Οι αγορές είναι απρόβλεπτες και ως εκ τούτου οι οικονομολόγοι αναλυτές είναι εξ ορισμού αδύνατον να προβλέψουν πώς θα κινηθούν αυτές στο μέλλον. Παρά ταύτα, όταν οι δυνάμεις που επηρεάζουν τις τιμές είναι ισχυρές και τα πράγματα οδηγούνται προς τα άκρα, όλοι προστρέχουν στους ειδικούς και αναζητούν τη γνώμη τους. Είναι η περίπτωση που βιώνει η υφήλιος με τις τιμές της ενέργειας και δη του πετρελαίου, που έχουν εκτιναχθεί υψηλότερα κατά περισσότερο από 45% το Brent και 50% το αργό του Τέξας (WTI) το πρώτο εξάμηνο του 2021. Και εν μέσω θέρους οδεύουν πλησίστιες προς τα 80 δολάρια το βαρέλι, για πρώτη φορά εδώ και ενάμιση χρόνο.

Την Παρασκευή το πρωί στις προσυνεδριακές συναλλαγές στο Λονδίνου η τιμή του Brent υποχωρούσε οριακά κατά 0,11% στα 75,76 δολάρια το βαρέλι. Οριακές απώλειες 0,1% στα 74,28 δολάρια το βαρέλι σημείωνε και η τιμή του αργού στη λονδρέζικη αγορά εμπορευμάτων. Οι πτωτικές τάσεις ίσως συνεχιστούν σήμερα λόγω ημέρας – την Παρασκευή συχνά οι επενδυτές «κάνουν ταμείο», ρευστοποιούν κέρδη δηλαδή.

Όμως αν αναλογιστεί κανείς ότι την 1η Ιανουαρίου της χρονιάς που διανύουμε το Brent είχε «μόλις» 51,80 δολάρια το βαρέλι, αντιλαμβάνεται ότι η μεγάλη αγωνία των παραγόντων της αγοράς αλλά και των καταναλωτών (επιχειρήσεων και ιδιωτών) και ασφαλώς των επιτελείων των κυβερνήσεων είναι σε τι επίπεδο θα βρει την πετρελαϊκή αγορά το φθινόπωρο.

Και η Δέλτα στο τραπέζι

Τον Ιούνιο η τιμή του Brent ενισχύθηκε περαιτέρω κατά 8% και η τιμή του WTI κατά περισσότερο από 10% φθάνοντας στα υψηλότερα επίπεδα από τον Οκτώβριο του 2018 και οι αναλυτές προσπαθούν να βάλουν στο τραπέζι όλους τους πιθανούς παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αγορά, ανοδικά ή πτωτικά. Και στις πρώτες θέσεις της λίστας πλέον βάζουν τους υγειονομικούς παράγοντες – την εξέλιξη της εμβολιαστικής διαδικασίας κατά της Covid-19, τις κυβερνητικές αποφάσεις σταδιακής χαλάρωσης των περιοριστικών μέτρων, τα απειλητικά πισωγυρίσματα λόγω της διαβόητης μετάλλαξης Δέλτα.

Βάζουν βέβαια και παραδοσιακούς παράγοντες που επηρεάζουν την προσφορά και τη ζήτηση, όπως είναι αποφάσεις του OPEC και των συνεργαζόμενων με το καρτέλ πετρελαιοπαραγωγών (OPEC+) για αυξήσεις ή μειώσεις στην παραγωγή.

Κωδικοποιώντας και ομαδοποιώντας κατά κάποιον τρόπο τους ειδικούς περί τα πετρελαϊκά αναλυτές, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε δύο μεγάλες κατηγορίες: τους παρέχοντες τις υπηρεσίες τους στις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες της Wall Street και τους επιστήμονες που απασχολούνται σε τρεις δημόσιους, κατά μίαν έννοια, θεσμούς: τον OPEC, την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας που λειτουργεί υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ και τη αμερικανική Διεύθυνση Ενεργειακών Πληροφοριών, που αποτελεί μια δεξαμενή σκέψης που ίδρυσε το 1977 (μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση και λίγο πριν από τη δεύτερη δηλαδή) το αμερικανικό Κογκρέσο.

Συμφωνούν τράπεζες και θεσμοί

Σε ό,τι αφορά τους αναλυτές των τραπεζών, σε γενικές γραμμές θα έλεγε κανείς ότι προβλέπουν συνέχιση της κούρσας των τιμών έως τα τέλη του έτους. Οι της Goldman Sachs θεωρούν ότι το τρίτο τρίμηνο του έτους, που μόλις ξεκίνησε, η μέση τιμή του Brent θα είναι υψηλότερη από 80 δολάρια το βαρέλι με «πιθανότητες απότομων εκτινάξεων προς τα πάνω, καθώς η παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια αυξάνεται».

Πιο μετριοπαθείς, οι ειδικοί της JPMorgan περιμένουν οι τιμές του πετρελαίου να ξεπεράσουν «με αποφασιστικότητα» τα 80 δολάρια το βαρέλι, αλλά κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου του έτους, όταν δηλαδή ενσκήψει ο χειμώνας στο βόρειο ημισφαίριο και αυξηθούν μοιραία οι ενεργειακές ανάγκες των καταναλωτών. Οι αναλυτές της Bank of America βλέπουν πιο μακριά. Ασφαλώς θεωρούν ότι οι τάσεις θα είναι ανοδικές εφέτος, εστιάζουν όμως περισσότερο στο… επόμενο καλοκαίρι. Και υποστηρίζουν ότι τότε η τιμή του Brent θα ξεπεράσει τα 100 δολάρια το βαρέλι – τριψήφια τιμή οι πετρελαϊκές τιμές έχουν να εμφανίσουν από το 2014.

Σε γενικές γραμμές οι αναλυτές των οργανισμών και των δημοσίων θεσμών συμφωνούν με τους συναδέλφους τους των τραπεζών ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2021 οι τιμές του πετρελαίου θα αυξηθούν κι αυτό θα συμβεί λόγω ανάκαμψης της ζήτησης. Ο Τάμας Βάργκα, αναλυτής της PVM Oil Associates, παρατηρεί επίσης ότι τους τελευταίους μήνες μειώθηκαν αισθητά και τα αποθέματα πετρελαίου σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. Αυτή είναι μια εξέλιξη που επιδρά ενισχυτικά στις τιμές – «και η μείωση των διαθεσίμων θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς», όπως εκτιμά ο Βάργκα.

Τι θα ανατρέψει τις τάσεις ανόδου

Πώς θα μπορούσε να ανατραπεί η πρόβλεψη αυτή; «Μόνο αν οι Κεντρικές Τράπεζες ξεκινήσουν να αυξάνουν τα επιτόκια με αναπάντεχα ταχύ ρυθμό λόγω φόβου για τον πληθωρισμό ή αν ο OPEC αυξήσει την παραγωγή του περισσότερο από τη ζήτηση – ή ακόμα αν ο Οργανισμός δεν καταφέρει να διαχειριστεί τις επιπλέον ποσότητες ιρανικού πετρελαίου που θα κατακλύσουν την αγορά αν η μεγάλη πετρελαιοπαραγωγός χώρα, που μετέχει στον OPEC, επιστρέψει δυναμικά στην αγορά», σημειώνει ο Τάμας Βάργκα. Και αναλύοντας τις πολιτικές εξελίξεις μετά την εκλογή Μπάιντεν, ο Βάργκα θεωρεί ότι η προοπτική να διαχειριστεί σωστά ο OPEC+ την αύξηση των εξαγωγών από το Ιράν «μοιάζει πολύ απίθανη για την ώρα».

Θα έλεγε κανείς ότι η προοπτική επιστροφής των ιρανικών εξαγωγών (το Ιράν είναι η δεύτερη σε παραγωγή χώρα του OPEC μετά τη Σαουδική Αραβία, αλλά λόγω των κυρώσεων των ΗΠΑ και των Ηνωμένων Εθνών οι εξαγωγές της έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο) και η περίπτωση να ξεσπάσει ένα τέταρτο σαρωτικό πανδημικό κύμα με μια εκθετική μετάδοση της μετάλλαξης Δέλτα είναι οι δύο βασικοί λόγοι που συγκρατούν τους αναλυτές από το να προβλέψουν την εκτίναξη του Brent στα… 150 δολάρια το βαρέλι, να σπάσει δηλαδή η τιμή το ρεκόρ όλων των εποχών που είχε πετύχει τον Ιούλιο του 2008 (147,50 δολάρια το βαρέλι), λίγο προτού σκάσει η φούσκα της subprime market και ξεσπάσει η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Κάποιοι βάζουν στη ζυγαριά και έναν τρίτο παράγοντα: τη μείωση της βιομηχανικής παραγωγής στην Κίνα, που ίσως αποδειχθεί ότι θα είναι το τίμημα της ίδιας της αύξησης των πετρελαϊκών τιμών και του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Διότι η κούρσα των τιμών του πετρελαίου, που βιώνουμε από την αρχή του έτους, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε αυτοκαταστροφική. Ο Μάρτιν Ρατς, επικεφαλής πετρελαϊκός αναλυτής της Morgan Stanley, δήλωσε την περασμένη Τρίτη στο CNBC ότι εκείνο που αναζητούν και ερευνούν εναγωνίως οι αγορές πετρελαίου είναι το κομβικό εκείνο επίπεδο της τιμής, πέραν του οποίου θα αρχίσει να επηρεάζεται πτωτικά η ζήτηση.

Σκληρά τα Εμιράτα

«Είναι δύσκολο να αναλύσει κανείς αυτή την παράμετρο. Εμείς τοποθετούμε την τιμή αυτή στα 80 δολάρια το βαρέλι, πάνω-κάτω», σημείωσε ο Ρατς. Πάνω από το επίπεδο αυτό ο αμερικανός αναλυτής θεωρεί ότι μπορεί να δημιουργηθούν επιπλοκές στην αναπτυξιακή διαδικασία των οικονομιών. Στο επίπεδο αυτό, όμως, παρατηρεί κανείς ότι έχουμε ήδη φτάσει! Σε κάθε περίπτωση, η «ομάδα προγνώσεων» της Morgan Stanley πιστεύει ότι το Brent θα συνεχίσει να κυμαίνεται στο επίπεδο των 75 με 80 δολαρίων το βαρέλι έως τα μέσα του 2022. Παρατηρεί κανείς ότι είναι κι αυτή, όμως, μια παγίδα για τους ειδικούς: μιλάμε για την εσωτερική τάση των ανθρώπων να πιστεύουν ότι οι συνθήκες που επικρατούν αυτή τη στιγμή στη ζωή μας θα διαρκέσουν για πάντα…

Εν κατακλείδι, το σημαντικό γεγονός που προοιωνίζεται διατήρηση – αν όχι και επίταση – των δυνάμεων που οδηγούν ανοδικά τις τιμές του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές είναι η απόφαση που έλαβαν την περασμένη Πέμπτη οι χώρες-μέλη του OPEC με τις συνεργαζόμενες χώρες μη-μέλη να αναβάλουν γι’ αργότερα μια απόφαση για αύξηση της παραγωγής τους. Για εγκατάλειψη των μειωμένων πλαφόν παραγωγής, για την ακρίβεια, που είχαν εφαρμόσει οι OPEC+ όταν οι τιμές βρίσκονταν στα 30 δολάρια το βαρέλι για να τις ενισχύσουν. Σύμφωνα με πηγές του Reuters, είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα εκείνα που μπλόκαραν την απόφαση για άμεσο άνοιγμα της στρόφιγγας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή