Φαντάζομαι τα πρώην στελέχη της τρόικας και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι, αν ρίχνουν καμιά ματιά στην ελληνική οικονομία σε θέματα που επέμεναν και τώρα έχουν γυρίσει στα παλιά, να μειδιούν ελαφρά. Επί σχεδόν μία οκταετία δεν υπήρχε report τους που να μην κάνει ειδική αναφορά στην ανάγκη μείωσης μέχρι το στάδιο του μηδενισμού, των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ελληνικού Δημοσίου προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ακόμα και μέρος των δόσεων των δανείων διάσωσης δίνονταν με τη ρητή υποχρέωση να κατευθυνθούν στην αποπληρωμή αυτών των ποσών που σε διάφορες χρονικές περιόδους είχαν ξεπεράσει και τα 10 δισ. ευρώ.

Το σύγχρονο «γεφύρι της Αρτας», συνεχώς το «άδειαζαν» και συνεχώς αυτό ξαναγέμιζε. Φτάσαμε στο 2024, σχεδόν έξι χρόνια από τη λήξη των Μνημονίων και των δόσεων των δανείων διάσωσης και 14 χρόνια από τη χρεοκοπία και το ελληνικό κράτος συνεχίζει να μην μπορεί να πληρώσει εγκαίρως τα χρέη του. Το τελευταίο δελτίο του υπουργείου Οικονομικών με στοιχεία έως το τέλος Φεβρουαρίου, δείχνει ότι οι οφειλές των φορέων του κράτους ξεπερνούν τα 2,37 δισ. ευρώ, όταν τον Δεκέμβριο του 2019 ήταν στα 1,32 δισ. Αύξηση σχεδόν 1 δισ. ευρώ και το ερώτημα είναι γιατί συμβαίνει; Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των οφειλών προέρχονται από τα νοσοκομεία και φτάνουν το 1,362 δισ., όταν τον Δεκέμβριο του 2022 μετά το τέλος της πανδημίας ήταν στα 907 εκατομμύρια και τον Δεκέμβριο του 2021 μέσα στην πανδημία έφταναν τα 606 εκατομμύρια.

Τότε δηλαδή που είχαμε τη μεγαλύτερη ανάγκη και τη μεγαλύτερη θεωρητικά δαπάνη πληρώναμε και τώρα όχι. Σταθερά, χωρίς σοβαρές αυξομειώσεις, σαν να έχει το σύστημα παραιτηθεί από την προσπάθεια, κινούνται και οι οφειλές των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης. Εχει παγιωθεί το φέσι προς τον ιδιωτικό τομέα πέριξ των 500 εκατομμυρίων ευρώ, σχεδόν σταθερό από το 2018. Αυξητικές τάσεις δείχνουν και οι οφειλές των δήμων, οι οποίες για πρώτη φορά από το 2017 έχουν υπερβεί τα 200 εκατ. ευρώ.

Σημείωση απαραίτητη: Για να θεωρηθεί ένα χρέος ληξιπρόθεσμο πρέπει να υπερβεί τις 90 μέρες, από τη στιγμή της τιμολόγησης. Αρα μιλάμε για ένα τρίμηνο που έχει στη διάθεσή του ο φορέας να διεκπεραιώσει τη συναλλαγή και να εξοφληθεί ο ιδιώτης προμηθευτής. Διάστημα που κάποτε, την περίοδο της κρίσης, λόγω της έλλειψης ρευστότητας στα οικονομικά του κράτους φαινόταν μικρό, σήμερα που τα «λεφτά τρέχουν από τα μπατζάκια μας» είναι μάλλον μεγάλο.

Το 2011, το 2012, το 2015-16 η καθυστέρηση στις αποπληρωμές ξεπερνούσε και τις 330 μέρες, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη ήταν 60 μέρες. Στην Ευρώπη ο μέσος όρος παραμένει σε αυτά τα επίπεδα. Στην Ελλάδα δυσκολευόμαστε να πέσουμε από το τρίμηνο. Η τωρινή μας «επιτήρηση», η Κομισιόν, μας έχει παραπέμψει από το 2019 για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λόγω των υπερβολικών καθυστερήσεων στις πληρωμές των δημόσιων νοσοκομείων, αλλά η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά από τότε.

Με λίγα λόγια, εκ των υστέρων αντιλαμβανόμαστε ότι το πρόβλημα των οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες προμηθευτές του δεν ήταν ποτέ αμιγώς θέμα ρευστότητας, όπως νομίζαμε όταν τα ταμεία ήταν άδεια. Οτι δηλαδή ήταν θέμα χρημάτων. Το πρόβλημα είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι είναι ξεκάθαρης ανικανότητας ενός κράτους που αρνείται να αλλάξει…

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion