Είμαι από παλιά υπέρμαχος των ψηφιακών νομισμάτων από κεντρικές τράπεζες (CBDCs). Τον προηγούμενο Οκτώβριο ρίσκαρα προβλέποντας ότι η Ευρωζώνη θα υιοθετήσει ένα μέχρι το τέλος του 2025, έπειτα από συνέντευξη που είχα με τον Φάμπιο Πανέτα, εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου που εποπτεύει το έργο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ένα ψηφιακό ευρώ. Ακόμη μπορεί να αποδειχθώ λάθος στην πρόβλεψη αυτή, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κοινότητα των κεντρικών τραπεζών, γενικότερα, επιταχύνει την πορεία προς το επίσημο ηλεκτρονικό χρήμα.

Αυτή την εβδομάδα υπήρξε ακόμη μια επιτάχυνση του ρυθμού. Το νιώσαμε στη νέα συνέντευξη που έδωσε ο Πανέτα στον συνάδελφό του στους FT, Μάρτιν Αρνολντ. Ενώ η ΕΚΤ ακόμη δεν έχει λάβει επίσημη απόφαση για το ηλεκτρονικό ευρώ, η στόχευση μεταφέρεται από την περιγραφή του πώς θα λειτουργήσει στην έμφαση των ωφελειών που μπορεί να προσφέρει. Ο Πανέτα επισήμανε ότι το CBDC μπορεί να είναι πιο σωστό στη διαχείριση απόρρητου δεδομένων απ΄ ότι τα ιδιωτικά μέσα ψηφιακών πληρωμών.

Η στροφή αυτή από την ανάλυση στη σύσταση είναι ιδιαίτερα εμφανής σε μια νέα έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών. Η τράπεζα των κεντρικών τραπεζών δημόσια ανέφερε ότι το CBDC είναι «μια ιδέα της οποίας η ώρα έχει έλθει».

Όχι μόνο αυτό, η Τράπεζα παίρνει και μέρος στον αριθμό των επιλογών. Ειδικότερα, συστήνει ένα ψηφιακό νόμισμα βασισμένο σε λογαριασμούς και όχι σε κέρματα. Με άλλα λόγια, το ψηφιακό νόμισμα θα διατηρείται σε λογαριασμούς που θα ανήκουν σε ιδιώτες ή επιχειρήσεις, οι οποίοι θα χρησιμοποιούν ψηφιακές ταυτότητες να έχουν πρόσβαση στα κεφάλαιά τους, αντί να έχουν ανώνυμα κέρματα που επεξεργάζονται ανώνυμα κρυπτογραφικά μηχανήματα που θα αποτελούσαν δώρο σε όσους ξεπλένουν χρήμα και σε εγκληματίες. (Ένα σχέδιο βάσει λογαριασμού έχει επίσης πλειονεκτήματα σε όρους νομισματικής πολιτικής).

Δεδομένης αυτής της επιλογής, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών παρουσιάζει το ισχυρό επιχείρημα ότι το CBDC είναι καλύτερο για τη διαχείριση απόρρητου και υγειών δεδομένων απ’  ότι οι ιδιωτικές ψηφιακές πληρωμές. Όπως ανέφερε ο Μπενουά Κερέ, πρώην εκτελεστικό μέλος της ΕΚΤ και επικεφαλής της ομάδας καινοτομίας της Τράπεζας, το αντεπιχείρημα έναντι του οποίου το ψηφιακό νόμισμα θα πρέπει να κρίνεται δεν είναι ο κόσμος όπως θα ήταν, αλλά πώς θα είναι ο κόσμος χωρίς αυτό.

Πολύ πιθανόν ένας κόσμος στον οποίο οι εταιρείες Big Tech θα κερδίσουν έδαφος στην αγορά πληρωμών και τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η θέση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών για το ψηφιακό νόμισμα είναι –υπό αυτή την έννοια- πολύ «ευρωπαϊκή» -μια επιθυμία να αποφευχθεί η συγκέντρωση στην αγορά πληρωμών αφού αυτό θα επέτρεπε τη δημιουργία αγοράς ισχύος σε άλλους ψηφιακούς τομείς. Πρόκειται για ένα νέο και ισχυρό επιχείρημα για το ψηφιακό νόμισμα: αν σχεδιασθεί σωστά θα είναι εγγυητής ανοικτών και ανταγωνιστικών πληρωμών και δομών χρηματοπιστωτικής αγοράς και ελέγχου των πολιτών μέσω δεδομένων. Η Τράπεζα έχει μια ισχυρή υπόθεση, αλλά υπάρχει μια αντίρρηση την οποία δεν έχει αντιμετωπίσει κατάλληλα. Ο φόβος των εμπορικών τραπεζών ότι το ψηφιακό νόμισμα θα τις καταστήσει ξεπερασμένες. Εάν οι πελάτες έχουν μια τελική ασφαλή τοποθέτηση αξίας στις κεντρικές τράπεζες, με όλες τις ευκολίες να πληρώνεις για τον καφέ σου, γιατί να κρατάς τα χρήματά σου σε λογαριασμό καταθέσεων σε μια τράπεζα; Ένα ψηφιακό νόμισμα μπορεί να είναι η συνταγή για τραπεζικούς πανικούς –στη διάρκεια κρίσεων ή μόνιμα σε βάθος χρόνου.

Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών έχει αρκετές απαντήσεις. Μια είναι ότι οι τράπεζες θα φοβηθούν, πολύ, για το πλήγμα που πρόκειται να δεχθούν από τις Big Tech και θα δουν ότι το ψηφιακό νόμισμα είναι ένας τρόπος για να διατηρήσουν ένα περιβάλλον στο οποίο μπορούν να ανταγωνιστούν. Άλλη απάντηση είναι ότι μεγάλες μετακινήσεις χρημάτων που βρίσκονται σε ιδιωτικές καταθέσεις σε επίσημο ψηφιακό νόμισμα μπορεί να αποθαρρυνθεί από όρια στη διατήρηση λογαριασμών ψηφιακών νομισμάτων ή μη ελκυστικά επιτόκια (ή συνδυασμός των δύο). Η πρώτη απάντηση είναι καλή: λέει στην τράπεζα να κλείνει μια καλή συμφωνία όταν την βλέπει.

Η δεύτερη, ωστόσο, δεν είναι αρκετά καλή. Σε μια πραγματική κρίση, καμιά κεντρική τράπεζα δεν θα μπορούσε πολιτικά να αποθαρρύνει τη φυγή προς την ασφάλεια: οι πολίτες λογικά θα ρωτούσαν ποιο είναι το όφελος από τα ψηφιακά νομίσματα αν δεν μπορούσαν τα χρησιμοποιήσουν σε περιόδους καταιγίδων. Ακόμη και σε καλές περιόδους θα ήταν δύσκολο να καθοριστούν επιτόκια με την άποψη της διατήρησης των επιχειρηματικών μοντέλων των τραπεζών. Η νομισματική πολιτική έχει σκοπό να σταθεροποιεί την οικονομία και τον πληθωρισμό, όχι να εστιάζει στα ιδιωτικά ενδιαφέροντα συγκεκριμένων τομέων.

REUTERS/John Sibley/File Photo

Η πιο έντιμη απάντηση είναι ότι η κεντρική τράπεζα θα καθορίζει επιτόκια που είναι κατάλληλα για την οικονομία και οι τράπεζες θα πρέπει απλά να πληρώνουν αρκετό premium για να καθιστούν τους λογαριασμούς καταθέσεων ελκυστικούς. Αυτό μπορεί να μην είναι κάτι κακό. Μπορεί να αναγκάσει τις τράπεζες να γίνουν καλύτερες σε καλές περιόδους. Απομένει η ανησυχία για τους τραπεζικούς πανικούς στη διάρκεια κρίσης. Όμως εδώ υπάρχει μια καλύτερη απάντηση. Περιλαμβάνει την πρόταση του Λόρδου Μέρβιν Κινγκ, πρώην διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, που έγινε πριν μερικά χρόνια, ότι οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να είναι «οι ενεχυροδανειστές για όλες τις εποχές».

Χτίζοντας πάνω στον έκτακτο δανεισμό των προηγούμενων δύο κρίσεων –περιλαμβανομένων μερικές φορές αμφιλεγόμενων εξασφαλίσεων- και τις διόγκωσης των ισολογισμών, ο Κινγκ προτείνει ότι όλες οι τράπεζες θα πρέπει να έχουν τοποθετήσει αρκετές εξασφαλίσεις με την κεντρική τράπεζα ώστε να υπάρχει εγγύηση ικανών αποθεματικών που να καλύψουν όλες τις καταθέσεις σε έναν πιθανό πανικό. Τα «κουρέματα» σε αυτά τα ασφαλισμένα δάνεια θα καθορίζονται σε καλές περιόδους, αντανακλώντας ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να τα διατηρήσουν για όσο χρόνο απαιτηθεί για να τα πωλήσουν όταν τελειώσει η κρίση. Αυτό θα καθιστά τις «επιθέσεις» στις τράπεζες ανώδυνες και γιαυτό απίθανο να συμβούν.

Θα ήταν επίσης μια ξεκάθαρη κίνηση για να ενισχυθούν και αναδιαρθρωθούν τράπεζες χωρίς βιασύνη από τη στιγμή που οι καταθέσεις και τα τοποθετημένα ενεργητικά που τις υποστηρίζουν θα είχαν μεταφερθεί αλλού. Θα καθιστούσε τον κανονισμό τραπεζών πιο απλουστευμένο και θα αντικαθιστούσε την ασφάλιση καταθέσεων. Τέλος, θα τελείωνε τον προ-κυκλικό αντίκτυπο της διαδικασίας αξιολόγησης εξασφαλίσεων σε περιόδους έντασης. Ολοι αυτοί είναι λόγοι για να υιοθετηθεί το μοντέλο του ενεχυροδανειστή που πρότεινε ο Λόρδος Κινγκ ασχέτως από την ψηφιακή επανάσταση. Όμως αυτή η επανάσταση προσθέτει έναν λόγο ακόμη. Γιατί στον κόσμο του Κινγκ, δεν υπήρχε κανένας λόγος ανησυχίας αν οι πελάτες επέλεγαν να αλλάξουν τραπεζικές καταθέσεις με ψηφιακά νομίσματα.

Τα ψηφιακά νομίσματα θα έλθουν νωρίτερα απ΄ ό,τι περιμένετε, ακόμη και εν τη απουσία ρυθμιστικών μεταρρυθμίσεων. Όμως η στροφή στη φύση του χρήματος που εκπροσωπούν θα διευκολύνει και θα διευκολυνθεί από τις βαθύτερες αλλαγές στο χρηματοπιστωτικό μας σύστημα. Θα πρέπει να δούμε την άφιξη των ψηφιακών νομισμάτων ως ευκαιρία.