχετικά με την υπάρχουσα οικονομική κατάσταση αφορούν και τη κλιματική αλλαγή. Οι πολίτες επιθυμούν η ανάπτυξη με νέες υποδομές να μην επηρεάσει αρνητικά το περιβάλλον, αλλά να υπάρξει περιβαλλοντική πολιτική που θα βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο τους.

Συμπερασματικά, οι πολίτες της Κρήτης αντιλαμβάνονται πλήρως την έννοια της  ανάπτυξης, βλέπουν τα πλεονεκτήματα του τουρισμού και του πρωτογενούς τομέα, και επιθυμούν τη πολύπλευρη ανάπτυξη του νησιού. Επίσης, είναι αισιόδοξοι για την επόμενη ημέρα αλλά ζητούν να γίνουν παρεμβάσεις ώστε να δουν γρήγορα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στη Κρήτη με σύμμαχο το υψηλού επιπέδου επιχειρηματικό, εργασιακό και επιστημονικό δυναμικό του νησιού.

* Δρ. Γεώργιος Ι. Ματαλλιωτάκης, Διδάσκων και Ερευνητής, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής, Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο.

* Καθηγητής Χρήστος Φλώρος, Αντιπρύτανης Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου και Καθηγητής Χρηματοοικονομικής, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Academia
Γιώργος Αλογοσκούφης: Πριν και Μετά τη Μεταπολίτευση Θεσμοί, Πολιτική και Οικονομία στην Ελλάδα
Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών |

Γιώργος Αλογοσκούφης: Πριν και Μετά τη Μεταπολίτευση Θεσμοί, Πολιτική και Οικονομία στην Ελλάδα

O Γ. Αλογοσκούφης εξετάζει, αναλύει και ερμηνεύει την εξέλιξη του κράτους και της οικονομίας της μεταπολεμικής Ελλάδας, πριν και μετά τη μεταπολίτευση του 1974