Γενικά, η εκπαίδευση προάγει τις γνώσεις και τεχνικές δεξιότητες των ατόμων αλλά ταυτόχρονα ενισχύει και ένα σύνολο προσωπικών, κοινωνικών-συναισθηματικών δεξιοτήτων ή soft skills, όπως συχνά αναφέρονται στην Ελληνική και Διεθνή βιβλιογραφία.

Ο όρος hard skills εμφανίζεται σε διάφορα κείμενα για να περιγράψει μετρήσιμες, εύκολα παρατηρήσιμες και συχνά πιστοποιημένες, τεχνικές δεξιότητες και χαρακτηριστικά που συνδέονται με τις γνώσεις και την ικανότητα ενός ατόμου να εκτελεί μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή εργασία. Στον αντίποδα των παραπάνω, με τον όρο soft skills προσδιορίζονται κυρίως δεξιότητες που σχετίζονται με τα προσωπικά χαρακτηριστικά, τη συμπεριφορά και τις στάσεις των ατόμων, και την ικανότητά τους να λειτουργούν σε διαφορετικά περιβάλλοντα και να διαχειρίζονται καταστάσεις, οι οποίες δύσκολα μπορούν να «μετρηθούν» και να αναγνωριστούν.

Δηλαδή, ένα Πτυχίο, Δίπλωμα, Βεβαίωση, κλπ πιστοποιεί την ύπαρξη hard skills (γνώσεις-ικανότητες-δεξιότητες για ένα συγκεκριμένο επάγγελμα), αλλά δεν πιστοποιεί soft skills, οι οποίες είναι δεξιότητες συνήθως «μη ορατές» και δύσκολα μετρήσιμες. Τις τελευταίες δεκαετίες αναγνωρίζεται διεθνώς η αξία των soft skills με συνέπεια να προτείνονται και να εφαρμόζονται σε μεγάλο ή μικρότερο βαθμό μαθητο-κεντρικές πρακτικές μάθησης και διδασκαλίας που αποδεδειγμένα ενισχύουν τα χαρακτηριστικά και την προσωπικότητα των ατόμων. Η ομαδική εργασία και συνεργασία, οι επικοινωνιακές δεξιότητες, η ενσυναίσθηση (η ικανότητα δηλαδή του ατόμου να μπαίνει στη θέση του άλλου και να καταλαβαίνει πώς αισθάνεται και τι χρειάζεται) είναι μερικές από αυτές που άλλοτε ενισχύονται με συγκεκριμένες και στοχευμένες πρωτοβουλίες των εκπαιδευτικών οργανισμών και άλλοτε ενισχύονται «σιωπηρά» και άτυπα εντός του εκπαιδευτικού πλαισίου που αν και γνωσιο-κεντρικά οργανωμένο δίδει ευκαιρίες στους εκπαιδευομένους είτε μέσω της διδασκαλίας και μάθησης, ή μέσω παράλληλων ενεργειών σε σχέση με τη μάθηση, τις οποίες αναλαμβάνουν πχ. τα γραφεία σταδιοδρομίας, ή τα γραφεία διδασκαλίας και μάθησης, κλπ. Επομένως, με όποια από τις δύο διαδρομές, δηλαδή συνειδητή και ρητή ή άτυπη και μη ρητή εκ μέρους των οργανισμών εκπαίδευσης, η ενίσχυση των soft skills και της προσωπικότητας των εκπαιδευομένων είναι μια πραγματικότητα που εν τέλει συμβαίνει και την οποία απολαμβάνουν οι μετέχοντες σε μια εκπαιδευτική διαδικασία (Κρασαδάκη, 2013).

