Δημοκράτης δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εύκολα και από τον οποιονδήποτε ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Ούτε υπάρχει κάποιος που θα έπαιρνε όρκο ότι οι μυστικές του υπηρεσίες δεν προσπαθούν να εκμεταλλευτούν κάθε ευκαιρία που τους δίνεται για να αποσπάσουν πολύτιμες πληροφορίες ή να σπείρουν διχόνοια στους αντιπάλους της Ρωσίας. Άλλωστε, δεν χρειάζεται κανείς να είναι απέναντί του στη Ρωσία για να γνωρίζει τις μεθόδους που χρησιμοποιεί προκειμένου να περιορίσει όσους τον αμφισβητούν και να συνεχίσει να κυριαρχεί χωρίς σοβαρά προβλήματα.

Από εκείνο το σημείο, όμως, μέχρι το να θεωρείται ανεπιθύμητος συνομιλητής ο Ρώσος πρόεδρος υπάρχει μεγάλη απόσταση και ένας ποταμός πολιτικής υποκρισίας. Ειδικά όταν όσοι λένε πως δεν θέλουν να τον δουν μπροστά τους δέχονται πρόθυμα να συναντηθούν με άλλους, εξίσου ή και ακόμη πιο αυταρχικούς ηγέτες – είτε πρόκειται για τον πρόεδρο της Κίνας είτε για τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας είτε και για τον Ταγίπ Ερντογάν.

Γιατί ο Μπάιντεν;

Είναι σίγουρο, ανάμεσα στα άλλα, ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν αγάπησε ξαφνικά τον πρόεδρο της Ρωσίας, τον οποίο πρόσφατα είχε χαρακτηρίσει «δολοφόνο», όταν αποφάσιζε να τον συναντήσει πριν από δύο εβδομάδες. Του αρκούσε το γεγονός ότι η Μόσχα έχει εμπλοκή σε πολλά μέτωπα που ενδιαφέρουν άμεσα τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα είναι ένας «αξιόλογος αντίπαλος», όπως ο ίδιος είπε.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Εμανουέλ Μακρόν. Οι ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας δεν χάνουν ευκαιρία να επικρίνουν τον Πούτιν, ενώ έχουν υπερψηφίσει τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας μόλις προσάρτησε την Κριμαία. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, φροντίζουν να διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας μαζί του, εκτιμώντας ότι αυτό εξυπηρετεί τα εθνικά τους συμφέροντα. Ακόμη και στα πιο δύσκολα και καυτά ζητήματα, όπως αυτό της Ουκρανίας.

Κάτι ανάλογο επιχείρησαν να κάνουν και κατά τη σύνοδο κορυφής της προηγούμενης εβδομάδας, προτείνοντας μία συνάντηση ΕΕ-Ρωσίας το συντομότερο δυνατό, καθώς γνωρίζουν πως δεν θα πάψουν ποτέ να έχουν τη Ρωσία στη γειτονιά τους. Έπεσαν, όμως, πάνω στο «τείχος» που είχαν υψώσει ορισμένες άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Πολωνία και οι τρεις Βαλτικές.

Η Μέρκελ δεν θα το αφήσει φυσικά να… πέσει κάτω. Για του λόγου το αληθές, επανέλαβε και σήμερα τη διαφωνία της με αυτή την προσέγγιση, μιλώντας στη κοινοβουλευτική διάσκεψη Γερμανίας και Γαλλίας. «Η σχέση ανάμεσα στην ΕΕ και τη Ρωσία πραγματικά δεν είναι καλή τη συγκεκριμένη στιγμή. Ακόμη, όμως, και την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου οι άνθρωποι μιλούσαν μεταξύ τους. Πιστεύω δε ότι η σιωπή δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για να επιλυθούν τα προβλήματα», είπε χαρακτηριστικά.

Εθνικά συμφέροντα και φιλοδοξίες

Είναι, προφανώς, από εκείνες τις φορές που μάλλον θα συμφωνήσει κανείς με τη Γερμανίδα καγκελάριο, όπως βεβαίως και με τον Γάλλο πρόεδρο, που προβάλει ανάλογα επιχειρήματα. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι δείχνουν να εμμένουν. Και το κάνουν όχι για να προφυλάξουν τις αξίες και τα ιδανικά της Ευρώπης, αλλά για να υπηρετήσουν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα, όπως οι ίδιοι τα αξιολογούν σήμερα.

Ανάμεσα σε αυτά δε, περιλαμβάνεται και κάτι το οποίο κάποιοι ίσως δεν αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν να αντιληφθούν: Η προσπάθεια να μην αποκτήσει η ΕΕ κοινή εξωτερική πολιτική, όποιο και αν είναι το τίμημα.

Για να το καταφέρουν, οι «δράστες» χρησιμοποιούν μια μέθοδο που έχει αποδειχθεί διαχρονικά αποτελεσματική: Εφευρίσκουν ένα «μπαμπούλα» και ρίχνουν πάνω του όσο περισσότερα δεινά και απειλές. Και έτσι, επιχειρούν να συσπειρώσουν και να διευρύνουν την… πελατεία τους. Έστω κι αν έτσι διακινδυνεύουν τη δημιουργία ρωγμών σε άλλες πολύτιμες συμμαχίες που έχουν συγκροτήσει, όπως συμβαίνει με την «Ομάδα του Βίζεγκραντ», την οποία απαρτίζει η Πολωνία μαζί με τρεις σαφώς πιο φιλικά διακείμενες προς τη Μόσχα χώρες: Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή