Ως επιχειρηματίας, ο Πάτρικ Άντρε θέλει τα πράγματα να γίνονται γρήγορα. Έτσι, ο συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ενοικίασης διακοπών HomeToGo με έδρα το Βερολίνο είναι απογοητευμένος με το πόσο αργά κινούνται οι αντιμονοπωλιακές ρυθμίσεις ώστε να ανοίξουν τις αγορές και να επιτρέψουν την άνθηση του ανταγωνισμού στην Ευρώπη.

Το HomeToGo βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις αναζητήσεις επισκεψιμότητας από την Google για την ενίσχυση των εσόδων. Από το 2019 η εταιρεία και άλλοι στον κλάδο πολεμούν ανοιχτά την ομάδα αναζήτησης για φερόμενη άδικη προώθηση των δικών της υπηρεσιών σε βάρος των αντιπάλων της. Η Google αρνήθηκε ότι έκανε λάθος και λέει ότι δίνει στους χρήστες τα πιο σχετικά αποτελέσματα.

Αλλά η υπομονή του Άντρε εξαντλείται καθώς οι προσπάθειες των Βρυξελλών να χαλαρώσουν τον κλοιό της Big Tech στον τομέα έχουν αργήσει να εμφανιστούν. «Η Ευρώπη ήταν αφελής», λέει κατά τη διάρκεια πρόσφατης συνέντευξης στο γραφείο του σε μοντέρνα γειτονιά στα βορειοανατολικά του Βερολίνου. «Οι ΗΠΑ και η Κίνα προστατεύουν τις αγορές τους. Έχετε αμερικανικές εταιρείες που έρχονται στην Ευρώπη και λόγω της [ισχυρής] θέσης τους κυβερνούν τα πάντα.

«Η Ευρώπη πρέπει να καταλάβει ότι πρέπει να προστατεύσει τη βιομηχανία τεχνολογίας μας και να την αφήσει να μεγαλώσει και να σκεφτεί την αξία που δημιουργείται εδώ», προσθέτει.

Παρά τις απογοητεύσεις του, ο Άντρε εναποθέτει τις ελπίδες του σε νέο γερμανικό νόμο που πρωτοπορεί στον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη περιορίζει τη δύναμη των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας.

Το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Καρτέλ έχει διασφαλίσει ότι οι χρήστες μπορούν να χρησιμοποιούν τα ακουστικά VR της Meta χωρίς λογαριασμό Facebook ή Instagram

Οι ρυθμιστικές αρχές στη Γερμανία υποστηρίζουν ότι το άρθρο 19α του γερμανικού νόμου περί ανταγωνισμού είναι χρόνια μπροστά από το ορόσημο της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της ΕΕ  (το νόμο για τις ψηφιακές αγορές – Digital Markets Act), και έχει τη δυνατότητα να καταγράψει ακόμη πιο παράνομη συμπεριφορά με το να είναι λιγότερο δεσμευτική για το τι συνιστά αντιανταγωνιστική συμπεριφορά .

Το άρθρο 19α του νόμου, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2021, τοποθετεί το Βερολίνο στην πρωτοπορία των προσπαθειών της Ευρώπης να καταστείλει τη δύναμη της Big Tech, όπου οι ΗΠΑ και η ΕΕ έχουν μέχρι στιγμής αποτύχει ή εξακολουθούν να μένουν πίσω.

Όπως και ο νόμος για τις ψηφιακές αγορές, αυτός ο νόμος δίνει στις γερμανικές αντιμονοπωλιακές αρχές εξουσίες να κυνηγούν τους λεγόμενους πυλωρούς (gatekeepers) όπως η Meta, η Google και η Amazon — συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας επιβολής κυρώσεων όπως αναγκαστικές εκποιήσεις σε εταιρείες και τη δυνατότητα διάλυσης τους.

Αλλά ενώ οι ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ μόλις τώρα επεξεργάζονται τις λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του νόμου για τις ψηφιακές αγορές, που ψηφίστηκε τον Νοέμβριο, το Βερολίνο έχει προσδιορίσει ποιοι είναι οι πυλωροί αυτοί και ήδη τους καταδιώκει.

Οι κανόνες στις Βρυξέλλες είναι περιοριστικοί και διαθέτουν λίστα με συγκεκριμένες ενέργειες που είναι παράνομες, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης των πλατφορμών που κατατάσσουν τις δικές τους υπηρεσίες μπροστά από των ανταγωνιστών τους. Το άρθρο 19α τα κάνει όλα αυτά, και επίσης απαγορεύει τέτοιου είδους συμπεριφορά σε τομείς όπου οι πλατφόρμες δεν είναι ακόμη κυρίαρχες και αφήνει ανοιχτή την πόρτα για την αντιμετώπιση μελλοντικών αντιανταγωνιστικών συμπεριφορών που δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί.

Εάν κριθεί ότι οι εταιρείες έχουν «ύψιστη σημασία για τον ανταγωνισμό σε όλες τις αγορές», τότε η ρυθμιστική αρχή μπορεί να τους απαγορεύσει να ταξινομούν τις δικές τους υπηρεσίες μπροστά από των ανταγωνιστών τους , να αρνούνται την πρόσβαση των ανταγωνιστών στα δεδομένα και να εμποδίζουν τους χρήστες να μεταφέρουν τα δικά τους δεδομένα σε άλλους ανταγωνιστικές υπηρεσίες.

Από τότε που τέθηκε σε ισχύ το Άρθρο 19α, η αντιμονοπωλιακή αρχή της Γερμανίας έχει ξεκινήσει έρευνες υψηλού προφίλ εναντίον των μεγαλύτερων εταιρειών τεχνολογίας στον κόσμο.

Η έρευνα του Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ για το εάν το Facebook παραχωρεί αθέμιτο πλεονέκτημα στις δικές του συσκευές εικονικής πραγματικότητας για τους χρήστες των πλατφορμών κοινωνικών δικτύων του έχει ήδη αποφέρει οφέλη στους καταναλωτές, παρόλο που ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη. Η γερμανική αρχή έχει διασφαλίσει ότι οι χρήστες μπορούν να χρησιμοποιούν τις συσκευές χωρίς λογαριασμό Facebook ή Instagram.

Η Amazon ερευνάται για τη μεταχείριση τρίτων πωλητών και την αλγοριθμική τιμολόγηση της

Διερευνά επίσης τους Χάρτες Google για πιθανούς αντιανταγωνιστικούς περιορισμούς σε βάρος των αντιπάλων και άνοιξε δύο ξεχωριστές έρευνες για τις πρακτικές της Amazon στην αγορά λόγω ανησυχιών ότι η πλατφόρμα πλήττει τη θέση τρίτων πωλητών. Την Τετάρτη, η γερμανική αρχή επρόκειτο να εκδώσει νέες κατηγορίες κατά του χειρισμού προσωπικών δεδομένων από την Google.

Η έμφαση δίνεται περισσότερο στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο μια εταιρεία δραστηριοποιείται, παρά στην επιβολή βαρέων προστίμων, διευκρινίζει ο Αντρέας Μουντ, επικεφαλής του Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ. «Δεν νομίζω ότι τα πρόστιμα αλλάζουν τη συμπεριφορά», λέει. «Αν θέλετε να δείτε αλλαγή συμπεριφοράς, τότε πρέπει να αλλάξετε τη συμπεριφορά και να την καταστήσετε ανταγωνιστική».

Οι επικριτές της επιβολής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας υποστηρίζουν εδώ και καιρό ότι τα πρόστιμα είναι απλώς το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας για τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας και ότι οποιαδήποτε ενέργεια για το άνοιγμα των αγορών έρχεται συχνά πολύ αργά και κάνει πολύ λίγα για να ενεργοποιήσει τον ανταγωνισμό.

Για παράδειγμα, οι αντιμονοπωλιακοί ανακριτές στις Βρυξέλλες μάχονται με την Google στα δικαστήρια για πάνω από δέκα χρόνια σε τρεις διαφορετικές υποθέσεις που ενέχουν συνολικές ποινές ύψους περίπου 8 δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά και οι δύο πλευρές εξακολουθούν να αγωνίζονται με προσφυγές σε δεύτερο βαθμό στο Λουξεμβούργο και η εταιρεία δεν έχει πληρώσει ακόμη ούτε δεκάρα. Η Google έχει υποστηρίξει ότι έχει κάνει σημαντικές αλλαγές που θα ενισχύσουν τον ανταγωνισμό και θα ωφελήσουν τους πελάτες.

Το άρθρο 19α είναι σε καλύτερη θέση για να ασχοληθεί με τέτοιες εταιρείες από το DMA. «[Ο γερμανικός νόμος] είναι πιο ανοιχτός. Δεν κοιτάει μόνο προς το παρελθόν αλλά και προς το μέλλον, γιατί εάν έχουμε νέες τακτικές από τις εταιρείες θα μπορέσουμε κι εκείνες να τις πιάσουμε», τονίζει ο Μουντ.

Η Γερμανία είναι ένα από τα πολλά κράτη μέλη της ΕΕ που ακονίζουν τα δόντια των εθνικών ρυθμιστικών τους αρχών, την ίδια στιγμή που οι Βρυξέλλες ετοιμάζουν κανόνες αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας για ολόκληρο το μπλοκ. Οι αντιμονοπωλιακοί οργανισμοί στη Γαλλία και την Ιταλία έχουν επίσης βάλει ομίλους Big Tech στο στόχαστρο τους, ωθώντας κορυφαία πρόσωπα κοντά στον κλάδο σε προειδοποιήσεις για πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που θα κάνει την Ευρώπη περισσότερο αφιλόξενη για νεοφυείς επιχειρήσεις.

Οι αντιμονοπωλιακές ανακριτές στις Βρυξέλλες παλεύουν με την Google στα δικαστήρια για πάνω από μια δεκαετία σε τρεις διαφορετικές υποθέσεις που ανέρχονται συνολικά σε περίπου 8 δισ. ευρώ σε ποινές

«Αν έχουμε αποκλίσεις νομοθεσιών στην Ευρώπη, αυτό θα συμβεί. . . και θα κάνουν πιο δύσκολη την ανάπτυξη των small tech στην ήπειρο», λέει ο Αλεξάντρ ντε Στριλ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο της Ναμούρ, ο οποίος υπήρξε σύμβουλος στο CERRE, δεξαμενή σκέψης με έδρα τις Βρυξέλλες, η οποία χρηματοδοτείται εν μέρει από μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας.

Στη Γερμανία, ο σκοπός του νόμου δεν είναι να πνίξει τους επιχειρηματίες, αλλά να «ενθαρρύνει την καινοτομία» στις ψηφιακές αγορές, αναφέρει ο Μουντ. «Δεν θέλω να αφήσω τεράστιες εταιρείες να θεσπίσουν τους κανόνες βάσει των οποίων εσείς ως ανταγωνιστής εισέρχεστε στην αγορά. Αυτό δεν είναι καθήκον της [Big Tech]. Αυτή πρέπει να είναι η πραγματικότητα για τη Γερμανία και άλλες χώρες στην Ευρώπη».

Οι πυλωροί υπό πίεση

Η Big Tech αντεπιτίθεται στη γερμανική νομοθεσία. Η Amazon, για παράδειγμα, προσφεύγει κατά της απόφασης ότι είναι πλατφόρμα «υψίστης σημασίας», υποστηρίζοντας ότι ήδη ανταγωνίζεται «πολλές καθιερωμένες, επιτυχημένες γερμανικές και διεθνείς εταιρείες».

Εκπρόσωπος της Amazon δήλωσε: «Διαφωνούμε με την ερμηνεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Καρτέλ αυτής της περίπλοκης νέας νομοθεσίας και έχουμε καταθέσει έφεση. Η λιανική αγορά στην οποία δραστηριοποιείται η Amazon είναι πολύ μεγάλη και εξαιρετικά ανταγωνιστική, online και offline».

Η Meta και η Google δεν έχουν κάνει έφεση για τους χαρακτηρισμούς τους ως ισχυρές πλατφόρμες. Η μητρική εταιρεία του Facebook ανέφερε σε δήλωσή της ότι ενώ διαφώνησε με το «συλλογισμό» της ομοσπονδιακής αρχής καρτέλ για την απόφαση, και θα συνεχίσει να «εργάζεται εποικοδομητικά» με τη ρυθμιστική αρχή για τη συμμόρφωση με όλους τους κανόνες και κανονισμούς.

Ο Αντρέας Μουντ, επικεφαλής του Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ, λέει ότι η γερμανική νομοθεσία θα είναι προσαρμόσιμη και ικανή να αντιμετωπίσει τις νέες τακτικές που χρησιμοποιεί η Big Tech

Η Google είπε ότι οι πελάτες της «θεωρούν ότι λειτουργούμε υπεύθυνη επιχείρηση και ότι είμαστε υπό έλεγχο. Είμαστε βέβαιοι ότι συμμορφωνόμαστε με τους κανόνες». Δεσμεύτηκε επίσης να συνεχίσει να συνεργάζεται με τη ρυθμιστική αρχή «στο βαθμό που απαιτούνται αλλαγές».

Ενώ το Βερολίνο βρίσκεται μπροστά στη μάχη της Ευρώπης για να δαμάσει τους τεχνολογικούς γίγαντες, οι Βρυξέλλες θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν εξέχοντα και δυνητικά πιο επιδραστικό ρόλο.

Ο ευρωπαϊκός νόμος για τις ψηφιακές αγορές (Digital Markets Act) θα έχει τεράστιες επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο αυτές οι εταιρείες έχουν δημιουργήσει κέρδη πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Apple, για παράδειγμα, θα υποχρεωθεί να επιτρέψει ανταγωνιστικά καταστήματα εφαρμογών στο λειτουργικό της σύστημα και η Google και το Facebook θα πρέπει να κάνουν τα συστήματα ανταλλαγής μηνυμάτων τους ικανά να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.

Η Μαργκρέτε Βεστάγκερ, εκτελεστική αντιπρόεδρος της ΕΕ, αρμόδια για την ψηφιακή πολιτική, λέει ότι ο νόμος θα έχει βαθιά μεταμορφωτική επίδραση. «Η ΕΕ ακολουθεί προληπτική προσέγγιση για τη διασφάλιση δίκαιων, διαφανών και αμφισβητούμενων ψηφιακών αγορών», είπε όταν τέθηκε σε ισχύ ο ευρωπαϊκός νόμος για τις ψηφιακές αγορές-DMA. «Οι πυλωροί που απολαμβάνουν εδραιωμένη θέση στις ψηφιακές αγορές θα πρέπει να δείξουν ότι ανταγωνίζονται δίκαια».

Ο Αντρέας Σβαμπ, Γερμανός ευρωβουλευτής που ηγήθηκε της συζήτησης για τους κανόνες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, συμφωνεί για τις τεράστιες δυνατότητες του νόμου. Λέει ότι ο νόμος δίνει εξουσίες στις Βρυξέλλες να ενεργούν αποφασιστικά για λογαριασμό όλων των κρατών μελών.

«Οι καταναλωτές θα προστατεύονται πολύ καλύτερα γιατί εάν υπάρξει παράβαση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διορθώσει τι συμβαίνει είτε πρόκειται για εταιρεία στη Λετονία ή για καταναλωτή στην Κροατία», λέει. «Το αποτέλεσμα θα είναι πολύ ισχυρότερο από ότι αν κάποιομεμονωμένο κράτος μέλος απευθύνεται στη Silicon Valley για να ζητήσει την όποααλλαγή».

Όμως, ο ρυθμός με τον οποίο τίθεται σε ισχύ ο ευρωπαϊκός νόμος για τις ψηφιακές αγορές κινδυνεύει να αφήσει πίσω τις Βρυξέλλες. Η ΕΕ θα καθορίσει ποιες εταιρείες εμπίπτουν επίσημα στο πεδίο εφαρμογής των τεχνολογικών κανόνων τους αργότερα εφέτος, πολύ καιρό αφότου οι γερμανικοί κανόνες νομοθετήθηκαν.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, εν τω μεταξύ, υστερούν ακόμη περισσότερο στον αγώνα για να χαλιναγωγήσουν τη μεγάλη τεχνολογία. Τον περασμένο Μάιο, οι υπουργοί του Ηνωμένου Βασιλείου εγκατέλειψαν τα σχέδια για την θέσπιση νέας ρυθμιστικής αρχής τεχνολογίας. Αυτό ήταν πλήγμα για την καταπολέμηση των μεγάλων διαδικτυακών πλατφορμών που υπονομεύουν τον ανταγωνισμό. Στις ΗΠΑ, τα νομοσχέδια που στοχεύουν στον περιορισμό της ισχύος των μεγάλων τεχνολογικών πλατφορμών εξακολουθούν να βρίσκονται προ αδιεξόδου στο Κογκρέσο, εν μέσω πολιτικών διαφωνιών.

Ωστόσο, ορισμένοι πιστεύουν ότι το Βερολίνο θα μπορούσε να κινηθεί ακόμη πιο γρήγορα. Ο Τομας Χέπνερ, εταίρος στο δικηγορικό γραφείο Hausfeld και καθηγητής δικαίου στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Wildau, υποστηρίζει ότι το άρθρο 19α δεν έχει ακόμη παράγει σημαντικά αποτελέσματα. «Η Γερμανία είχε δίκιο στην προσπάθειά της να εξασφαλίσει ανοιχτές αγορές, αλλά μέχρι στιγμής δεν τα έχει καταφέρει».

Η Μεργκρέτε Βερστάγκε, η επίτροπος ανταγωνισμού της ΕΕ, επιβλέπει την εφαρμογή του νόμου για τις ψηφιακές αγορές, ο οποίος στοχεύει να περιορίσει τη δύναμη των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών

Παραμένει δύσπιστος σχετικά με τις αλλαγές που επιβάλλουν οι αντιμονοπωλιακές ρυθμιστικές αρχές στη Big Tech και εάν θα ευοδωθούν οι αλλαγές που απαιτούνται για να ευδοκιμήσουν οι αντίπαλοι. «Θα πρέπει να δούμε εάν βάσει των υποχρεώσεων συμπεριφοράς μπορούμε να τιθασεύσουμε τους πυλωρούς και να εξουδετερώσουμε τα ανταγωνιστικά τους όπλα», τονίζει. «Εάν δεν κάνουν τη δουλειά τους, το επόμενο βήμα θα ήταν να τους διαλύσουμε».

Αντιδρώντας σε αυτή την κριτική, ο Μουντ υπογραμμίζει ότι η επίτευξη αποτελεσμάτων μέσω των δικαστηρίων θα πάρει χρόνο. «Αυτό εξακολουθεί να είναι νόμος ανταγωνισμού».

Οι ρυθμιστές συνασπίζονται

Η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα που συμμετέχει στην αντιμονοπωλιακή δράση, υποδηλώνοντας ότι αναδύεται ρυθμιστική «κούρσα εξοπλισμών» μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών της ΕΕ.

Ο Μπενουά Κερ, επικεφαλής της Γαλλικής Αρχής Ανταγωνισμού, λέει ότι ενώ είναι «πολύ αργά» να καταλυθούν οι κυρίαρχες θέσεις των υφιστάμενων πλατφορμών, τα κράτη μέλη είναι σε καλύτερη θέση να αποτρέψουν την αντιανταγωνιστική συμπεριφορά σε άλλους τομείς.

Μεμονωμένες χώρες όπως η Γαλλία μπορούν να κινηθούν γρήγορα και αποφασιστικά καθώς οι εταιρείες αυξάνουν την εξουσία τους, υποστηρίζει. «Αν θέλετε να κάνετε κάτι που είναι πιο συγκεκριμένο για νέες πρακτικές, τότε πρέπει να χρησιμοποιήσετε τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού με ευέλικτο τρόπο, είτε σε εθνικό είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο».

Ο ίδιος υποστήριξε ότι οι τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και της υγείας ήταν τομείς όπου οι ρυθμιστικές αρχές μπορούσαν ακόμα να κινηθούν για να περιορίσουν αναδυόμενες κυρίαρχες θέσεις και ότι εκεί θα λάβουν χώρα «οι νέοι πόλεμοι κυριαρχία. Μέχρι στιγμής δεν έχει αναδυθεί κυρίαρχος παίκτης» και ότι οι ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν «τον νόμο για να σταματήσουν κάποιους από το να γίνουν πολύ μεγάλοι».

Όταν οι Βρυξέλλες αρχίσουν να εισάγουν υποθέσεις στο νόμο για τις ψηφιακές αγορές, αναμφίβολα θα αλλάξει τους υπολογισμούς κάποιων εθνικών ρυθμιστικών αρχών εντός Ευρώπης.

Ο επικεφαλής της ολλανδικής αρχής ανταγωνισμού, Μάρτιν Σνεπ, είχε πει πέρυσι ότι μπορεί να μην έχει νόημα να ελέγξουν τεχνολογικούς ομίλους που βρίσκονται ήδη στο στόχαστρο της ΕΕ. «Δεν είμαι σίγουρος πόσες έρευνες θα ξεκινήσουμε πραγματικά και δεν είμαι σίγουρος ότι θα είναι αποτελεσματική κατανομή των πόρων», ανέφερε.

Αντίθετα, είπε, ο νόμος της ΕΕ «θα δώσει κίνητρα στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού να επικεντρωθούν σε θέματα που δεν αφορούν τον νόμο για τις ψηφιακές αγορές (DMA) — ή εναντίον εταιρειών που δεν θεωρούνται πυλωροί βάσει του ευρωπαϊκού νόμου, αλλά έχουν δεσπόζουσα θέση».

Ομάδες συμφερόντων λένε ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κινδυνεύουν να τυλίξουν τη βιομηχανία στη γραφειοκρατία. «Είναι σαφές ότι το ο ευρωπαϊκός νόμος DMA θα είναι το ελάχιστο που θα εφαρμόσουν όλες οι χώρες. Κάθε μεμονωμένο κράτος μέλος θα το συμπληρώσει με άλλες υποχρεώσεις [και] θα επιβάλει τους δικούς του αντιμονοπωλιακούς νόμους», λέει ο ντε Στριλ του CERRE.

«Το ερώτημα είναι εάν αυτό θα βλάψει την εσωτερική αγορά και αν θα καταπνίξει την καινοτομία. Εάν δεν οργανωθεί καλά, μπορεί να οδηγήσει σε αποσύνθεση της εσωτερικής αγοράς και, επομένως, σε δυσκολία μεγέθυνσης».

Πολλοί επιχειρηματίες, ωστόσο, λένε ότι καλωσορίζουν περισσότερους κανονισμούς εάν δημιουργήσουν ίσους όρους ανταγωνισμού. Ο φόβος του Άντρε του HomeToGo είναι ότι οι φιλοδοξίες του Βερολίνου και άλλων δεν θα μεταφραστούν σε πράξη.

Οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν αρκετούς πόρους για να κάνουν πραγματικά τη διαφορά, υπογραμμίζει. Ενώ η γερμανική αρχή ανταγωνισμού έχει ξεκινήσει πολλές νέες έρευνες από τότε που τέθηκε σε εφαρμογή ο νόμος, δεν έχει μεγαλώσει σημαντικά από άποψη προσωπικού ή προϋπολογισμού.

«Εάν δεν [δώσετε στους ρυθμιστές τους πόρους], ο κανονισμός δεν θα είναι ποτέ τόσο αποτελεσματικός όσο φαίνεται στα χαρτιά», καταφέρεται. «Δεν μπορούν να κυνηγάνε όλες τις υποθέσεις ταυτόχρονα».

Πρόσφατα Άρθρα