Στην πρόκληση της ψηφιοποίησης καλείται να ανταποκριθεί επιτυχώς το επιχειρείν, την ώρα που η επένδυση στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και την τεχνητή νοημοσύνη «θωρακίζει» την οικονομία στην εποχή της ψηφιακής μετάβασης που τρέχει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.

Ψηφιοποίηση: Δραματική υστέρηση των ελληνικών ΜμΕ στην ΕΕ – Πώς θα καλυφθεί το χάσμα

Η ψηφιοποίηση, για την οποία διατίθενται άνω των 3,5 δισ. ευρώ έως το 2027 από κονδύλια της ΕΕ, αποτελεί αναμφίβολα ένα δύσβατο μονοπάτι που καλούνται να διαβούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τις δαπάνες που απαιτείται να δαπανηθούν για τον σκοπό αυτό να καθίστανται πολλές φορές αποτρεπτικός παράγοντας για να τολμήσουν οι επιχειρήσεις το ψηφιακό άλμα. Χρειάζονται κίνητρα, επιδοτήσεις και χρηματοδότηση ώστε να προχωρήσουν. Επείγουν όμως και ριζικές αλλαγές στον πυρήνα της κοσμοθεωρίας του ελληνικού επιχειρείν. Αν δεν αλλάξουν ριζικά νοοτροπία και κουλτούρα πολλών «φοβικών» με την τεχνολογία επιχειρηματιών, η ψηφιακή μετάβαση θα παραμείνει όνειρο απατηλό.

Υπό αυτό το πρίσμα, σημαντική βελτίωση παρουσίασαν οι ψηφιακές επιδόσεις της Ελλάδας την τελευταία πενταετία καταγράφοντας σημαντική πρόοδο, την υψηλότερη από τις άλλες χώρες της ΕΕ, αν και ο δρόμος που μένει να διανυθεί είναι μακρύς.

Ήδη ένα μεγάλο ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων χρησιμοποιεί κάποια προηγμένη τεχνολογία στην καθημερινή λειτουργία του (cloud, μαζικά δεδομένα, τεχνητή νοημοσύνη) ενώ και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας έχουν πετύχει το βασικό επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας.

Σταθερά βήματα προόδου αλλά χρειάζονται γκάζια…

Η Ελλάδα, βάσει έρευνας του ΣΕΒ, φαίνεται να προσεγγίζει με σταθερά βήματα τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών επιδόσεων στις βασικές ψηφιακές δεξιότητες του πληθυσμού, στην ανάπτυξη των δικτύων 5G, στην ψηφιοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών και στη διείσδυση δικτύων, αν και μένει πίσω σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Συγκεκριμένα βρίσκεται στο 86% ως προς τις ψηφιακές δεξιότητες, 85% ως προς τις υποδομές συνδεσιμότητας, 78% ως προς τη δημόσια διοίκηση, 75% ως προς το αποτύπωμα του κλάδου ΤΠΕ και υψηλής τεχνολογίας και 68% ως προς την ψηφιακή ωριμότητα των επιχειρήσεων.

Ενδεικτικό είναι ότι η χώρα βελτίωσε κατά 56% το επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας μεταξύ 2018 και 2023, μια επίδοση σχεδόν διπλάσια από το 30% που σημειώθηκε στο σύνολο των χωρών της ΕΕ των 27. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν αναφορικά με την ψηφιοποίηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η Ελλάδα ήταν το 2022 τελευταία στην ΕΕ, με ένα ποσοστό 41,2% των ΜμΕ που χρησιμοποιούσαν τουλάχιστον 4 από 12 επιλεγμένες βασικές τεχνολογίες έναντι 69,1% κατά μέσο όρο στην ΕΕ και… 90% που είναι ο ευρωπαϊκός στόχος για το 2030. Στην Ελλάδα η κάλυψη του στόχου αυτού βρίσκεται στο 46% έναντι 77% στην Ε.Ε.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και πρόσφατη ανάλυση του ΚΕΠΕ, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα συνεχίζει να υστερεί σημαντικά έναντι των εταίρων της και να απέχει περισσότερο ή λιγότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στους περισσότερους υποδείκτες.

Καμπανάκια χτυπά η ψηφιοποίηση των ΜμΕ. Παρά την αύξηση του ποσοστού μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης, η Ελλάδα κατρακύλησε στην  τελευταία θέση, επειδή τα υπόλοιπα κράτη αύξησαν τα αντίστοιχα ποσοστά τους πολύ περισσότερο από την Ελλάδα.  Χαρακτηριστικά, η ΕΕ-27 αύξησε το μέσο ποσοστό κατά 15 μονάδες, ενώ η χώρα μας κατά μόλις 2,5.

Όπως επισημαίνεται και στην πρόσφατη έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, η έγκαιρη υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος θα βελτιώσει περαιτέρω τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και θα οδηγήσει σε ισχυρή και διατηρήσιμη ανάπτυξη. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί σε δράσεις που έχουν ως στόχο την ενίσχυση της συνολικής παραγωγικότητας, της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και κατ’ επέκταση τη βελτίωση της ανθεκτικότητας της οικονομίας.

Στροφή στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό για τόνωση της ανταγωνιστικότητας

Σε αυτό το πλαίσιο, οι ευρωπαϊκοί πόροι θα πρέπει να κατευθυνθούν σε επενδύσεις σε υλικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, ψηφιακές τεχνολογίες, τεχνητή νοημοσύνη, καθαρή ενέργεια, σε ανταγωνιστικούς τομείς με εξαγωγικό προσανατολισμό, καθώς και στη βελτίωση των υποδομών. Κάτι τέτοιο θα επιτρέψει να αντιμετωπιστεί το επενδυτικό κενό και να ενισχυθούν οι επενδύσεις που συνδέονται μεταξύ άλλων με την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση.

Ο ρυθμός υλοποίησης μεταρρυθμίσεων στους τομείς της λειτουργίας του κράτους, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της βελτίωσης του επιχειρηματικού και μακροοικονομικού περιβάλλοντος φαίνεται ότι υπολείπεται εκείνου άλλων κρατών.

Παρά τη βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας την τελευταία πενταετία, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να κατατάσσεται ακόμη σχετικά χαμηλά στους διεθνείς δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Σε τεχνολογικούς τομείς οι σχετικοί δείκτες καταγράφουν βελτίωση. Πρόοδος καταγράφεται συστηματικά και ως προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημόσιου τομέα.

To «χρυσωρυχείο» της τεχνητής νοημοσύνης

Aξίζει να σημειωθεί πως πρόσφατη έρευνα της Deloitte για την «επίδραση του Gen AI (Γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη) στην ελληνική οικονομία» υπολόγισε έναν σωρευτικό αντίκτυπο που υπολογίζεται στο +5,5% επί του ΑΕΠ της χώρας έως το 2030 (δηλαδή 10,7 δισ. ευρώ), που υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μπορεί να αγγίξει ακόμα και το +9,8% (19,2 δισ. ευρώ), στο πιο αισιόδοξο σενάριο.

Καλά τα e-shops αλλά προέχει η επιβίωση

Αν εστιάσουμε στις ΜμΕ του λιανεμπορίου, σε αυτή τη φάση προτεραιότητα δίνεται στην επιβίωση και όχι στην ψηφιοποίηση, όπως επισημάνθηκε και κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της ΕΣΕΕ «Future of Retail 2024» κι αυτό παρά το γεγονός πως, όπως σημειώνει και η ΤτΕ, κατά την περίοδο της πανδημίας και των περιορισμών στη λειτουργία του λιανικού εμπορίου, αναπτύχθηκε σημαντικά ο κλάδος του ηλεκτρονικού εμπορίου, τον οποίο συνεχίζουν να εμπιστεύονται οι καταναλωτές.

Αν και οι μικρομεσαίοι αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα του ψηφιακού μετασχηματισμού, υψηλά επιτόκια, υψηλές τιμές, γεωοικονομικοί κατακερματισμοί κα εμπορικοί πόλεμοι θέτουν τους όρους του παιχνιδιού μέσα στο οποίο καλείται να… παίξει το λιανεμπόριο με την ψηφιακή μετάβαση να περνά σε δεύτερη μοίρα.

Το αγκάθι της χρηματοδότησης

Πάντως, τροχοπέδη για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των ΜμΕ αποτελεί και η δυστοκία στην εξεύρεση χρηματοδότησης. Βάσει πρόσφατης έρευνας του ΒΕΘ, το 79% των βιοτεχνών της Θεσσαλονίκης χαρακτηρίζει τα κίνητρα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που παρέχει η πολιτεία στις επιχειρήσεις για ψηφιακές και πράσινες επενδύσεις ανεπαρκή. Το 65% εκφράζει τη δυσαρέσκειά του από τη διαδικασία της αίτησης μέχρι και την εκταμίευση της χρηματοδότησης που έχουν αιτηθεί.

Σε κάθε περίπτωση, η εικόνα που καταγράφεται είναι αμφίσημη. Το κόστος του ψηφιακού μετασχηματισμού και της πράσινης μετάβασης δεν αξιολογείται ως πρόκληση πρώτης προτεραιότητας καθώς η αστάθεια του οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος αναγκάζει τις επιχειρήσεις να εστιάσουν στην βραχυπρόθεσμη βιωσιμότητα τους και όχι στον μακροπρόθεσμο, αλλά αναγκαίο, μετασχηματισμό τους. Βέβαια καταγράφεται πρόοδος αλλά το κενό που πρέπει να καλυφθεί είναι τεράστιο.

Το ερώτημα είναι αν θα προλάβουν να προσαρμοστούν εγκαίρως στα νέα δεδομένα που «επιτάσσουν» ψηφιοποίηση σχεδόν κάθε λειτουργίας της επιχείρησης.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις