Τα κράτη-μέλη της ΕΕ και της ευρωζώνης, μαζί με το ΔΣ της ΕΚΤ, ετοιμάζονται πυρετωδώς για τις δύο μεγάλες μάχες που, όπως όλα δείχνουν, θα σφραγίσουν την έξοδο από την κρίση της πανδημίας. Θα διεξαχθούν δε παράλληλα, ενώ η έκβαση καθεμίας θα επηρεάσει αναμφίβολα και το αποτέλεσμα της άλλης – και μαζί θα καθορίσουν, σε μεγάλο βαθμό, το μέλλον της Ευρώπης και του ευρώ.
Η μία αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάκαμψης και, κατά συνέπεια, τα όρια που θα ισχύουν μελλοντικά για το χρέος και τα ελλείμματα. Η άλλη έχει να κάνει με το φάντασμα του πληθωρισμού, που πολλοί βλέπουν να επιστρέφει και απαιτούν ήδη τον τερματισμό του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων και τα κρατικά πακέτα στήριξης των οικονομιών.
Σε αμφότερα τα παραπάνω μέτωπα, η σύγκρουση αναμένεται να είναι σφοδρή, με τις… αψιμαχίες να έχουν ήδη ξεκινήσει. Ειδικά στο πρώτο, η πρόσφατη επίθεση που εξαπέλυσε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στον μέχρι πρόσφατα στενό του σύμμαχο, Μάριο Ντράγκι, προμηνύει αυτά που θα ακολουθήσουν.
Ο ένας μετά τον άλλο, οι «παίκτες» παίρνουν θέση. Σήμερα, ήρθε η σειρά του Κλάας Κνοτ, προέδρου της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας και μέλους της διοίκησης της ΕΚΤ, να μιλήσει. Για να εκφράσει, μάλιστα, μια θέση την οποία ενδεχομένως πολλοί δεν θα ανέμεναν, τουλάχιστον με βάση τη στάση που έχει τηρήσει στο πρόσφατο παρελθόν η χώρα του και ο πρωθυπουργός της.
Και η Ολλανδία υπέρ ευελιξίας
Τι είπε, λοιπόν, ο Κνοτ; Ότι, πολύ απλά, «η ευελιξία θα πρέπει, με κάποιο τρόπο, να γίνει ένα πιο εγγενές χαρακτηριστικό του συστήματος και όχι κάτι που θα έρχεται στην επιφάνεια μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις». Έσπευσε δε να προσθέσει – αναδεικνύοντας την άμεση σχέση με τον πληθωρισμό – ότι «καθώς το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων είναι πιθανό να διατηρηθεί, έχουμε ανάγκη ένα δομικά ευρύτερο ρόλο της δημοσιονομικής πολιτικής για την επίτευξη μακροοικονομικής σταθερότητας στο ορατό μέλλον».
Με άλλα λόγια, ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης επιχειρεί να δώσει στη υπόθεση ένα σαφώς πιο πολιτικό χαρακτήρα. Με τον τρόπο αυτό δε, να μεταθέσει την κύρια ευθύνη στην Κομισιόν και τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών, καλώντας τους – εμμέσως πλην σαφώς – να σταματήσουν να «κρύβονται» πίσω από την ΕΚΤ.
Ταυτόχρονα, δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί μήπως οι συνήθως σκληροί Ολλανδοί αποφάσισαν να βάλουν νερό στο κρασί τους, αναγνωρίζοντας το μέγεθος της κρίσης. Και εάν, με αυτό τον τρόπο, προαναγγέλλεται μια στροφή των αποκαλούμενων «frugals» προς πιο διαλλακτικές θέσεις – με τις… ευλογίες φυσικά και του Βερολίνου, παρά τους κεραυνούς που εκτοξεύει ο Σόιμπλε.
Η πραγματική κατάσταση
Ας αναδείξουμε, καταρχήν, την πραγματική εικόνα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στο τέλος του 2020 το δημόσιο χρέος των «27» της ΕΕ ανερχόταν στο 90% του ΑΕΠ τους, ενώ για τα μέλη της ευρωζώνης το ποσοστό αυτό έφτανε το 98%. Στο τέλος δε της τρέχουσας χρονιάς, η κατάσταση αναμένεται να είναι χειρότερη, με αποτέλεσμα για ορισμένες χώρες το «βουνό» του χρέους να είναι, πρακτικά, απροσπέλαστο.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζει φυσικά η Ιταλία, όπου το σχετικό ποσοστό θα αγγίξει φέτος το 160%. Παρά δε το ότι έρχεται δεύτερη πίσω από την Ελλάδα, στην ουσία αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου, καθώς το μέγεθός της είναι τέτοιο που μπορεί να παρασύρει όλη την Ευρώπη – προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Αυτός, εξάλλου, είναι και ο λόγος που ο Σόιμπλε ασχολείται σε αυτή τη φάση μαζί της και όχι με τους «μικρούς».
Η Γαλλία αποτελεί επίσης τεράστιο πρόβλημα. Με τις προβλέψεις να κάνουν λόγο για δημόσιο χρέος της τάξης του 120% του ΑΕΠ της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης – και με δημοσιονομικό έλλειμμα κοντά στο 9% – πρόκειται πρακτικά για μια δεύτερη και εξίσου ισχυρή «βόμβα», που μοιάζει έτοιμη να σκάσει.
Δύο πολιτικές επιλογές
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, υπάρχουν πρακτικά δύο πολιτικές επιλογές. Η μία είναι η υιοθέτηση μιας γραμμής ανάλογης με εκείνη που τηρήθηκε στην προ δεκαετίας κρίση του ευρώ, ενώ η δεύτερη είναι η αναπροσαρμογή της τακτικής, ώστε οι ίδιοι πρακτικά στόχοι να υπηρετηθούν με άλλο τρόπο.
Η πρώτη επιλογή είναι πολύ πιθανό ότι θα οδηγούσε, αργά ή γρήγορα, σε μια καταστροφική σύγκρουση εντός της ΕΕ και της ευρωζώνης, που θα απειλούσε την ίδια τους την ύπαρξη. Εξάλλου – κι αυτή είναι η μεγάλη διαφορά σε σύγκριση με την προηγούμενη κρίση – τούτη τη φορά στο στρατόπεδο των «κακών παιδιών» δεν υπάρχουν μόνο «νάνοι» όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος, αλλά και «γίγαντες».
Έτσι, μπορούμε να διακινδυνεύσουμε την πρόβλεψη ότι τα κέντρα αποφάσεων στο Βερολίνο και τον ευρωπαϊκό Βορρά «φλερτάρουν» σήμερα με τη δεύτερη επιλογή. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν έχουν αποφασίσει να διαλύσουν όσα έχουν χτίσει εδώ και περίπου 65 χρόνια.
Αλλαγή τακτικής
Τι σημαίνει αυτό; Ότι, ουσιαστικά και παρά τα δημοσίως λεγόμενα, θα σταματήσουν να δίνουν προτεραιότητα στους δείκτες και θα μετατοπίσουν την προσοχή τους στις αποκαλούμενες μεταρρυθμίσεις. Δηλαδή, στις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές στις προαναφερθείσες χώρες, που θα αλλάξουν ριζικά τη δομή του οικονομικού τους μοντέλου.
Το αντάλλαγμα – και το δέλεαρ – θα είναι, φυσικά, τόσο τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και μεγαλύτερη «ευελιξία» στα όρια χρέους και ελλείμματος σε μόνιμη βάση, όπως ακριβώς προτείνει ο Κνοτ. Και απαρέγκλιτη προϋπόθεση, βεβαίως, τη συστηματική προώθηση των μεγάλων τομών στην οικονομία και την αγορά εργασίας.
Μπορεί, όμως, αυτό να διασφαλιστεί χωρίς μνημόνια; Ο Σόιμπλε και οι φανατικοί οπαδοί του φοβάται πως όχι, γι’ αυτό και πιέζει ώστε ο πέλεκυς να είναι έτοιμος να πέσει στις κεφαλές των απείθαρχων. Η πλειοψηφία, όμως, των ισχυρών της Ευρώπης θα επιδιώξει να φτάσει σε ένα «ιστορικό συμβιβασμό», ώστε αυτό να μην χρειαστεί.
Αυτό θα επιδιώξουν και ο Μακρόν (εφόσον επανεκλεγεί το 2022) με τον Ντράγκι (όσο μείνει επικεφαλής της κυβέρνησης). Το σίγουρο είναι πως το παζάρι θα είναι ιδιαιτέρως σκληρό. Όσο για τους «μικρούς», λίγες δυνατότητες θα έχουν να παρέμβουν ουσιαστικά.
Latest News
Τι είπε το Νο3 της Κίνας για τις επενδύσεις στο «Νταβός της Ασίας»
Η Κίνα στοχεύει να αποτελέσει ισχυρή κινητήρια δύναμη για την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας
Πόσο κόστισε στις πολυεθνικές η έξοδος από την Ρωσία - Τα αντίποινα στον Πούτιν
Περίπου 1.000 επιχειρήσεις έχουν αποχωρήσει από την Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία και την πολεμική σύρραξη
Ποιος πρέπει να πληρώσει για την κατάρρευση της γέφυρας στην Βαλτιμόρη
Η γέφυρα κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1970 για περίπου 60 εκατομμύρια δολάρια, αλλά το κόστος της ανοικοδόμησής της θα μπορούσε να είναι δεκαπλάσιο της αρχικής της τιμής
Επιβίωση ή ευημερία - Οι επιλογές της Macy's
Ο Tony Spring, ο οποίος ανέλαβε το τιμόνι μόλις τον περασμένο μήνα, παραμένει βέβαιος ότι το πολυκατάστημα εξακολουθεί να κατέχει σημαντικό ρόλο στη ζωή των καταναλωτών - Αρκεί όμως κάτι τέτοιο για το μέλλον;
Στα 58,4 δισ. ο τζίρος της βιομηχανίας του σεξ - Οι περιζήτητες θέσεις εργασίας «λευκού κολλάρου»
Με τον σημερινό ρυθμό ανάπτυξής της η βιομηχανία «ψυχαγωγίας ενηλίκων» εκτιμάται ότι θα εκτιναχθεί στα 96,2 δισ. δολάρια το 2032
Πως οι Σουηδοί κινδύνευσαν να χάσουν συντάξεις
Κακές επενδυτικές αποφάσεις, αποχωρήσεις στελεχών και κρατικές έρευνες απασχολούν την κοινή γνώμη
Πώς θα μετρήσει ένα δικαστήριο των ΗΠΑ το κόστος των εγκλημάτων του Sam Bankman-Fried;
O δικαστής θα κρίνει πόσο κόστισαν οι ενέργειές του στους επενδυτές και τους πελάτες του ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων FTX
Η Αμερική δεν έχει γέφυρες, λιμάνια, αεροδρόμια, δρόμους και σιδηροδρόμους
Το δυστύχημα στη Βαλτιμόρη φέρνει στην επικαιρότητα τις απαρχαιωμένες υποδομές – Επιταχύνεται το πρόγραμμα επενδύσεων $1,2 τρισ. του Μπάιντεν
Πρώτα ο Πούτιν, τώρα ο Σι, μετά ο Τραμπ; H Ευρώπη βάλλεται από παντού
Πανταχόθεν βάλλεται το τελευταίο διάστημα η χειμαζόμενη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
JP Morgan: Η ακρίβεια θα παραμείνει και το 2024
Οι πιέσεις που οδήγησαν στην μερική αποκλιμάκωση των τιμών καταναλωτή τους προηγούμενους μήνες σταδιακά θα εξανεμιστούν