ReArm Europe. Η απόφαση της ΕΕ να στραφεί προς την ενίσχυση των στρατιωτικών της δυνατοτήτων αλλά κυρίως και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, καθώς και τα ποσά που ανακοινώθηκε ότι θα κινητοποιηθούν από τις Βρυξέλλες, δημιούργησαν μεγάλες προσδοκίες στον επιχειρηματικό κόσμο.
Στην Ελλάδα ο τομέας της αμυντικής βιομηχανίας, επί σειρά ετών υπήρξε ταμπού. Τα εξοπλιστικά συνδέθηκαν με ιστορίες για «μίζες», υπόγειες διαδρομές χρήματος και προσπάθεια εύκολου κέρδους, με μεγάλη δόση επενδυτικού οπορτουνισμού.
Το ReArm
Το ReArm Europe, αλλά και ο Μακροπρόθεσμος Προγραμματισμός Αμυντικών Εξοπλισμών, που θα φτάσει τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ, έσπασαν το ταμπού και έκαναν την άμυνα το θέμα για το οποίο συζητάνε όλοι και τον τομέα στον οποίο οι πολλοί θέλουν να εμπλακούν. Στην εξίσωση μπαίνει και η επιστολή του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Δένδια, στη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων, το Μάρτιο, ότι πλέον σε κάθε εξοπλιστικό θα απαιτείται τουλάχιστον 25% ελληνική συμμετοχή. Το ίδιο επανέλαβε και στα εγκαίνια της DEFEA.
Δημιουργώντας μεγάλες προσδοκίες.
Ωστόσο οι βετεράνοι του χώρου, παρακολουθούν τις εξελίξεις και δείχνουν να ανησυχούν για το τι μέλλει γενέσθαι, σημειώνοντας ότι ο χώρος μπορεί να εμφανίζει ευκαιρίες, ωστόσο δεν είναι ευκαιριακός και σίγουρα έχει πολλές παγίδες.
Τι είναι το 25%
Για τους έμπειρους του χώρου, το 25% της ελληνικής συμμετοχής για να αποτελέσει ευκαιρία και όχι παγίδα όπως στο παρελθόν δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί ως αποκλειστική συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα.
Τι εννοούν. Όπως τονίζουν οι «παλιοί» της αμυντικής βιομηχανίας το ζήτημα είναι να πετύχει η Ελλάδα τη μεταφορά τεχνογνωσίας. Σημειώνουν δε ότι το να κληθεί ελληνική εταιρεία να αναλάβει το 25% σε μία πλατφόρμα, με το συμβόλαιο να αφορά μόνο την ελληνική προμήθεια, δεν έχει νόημα, αφού θα καταλήξει να είναι εξαιρετικά περιορισμένο και με ιδιαίτερα υψηλό κόστος.
Υπογραμμίζουν ότι ο στόχος πρέπει να είναι οι εταιρείες με τις οποίες κάνει συμβόλαια η χώρα να μεταφέρουν τεχνογνωσία στις ελληνικές εταιρείες και να τους δώσουν έργο που θα αφορά όχι μόνο το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά την συνολικότερη παραγωγή σε ένα εξοπλιστικό.
Οι ξένες εταιρείες
Στην ίδια λογική είναι και διεθνείς κολοσσοί της αμυντικής βιομηχανίας, που συνάπτουν συμβόλαια με την Ελλάδα και δεδομένων των συνθηκών θα τους συνέφεραν επενδύσεις και συνεργασίες επί ευρωπαϊκού εδάφους. Η πολιτική της νέας διοίκησης Τραμπ καθώς και η λογική της απεξάρτησης – κυρίως από τις ΗΠΑ – που προωθεί το ReArm Europe, έχουν κάνει αμερικανικές εταιρείες, που έχουν ήδη δραστηριότητα επί ευρωπαϊκού εδάφους, να ενδιαφέρονται για την επέκταση τους και την επιλογή νέων συνεργατών.
Όσο για τους εκπροσώπους ξένων εταιρειών που έχουν συνεργασία με τις Ένοπλες Δυνάμεις, το στοίχημα του 25% δεν είναι να αντιμετωπιστεί σαν μία υποχρέωση που ξεκινά και τελειώνει σε ένα συγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα, αλλά να υπάρξουν επενδύσεις με συνέχεια και προοπτική.
Και υπογραμμίζουν με νόημα ότι κάτι τέτοιο περιμένουν να δουν και όχι ευκαιριακές κινήσεις.
Οι παλιοί της αμυντικής βιομηχανίας
Η έκφραση των βετεράνων της αμυντικής βιομηχανίας ότι οι επενδύσεις στην Άμυνα θέλουν συνέπεια και συνέχεια και όχι οπορτουνισμό, προκειμένου να αποφευχθούν και τα λάθη του παρελθόντος που έκαναν την αμυντική βιομηχανία ταμπού, είναι κάτι στο οποίο επιμένουν και άλλοι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Άμυνας.
Και όσον αφορά την υψηλή τεχνολογία.
Κοινός τόπος όσων επέμειναν στην ενασχόληση με την αμυντική βιομηχανία και στα «πέτρινα χρόνια» που αποτελούσε ταμπού λόγω των σκανδάλων, να υπάρξουν επενδύσεις από τις εταιρείες και όραμα.
Με την αμυντική βιομηχανία να εξελίσσεται σε ένα δύσκολο στοίχημα, που δημιουργεί μεγάλες προσδοκίες, αλλά στο τέλος της ημέρας δεν προσφέρεται για «αλεξιπτωτιστές»…
Πηγή: in.gr