Είναι γεγονός, ότι ενώ οι hard skills σχετίζονται με συγκεκριμένες θέσεις εργασίας, οι soft skills είναι ανεξάρτητες από το κάθε επάγγελμα και μεταφέρονται σε όλα τα επίπεδα (προσωπικό, κοινωνικό), για αυτό αναφέρονται πολλές φορές και ως μεταβιβάσιμες με την έννοια ότι μεταφέρονται από το ένα πλαίσιο (πχ. εκπαίδευσης) σε κάποιο άλλο. Οι soft skills θεωρούνται ως σημαντικές από τους εργοδότες αλλά επίσης σχετίζονται ευρύτερα με την κοινωνική ζωή των ατόμων και τη γενικότερη στάση τους στις καθημερινές προκλήσεις και δοκιμασίες της ζωής, όπως οι πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές. Δηλαδή, η εκπαίδευση, εκτός των ακαδημαϊκών γνώσεων & πρακτικών δεξιοτήτων για ένα επάγγελμα, διαμορφώνει συνειδήσεις και χαρακτήρες, προάγοντας αρχές, αξίες, συγκεκριμένες στάσεις και πεποιθήσεις, ενισχύοντας δηλαδή τα soft skills των συμμετεχόντων σε προσωπικό, κοινωνικο-συναισθηματικό επίπεδο και όχι μόνο.

Από την άλλη πλευρά, ο εθελοντισμός προϋποθέτει εκτός από συγκεκριμένες τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες και μια σειρά αφενός χαρακτηριστικών προσωπικότητας και αφετέρου soft skills που καλλιεργούνται και αναπτύσσονται είτε στο εκπαιδευτικό πλαίσιο ή/και το πλαίσιο της οικογένειας ή/και της κοινωνικής/επαγγελματικής ζωής ή/και μέσω συμμετοχής σε συλλογικές δράσεις. Σε αυτή την περίπτωση, τα άτομα είτε λειτουργούν αυτό-παρακινούμενα λόγω προσωπικής ευαισθησίας ή ετερο-παρακινούμενα λόγω κινήτρων, απόκτησης εμπειρίας, κοινωνικής ενσωμάτωσης, κοινωνικής αποδοχής, κλπ.

Η ψυχολογία μελετά τα κίνητρα σε σχέση με την προσωπικότητα και τη στάση των ατόμων σε ότι έχει σχέση με τη συμμετοχή σε εθελοντικές δράσεις. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι τα άτομα που τα χαρακτηρίζει ο αλτρουισμός, η εμπιστευτικότητα, τα θετικά συναισθήματα, η ζεστασιά, κλπ, έχουν ισχυρά κίνητρα συμμετοχής σε εθελοντικές δράσεις διότι εκτιμούν την κοινωνική συμπεριφορά και συνεισφορά. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα εξωστρεφή άτομα συμμετέχουν περισσότερο σε εθελοντικές δράσεις έναντι των εσωστρεφών ατόμων.

Παρά ταύτα οι Carlo, Okun, Knight and Guzman (2005) ισχυρίζονται ότι όταν η αξία της εθελοντικής δράσης έχει ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα ή υψηλή κοινωνική αξία, όπως για παράδειγμα η προστασία της ανθρώπινης ζωής, τότε οι διαφορές προσωπικότητας δεν αποτελούν εμπόδιο εθελοντικής συμμετοχής.

Αφετέρου, κοινό γνώρισμα όλων των εθελοντών είναι η αυτοενεργοποίηση (προσωπική δεξιότητα κατά τον Goleman, 1998), η οποία ως δεξιότητα εδράζεται σε ένα σύνολο ανεξάρτητων κινήτρων και αναφέρεται στη δεξιότητα των ατόμων να διεκπεραιώνουν ό,τι χρειάζεται να γίνει χωρίς να επηρεάζονται από άλλους ανθρώπους ή καταστάσεις, στην εσωτερική δηλαδή κινητοποίηση των ατόμων για την επίτευξη στόχων (Silvia & Duval, 2004). Η δεξιότητα αυτή θα μπορούσε επίσης να συσχετιστεί και με τη θεωρία για τους αυτοδύναμα δρώντες ανθρώπους που διαθέτουν από μόνοι τους ισχυρά επιτευκτά κίνητρα στην επίτευξη στόχων (Everard & Morris, 1999).

Βεβαίως, η εθελοντική συμμετοχή εκτείνεται σε ένα ευρύ φάσμα ενεργειών, όπως την εκπαίδευση-υγεία-πολιτισμό-αθλητισμό έως τον εθελοντισμό σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, όπως αυτή που βιώσαμε πρόσφατα στη χώρα μας με τις ισχυρές πυρκαγιές.

Ειδικά, ο εθελοντισμός σε περιπτώσεις πυρκαγιών διαφέρει και απαιτεί ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δεσμεύσεις, που δεν απαιτούνται γενικά από εθελοντές σε άλλες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά των παρακάτω, σύμφωνα με τους McLennan & Birsch (2009), οι οποίοι βασίζουν την ανάλυσή τους στο ισχυρό εθελοντικό κίνημα της Αυστραλίας για την πρόληψη και αντιμετώπιση πυρκαγιών και φυσικών καταστροφών:

· Υψηλό βαθμό αλτρουισμού.

· Συμμόρφωση με τις απαιτήσεις τυπικών διαδικασιών που επιβάλλονται από ένα κεντρικό συντονιστικό όργανο.

· Προθυμία αντιμετώπισης κινδύνου και ενδεχόμενου προσωπικού τραυματισμού (και σπανιότερα απώλεια ζωής).

· Ανοχή σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες εργασίας συμπεριλαμβανομένων, για παράδειγμα, σωματικής υπερκόπωσης, υπερβολικής ζέστης, αφυδάτωσης και δίψας, καπνού, αβεβαιότητας, στρες, κλπ.

· Ετοιμότητα 24 ώρες την ημέρα, ειδικά το καλοκαίρι, με απρόβλεπτη αναστάτωση στην οικογενειακή και προσωπική ζωή.

Στις πρόσφατες πυρκαγιές ενεργοποιήθηκαν, εκτός του σημαντικού αριθμού επαγγελματιών, τόσο εθελοντές πυροσβέστες και μέλη συλλόγων με ειδική εκπαίδευση και κατάρτιση, όσο και πολίτες των πληττόμενων περιοχών (εξ ανάγκης εθελοντές). Το κίνητρο ήταν ισχυρό. Όλοι, οι δρώντες στις περιοχές των πυρκαγιών, επαγγελματίες πυροσβέστες και εθελοντές, δώσανε ένα μάθημα ηρωισμού και αυταπάρνησης με ένα ισχυρό κοινωνικό μήνυμα, την προστασία της ανθρώπινης ζωής και ό,τι εκπορεύεται από αυτήν.

Συμπερασματικά, πρέπει να τονίσουμε ότι υπάρχει ένας κοινός τόπος της εκπαίδευσης με τις ευαισθησίες, αρχές και στάσεις που με μια λέξη περιγράφουν συγκεκριμένες προσωπικές, κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες καθώς και με την προθυμία εθελοντικής δράσης, η οποία στην παρούσα περίσταση έλαβε την πιο ακραία και δύσκολη μορφή της.

* Δρ. Ευαγγελία Κρασαδάκη, Σχολή Μηχανικών Παραγωγής & Διοίκησης Πολυτεχνείο Κρήτης

* Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Επίτιμος Δρ, ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France

Βιβλιογραφία

Carlo G., Okun M., Knight G., de Guzman, M.-R., (2005). The interplay of traits and motives on volunteering: agreeableness, extraversion and prosocial value motivation. Faculty Publications, Department of Psychology. https://digitalcommons.unl.edu/psychfacpub/9.

Everard, K., B. & Morris, G. (1999). Αποτελεσματική Εκπαιδευτική Διοίκηση (Δ. Κίκιζας, μτφρ.). Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Goleman, D. (1998). Η συναισθηματική νοημοσύνη: Γιατί το «ΕQ» είναι πιο σημαντικό από το «IQ»;. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Κρασαδάκη, Ε. (2013). Μεθοδολογία εκτίμησης μη τυπικών και μη πιστοποιημένων γνώσεων που αποκτώνται από προγράμματα μαθημάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σχολή ΜΠΔ, Πολυτεχνείο Κρήτης.

McLennan J. & Birch A. (2009). Age and Motivations to Become an Australian Volunteer Firefighter. International Journal of Mass Emergencies and Disasters. Vol. 27, No. 1, pp. 53–65.

Silvia, P. & Duval, T. (2004). Self-Awareness, Self-Motives, and Self-Motivation. in R. A. Wright, J. Greenberg, & S. S. Brehm (Eds.), Motivation and emotion in social contexts: Jack Brehm’s diverse influence on contemporary psychological thought. Mahwah, NJ: Erlbaum

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Academia