Έως και 8,5 δισεκατομμύρια δολάρια θα χορηγήσει η αμερικανική κυβέρνηση στην Intel, ενισχύοντας έτσι τη χρηματοδότηση νέων εργοστασίων τσιπ σε τέσσερις Πολιτείες, Αριζόνα, Νέο Μεξικό, Οχάιο και Όρεγκον, σύμφωνα και με το Υπουργείο Εμπορίου.

Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί μέχρι σήμερα σε μια προσπάθεια αναζωογόνησης της αμερικανικής παραγωγής τσιπ υπό την εποπτεία της κυβέρνησης Μπάιντεν. Η συνολική επένδυση της Intel στις ΗΠΑ μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια αναμένεται να ξεπεράσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια, όπως ανέφερε το υπουργείο, το οποίο θα επιβλέπει τις επιχορηγήσεις.

Intel: Βάζει… φρένο στο εργοστάσιο – μαμούθ των 20 δισ. δολαρίων

Τα χρήματα των επιχορηγήσεων, που έχουν τεθεί στην άκρη στο πλαίσιο του νόμου 2022’s Chips Act, στοχεύουν στη χρηματοδότηση μιας αναζωπύρωσης της αμερικανικής παραγωγής για την αντιμετώπιση των διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας που εμφανίστηκαν κατά την πανδημία, αλλά και για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων με την Κίνα.

Μεγάλο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής τσιπ έχει μεταφερθεί στην Ασία τις τελευταίες δεκαετίες, αφήνοντας στις ΗΠΑ περίπου το 12% της παγκόσμιας παραγωγής.

Το κυβερνητικό πείραμα

Ο νόμος για τα τσιπ αποτελεί μέρος του πειράματος του προέδρου Μπάιντεν με τη βιομηχανική πολιτική, όπου
τα κεφάλαια των φορολογουμένων χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση ορισμένων εταιρειών που η κυβέρνηση θεωρεί  σημαντικές για την εθνική ασφάλεια. Οι συνεργάτες του Μπάιντεν δήλωσαν ότι ελπίζουν πως εάν πετύχουν οι επενδύσεις στη βιομηχανία τσιπ, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πρότυπο για τον τρόπο προώθησης άλλων τομέων.

«Δεν αρκεί απλώς να σχεδιάζουμε τσιπ, πρέπει να τα κατασκευάζουμε και στην Αμερική», επισήμανε η Υπουργός Εμπορίου Τζίνα Ραϊμόντο στη Wall Street Journal. «Είναι πρόβλημα εθνικής ασφάλειας και οικονομίας και έχουμε πρόθεση να το αλλάξουμε».

Οι απεικονίσεις για τα δύο νέα εργοστάσια επεξεργαστών αιχμής της Intel στο Οχάιο

Η Intel…

Η Ραϊμόντο τόνισε ότι οι επενδύσεις της Intel θα βάλουν τις ΗΠΑ σε τροχιά παραγωγής του 20% της παγκόσμιας παραγωγής πρωτοποριακών τσιπ μέχρι το τέλος της δεκαετίας.

Η Intel, ο μεγαλύτερος αμερικανικός κατασκευαστής τσιπ βάσει εσόδων, είναι πιθανό να είναι μεταξύ των μεγαλύτερων αποδεκτών κεφαλαίων στο πλαίσιο του προγράμματος επιχορηγήσεων. Ο Μπάιντεν είχε προγραμματίσει να επισκεφθεί την πανεπιστημιούπολη Ocotillo της Intel στο Τσάντλερ της Αριζόνα, όπου η εταιρεία σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει τα ομοσπονδιακά χρήματα για να κατασκευάσει δύο νέα εργοστάσια αιχμής και να εκσυγχρονίσει ένα υφιστάμενο.

Η εταιρεία θα μπορούσε επίσης να αντλήσει έως και 11 δισεκατομμύρια δολάρια σε κυβερνητικά δάνεια και σχεδιάζει να υποβάλει αίτηση για σχετικές φορολογικές πιστώσεις.

Τα χρήματα της Intel πρόκειται να διανεμηθούν σε στάδια ανάλογα με την κατασκευή και συγκεκριμένα ορόσημα στη διαδικασία αυτή.

…και οι άλλοι

Ομοίως, η GlobalFoundries, μια εταιρεία κατασκευής τσιπ με έδρα την πολιτεία της Νέας Υόρκης, έλαβε 1,5 δισ. δολάρια ως επιχορήγηση τον περασμένο μήνα. Άλλοι μεγάλοι κατασκευαστές τσιπ, συμπεριλαμβανομένης της Taiwan Semiconductor Manufacturing, της Samsung Electronics και της Micron Technology έχουν υποβάλει αίτηση για επιχορηγήσεις για έργα αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων το καθένα, με τα αποτελέσματα να αναμένεται να ανακοινωθούν σύντομα.

Η επιλογή του Μπάιντεν

Αν και τα χρήματα θα κατανεμηθούν σε τέσσερις πολιτείες, δεν είναι τυχαίο ότι ο Μπάιντεν επέλεξε να
να ταξιδέψει στην Αριζόνα για να αναδείξει το πρόγραμμα. Ο αμερικανός πρόεδρος πέτυχε μια σημαντική νίκη εκεί το 2020, ενώ είναι μία από τις λίγες πολιτείες που είναι υποψήφιες για τις προεδρικές εκλογές του 2024.

Για τον Μπάιντεν, η χρηματοδότηση της επέκτασης της βιομηχανίας τσιπ ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος μιας ευρύτερης
ώθησης για την αναζωογόνηση των βιομηχανιών των ΗΠΑ και την αποδέσμευση των πιο κρίσιμων εφοδιαστικών αλυσίδων της χώρας από την κινεζική επιρροή.

Ο πρόεδρος προώθησε τη συγκεκριμένη νομοθεσία σε ομιλία του νωρίτερα αυτό το μήνα, επισημαίνοντας πως  δισεκατομμύρια δολάρια νέων επενδύσεων θα δημιουργήσουν χιλιάδες υψηλόμισθες θέσεις εργασίας.

Πράγματι, η Intel ανακοίνωσε πως αναμένει ότι τα έργα της θα δημιουργήσουν περισσότερες από 10.000 θέσεις εργασίας, καθώς και σχεδόν 20.000 θέσεις εργασίας στον τομέα των κατασκευών.

«Χρειάζονται πρόσθετα κεφάλαια»

Για την Intel, η χρηματοδότηση δίνει πρόσθετη οικονομική δύναμη πυρός στον διευθύνοντα σύμβουλο Pat
Gelsinger για την ακριβή προσπάθεια ανάκαμψης. «Πιστεύουμε ότι αυτή είναι μια καθοριστική στιγμή για τη βιομηχανία ημιαγωγών των Ηνωμένων Πολιτειών και για την Intel», εξήγησε ο Gelsinger στη WSJ.

Πρόσθεσε πως το Κογκρέσο θα πρέπει να εγκρίνει πρόσθετα κεφάλαια μέσα στα επόμενα χρόνια για να συνεχίσει να ενισχύει τη βιομηχανία: «Μας πήρε τρεις και πλέον δεκαετίες για να χάσουμε αυτή τη βιομηχανία. Δεν πρόκειται να επιστρέψει σε τρία έως πέντε χρόνια».

Ο Gelsinger, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία πριν από τρία χρόνια, ξεκίνησε μια τεράστια επέκταση της δραστηριότητας της εταιρείας στην κατασκευή τσιπ προχωρώντας ταυτόχρονα σε συμβάσεις με ξένες εταιρείες, σε μια προσπάθεια να φτάσει τους αντιπάλους της TSMC και της Samsung στην κατασκευή των πιο προηγμένων τσιπ.

Αφού ανακοίνωσε τις επεκτάσεις της στην Αριζόνα και το Νέο Μεξικό το 2021, η Intel είχε δηλώσει προ διετίας ότι θα κατασκευάσει νέα εργοστάσια ημιαγωγών σε μια τοποθεσία στο Οχάιο κοντά στο Κολόμπους. Η αρχική επένδυση εκεί ήταν 20 δισεκατομμύρια δολάρια, ωστόσο ο Gelsinger εξήγησε ότι η Intel θα μπορούσε να δαπανήσει έως και 100 δισεκατομμύρια δολάρια προσθέτοντας πρόσθετες παραγωγικές εγκαταστάσεις στην περιοχή.

Η βιωσιμότητα τέτοιων επενδύσεων έχει δεχτεί αυξανόμενες πιέσεις κατά τα τελευταία δύο χρόνια εν μέσω της ύφεσης στην αγορά τσιπ. Η έλλειψη που προκλήθηκε από την αλματώδη αύξηση της ζήτησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας μετατράπηκε σε υπερπληθώρα το 2022, επιβαρύνοντας τα έσοδα της εταιρείας.

Μια αγορά γεμάτη προκλήσεις

Η Intel καθυστέρησε το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του εργοστασίου της στο Οχάιο από τον αρχικό της στόχο να ξεκινήσει την παραγωγή το 2025 λόγω των προκλήσεων της αγοράς.

Οι κατασκευαστές τσιπ αντιμετώπισαν και άλλες δυσκολίες στην δημιουργία των εγκαταστάσεων στις ΗΠΑ. Η TSMC δυσκολεύτηκε να φέρει ταλέντα από την Ταϊβάν, ενώ ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά από διαμάχες με τα τοπικά εργατικά συνδικάτα. Ο ιδρυτής της εταιρείας, Morris Chang, έχει διαμαρτυρηθεί επανειλημμένα για το υψηλό κόστος στις ΗΠΑ.

Ανεξάρτητα από τις προκλήσεις, στελέχη και αξιωματούχοι των ΗΠΑ εξήγησαν στην WSJ πως οι επενδύσεις είναι ζωτικής σημασίας για έναν κόσμο όπου τα προηγμένα τσιπ παίζουν σημαντικό ρόλο στην τεχνολογική πρόοδο των χωρών και τη γεωπολιτική ισχύ.

Τα τσιπ του ανταγωνιστή της Intel, της Nvidia, έχουν στηρίξει την έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να θέσουν ελέγχους εξαγωγής στις πιο προηγμένες από αυτές, από φόβο ότι η Κίνα θα μπορούσε να τις χρησιμοποιήσει στον κυβερνοπόλεμο και την κατασκοπεία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή